Ακούω πολλούς οπαδούς της Δεξιάς ιδεολογίας να βάλλουν εναντίον της παγκοσμιοποιημένης σύγχρονης ανθρωπότητας –κοινωνίας κι αισθάνομαι θλίψη.
Παρ’ ότι αναγνωρίζω και εν πολλοίς σέβομαι τον συντηρητισμό τους δεν μπορώ να μη σημειώσω ότι συμπεριφέρονται ως να μην έχουν κατανοήσει τις αλλαγές που έχουν συντελεστεί στην ανθρωπότητα τα τελευταία 25 χρόνια.
Εγκλωβισμένοι στα δικά τους ιερά και όσια – ταυτισμένα με μεγαλοϊδεατισμούς και θρησκοληψία – δεν αντιλαμβάνονται ότι η χώρα μας δεν είναι το κέντρο της γης όπως τους έμαθαν, αλλά ένας απλός συνοδοιπόρος της ανθρωπότητας.
Δεν αντιλαμβάνονται ότι οι δικές τους αξίες και παραδόσεις, έχουν ιστορική –και μόνο- αξία στο σύγχρονο γίγνεσθαι.
Υπάρχει διάχυτη η άποψη ότι μεγάλο μέρος της λεγόμενης παραδοσιακής Δεξιάς, αδυνατεί να προσαρμοστεί στα βήματα των συμμάχων του ανά την υφήλιο, βαθύτατα επηρεασμένο από την επί δεκαετίες εσωτερική πολιτική και ιδεολογική αντιπαράθεσή του με την παραδοσιακή Αριστερά. Σε κάποιες περιπτώσεις, μάλιστα, έχοντας υποστεί και ιδεολογικό «μπαστάρδεμα» από την Αριστερά.
Κάπως έτσι παρουσιάζονται οι ελλείψεις κι οι βραδυπορίες στον βηματισμό της, κάπως έτσι αδυνατούν να προσαρμοστούν στις νέες πραγματικότητες.
Όπως και νάναι, όμως, διαθέτουν ένα μεγάλο πλεονέκτημα απέναντι στις δυνάμεις της Αριστεράς.
Αυτό δεν είναι άλλο από το ότι ο δικός τους χώρος δεν αναζητά οράματα και επιβεβαιώσεις ύπαρξης.
Ο δικός τους πολιτικός χώρος σε παγκόσμιο επίπεδο – με τον ένα ή τον άλλο τρόπο- μπορεί και υλοποιεί προγράμματα που αντιμετωπίζουν τα κακώς κείμενα και δημιουργούν τις νέες πραγματικότητες.
Ο δικός τους πολιτικός χώρος δεν χρειάζεται να πείσει για όσα λέει και πράττει, αφού αυτά εφαρμόζονται στα περισσότερα μήκη και πλάτη της υφηλίου.
Ο δικός τους χώρος δεν χρειάζεται οράματα ούτε έχει ανάγκη να καταδείξει πρότυπα που εφαρμόζονται όσα πιστεύει κι εκφράζει.
Αντιθέτως, το μεγάλο πρόβλημα, τη μεγάλη δοκιμασία, την αντιμετωπίζει η Αριστερά και κυρίως η δογματική.
Από τη στιγμή που συνετρίβη και κατέρρευσε ο υπαρκτός σοσιαλισμός, χιλιάδες άνθρωποι που πίστεψαν αγνά σ’ αυτόν, ένιωσαν και νιώθουν ότι έχασαν τη γη κάτω απ’ τα πόδια τους.
Οι ποιο ευέλικτοι βρήκαν διεξόδους στην λεγόμενη Κεντροαριστερά, κάποιοι άλλοι «συναντήθηκαν» με τον μεταρρυθμιστικό χώρο, ενώ οι περισσότεροι συνειδητοποίησαν ότι υπηρέτησαν ένα από τα πλέον φρικτά καθεστώτα που δημιούργησε ο άνθρωπος. Μια «Μπιάφρα του πνεύματος», όπως χαρακτηριστικά είπε ο Θεόδωρος Πάγκαλος.
Αυτό είναι σήμερα το μεγάλο πρόβλημα της Αριστεράς και εν πολλοίς και της Κεντροαριστεράς κι ειδικά στον τόπο μας.
Η έλλειψη προτύπου που εφαρμόζονται τα οράματά της.
Το θολό και ξεφτισμένο όραμα. Οι αφηρημένες κοινοτυπίες.
Η μη παραδοχή ότι απαιτείται μια «άλλη πολιτική» αναφορικά με το νέο, σύγχρονο Κράτος και τη νέα κοινωνία, απαλλαγμένη από τις παρωχημένες ιδεολογικές αγκυλώσεις.
Είναι σαφές, ξεκάθαρο κι αναγκαίο ότι οι λύσεις βρίσκονται στον συγκερασμό, στις αμβλύνσεις.
Ο συγκερασμός αυτός έχει όνομα.
Μεταρρύθμιση.
Μεταρρύθμιση με τις δυνάμεις του Κέντρου.
Του φιλελευθερισμού και του δημοκρατικού σοσιαλισμού.
Μόνο με τη συνύπαρξη των δυο κεντρογενών ρευμάτων θα δημιουργηθούν οι απαραίτητες συναινέσεις ένθεν κακείθεν.
