Γράφει
ο Μιχάλης Δεμερτζής
Με
τον Ερντογάν να έχει υπερβεί τα εσκαμμένα στην Ανατολική Μεσόγειο, έχει
δημιουργηθεί η προσδοκία σε Ελλάδα και Κύπρο για μία δυναμική απάντηση από
πλευράς Ευρωπαϊκής Ένωσης. Από τη μία, αυτό δεν είναι παράλογο. Από την άλλη,
όμως, τι θα πει «δυναμική απάντηση»;
Ο
καθένας μπορεί να δώσει τη δική του ερμηνεία, αλλά η πικρή αλήθεια είναι ότι η
Ευρωπαϊκή Ένωση εν προκειμένω δεν έχει τα εργαλεία για να δώσει μία απάντηση
που να είναι εφάμιλλη της «ερώτησης». Δεν λέμε ότι δεν μπορεί να
επιβάλλει
κυρώσεις. Λέμε ότι οι κυρώσεις αυτές είναι πια σαν να ρίχνεις νερό στον
βρεγμένο.
Η
Τουρκία δεν φαίνεται να δίνει σημασία πλέον σε απειλές από την Ευρωπαϊκή Ένωση
και για αυτό έχει ευθύνη η δεύτερη. Όταν πριν τρία χρόνια στην Τουρκία
συλλαμβάνονταν δημοσιογράφοι, διώκονταν πανεπιστημιακοί και εκτελούνταν
Κούρδοι, η Ένωση έκανε το ίδιο που έκανε και το 2006 όταν η ίδια χώρα δεν
άνοιγε τα λιμάνια της στην Κύπρο: Πάγωσε τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις (χωρίς
στο μεταξύ να διακόψει πλήρως τα προενταξιακά κονδύλια).
Προφανώς
θεωρούσε υπερβολικό εκείνη την περίοδο να κάνει λόγο για κατάργηση της
τελωνειακής ένωσης ΕΕ-Τουρκία, το αυτί του Ερντογάν φυσικά δεν ίδρωσε με τα
περί ενταξιακών διαπραγματεύσεων και τώρα φτάσαμε σε μία κατάσταση, όπου ακόμα
και αυτή η απειλή περί τελωνειακής ένωσης μοιάζει ανεπαρκής, με τον χρόνο στον
οποίο χρησιμοποιείται να δείχνει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έχει πολλά
περισσότερα να πει για να τρομάξει τον Τούρκο πρόεδρο.
Αν
η Ένωση ήταν πιο δυναμική πριν τρία χρόνια, τώρα πιθανότατα να είχαμε μία πιο
προσεκτική Τουρκία. Γράφαμε τότε:
«…Στην
πολιτική, κάποιες φορές, είναι προτιμότερο να ανοίγεις ένα μέτωπο από το να
παρακολουθείς αμήχανος τις εξελίξεις, ειδικά αν το μέτωπο είναι ήδη ανοικτό από
απέναντι. Ενώ η Ευρωπαϊκή Ένωση περνάει κρίση ταυτότητας, η Τουρκία της κάνει
το δώρο του έξωθεν ιδεολογικού, πολιτισμικού και μάλιστα όμορου αντιπάλου που
αξιώνει συσπείρωση. Το μακρινό Ισλαμικό Κράτος δεν θα μπορούσε να προσφέρει
τέτοια ευκαιρία, καθώς οι διαφορές του με την Ευρώπη δεν είναι στα σημεία, είναι
παντού. (…) Υπό τις παρούσες συνθήκες, οφείλουμε να παραδεχθούμε πως, εάν ως
συνασπισμός που περιλαμβάνει την Γερμανία και τη Γαλλία (και την Ιταλία, την
Ισπανία κτλ.) δεν μπορούμε να καταστήσουμε σαφές παγκοσμίως ότι έχουμε την
ικανότητα να επιβάλλουμε κυρώσεις, ίσως είναι καλύτερα να το κλείσουμε το
μαγαζί.» («Ευρωπαϊκή Ένωση και Τουρκία: Μία χαμένη ευκαιρία», GR POST,
01/12/2016)
Με
τα «αν» όμως, δεν γίνεται δουλειά. Αν και η Ελλάδα δεν είχε καταστήσει την
Τουρκία εγγυητή της ασφάλειας του Αιγαίου