Μόνο με τη συμπόρευση θα ξεπεραστούν οι χρόνιες αγκυλώσεις στις οποίες οφείλεται η κρίση και θα έχει ελπίδες η χώρα να ξεφύγει από τον ισοπεδωτικό κρατισμό της, όπου ακόμη κι η ιδιωτική πρωτοβουλία κατέστη κρατικοδίαιτη σε μέγιστο βαθμό.
Μόνο με τη συμπόρευση θα δημιουργηθεί η αναγκαία αστική τάξη και θ’ αντιμετωπιστεί ο λαϊκισμός.
Ευλόγως μπορεί να πείτε, ότι αυτό που αναφέρεις ως αναγκαιότητα συμβαίνει σε μεγάλο βαθμό σήμερα, με την συγκυβέρνηση Νέας Δημοκρατίας και ΠαΣοΚ.
Πράγματι είναι ένα τεράστιο βήμα προς τον μονόδρομο που έχουμε μπροστά μας.
Που, αν είχε συμβεί –έστω και με μορφή συναίνεσης- πριν λίγα χρόνια, είναι βέβαιο ότι θα είχαμε αποφύγει πολλά δεινά.
Όμως, η καχυποψία παραμένει στο επίκεντρο, οι πολιτικές σκοπιμότητες είναι καθημερινό φαινόμενο, ο λαϊκισμός ανθεί προς τα άκρα και από τα άκρα, ενώ τα πράγματα γίνονται ακόμη πιο δύσκολα όταν μπαίνουν στο τραπέζι σοβαρά ζητήματα τα οποία δεν λύνονται με αναφορές στο παρελθόν όπου όλα γίνονταν με δανεικά.
Ταυτοχρόνως, οι καθυστερήσεις ακόμη και για τα αυτονόητα που πρέπει να γίνουν είναι καθημερινό πολιτικό φαινόμενο, κυρίως από εκείνους που δεν μπορούν ν’ αντιληφθούν τη νέα εποχή. Δηλαδή, βουλευτές και στελέχη τόσο του ενός κόμματος, όσο και του άλλου.
Επιπλέον, ο λεγόμενος μεταρρυθμιστικός χώρος παραμένει πολυδιασπασμένος, είτε από τα «κολλήματα» κάποιων που προέρχονται από την Κεντροαριστερά, είτε από την έλλειψη ικανού ειδικού βάρους εκείνων που προέρχονται από την Κεντροδεξιά.
Οι καθυστερήσεις ατέλειωτες, ο πειστικός λόγος χαμένος στη μετάφραση.
Συζητήσεις επί συζητήσεων, γνώμες επί γνωμών, διαπιστώσεις δημοσιογραφικού χαρακτήρα, περισπούδαστες αναλύσεις, αναμονή κάποιων επιφανών και χάβρα πέριξ κάποιων μεγάλων αστικών περιοχών.
Έτσι, οι τσαρλατάνοι της πολιτικής σκηνής, χασκογελούν κι αμολάνε αρλουμποειδή «οράματα» και υποσχέσεις στασιμότητας στην ζαλισμένη κοινωνία που αναζητά χέρι ελπίδας.
Περαστικά μας….
Η παγκοσμιοποίηση έχει νικητές αλλά και χαμένους.
ΑπάντησηΔιαγραφήΟι κερδισμένοι είναι οι πολυεθνικές επιχειρήσεις και τα βιομηχανικά αναπτυγμένα κράτη γενικότερα, αλλά κυρίως οι ΗΠΑ, ενώ στους χαμένους κατατάσσεται ο αναπτυσσόμενος κόσμος, στον οποίο οι μισθοί είναι χαμηλοί, οι ρυθμίσεις ελλιπείς ή ανύπαρκτες και η παραγωγή εξυπηρετεί τις ανάγκες της παγκόσμιας και όχι της εγχώριας αγοράς.
Η οικονομική παγκοσμιοποίηση αποτελεί μια μορφή νεοαποικιοκρατίας όπου επιβάλλει στα φτωχά κράτη να ανοίξουν τις αγορές τους και επιτρέπει στα πλούσια κράτη να λεηλατούν τις πρώτες ύλες τους.
Η οικονομική παγκοσμιοποίηση αποδυναμώνει την επιρροή και τα περιθώρια δράσης των εθνικών κυβερνήσεων και περιορίζει τη λογοδοσία τους στο λαό.
Αντίθετα, η πολιτική παγκοσμιοποίηση καθοδηγείται από την ανάγκη προσέλκυσης επενδύσεων και τις πιέσεις που ασκεί ο εντεινόμενος διεθνής ανταγωνισμός.
Η ενσωμάτωση στην παγκόσμια οικονομία συνεπάγεται, συνήθως, φορολογική μεταρρύθμιση, απορρύθμιση και συρρίκνωση του κράτους πρόνοιας. Η υποτιθέμενη σύνδεση ανάμεσα στον παγκόσμιο καπιταλισμό και τον εκδημοκρατισμό δεν αποτελεί παρά ένα μύθο. Πολλά κράτη που έχουν προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις της αγοράς και έχουν επιδιώξει την ενσωμάτωσή τους στην παγκόσμια οικονομία έχουν παραμείνει απολυταρχικά, αν όχι δικτατορικά και έχουν υιοθετήσει τις αρχές του κρατικού καπιταλισμού.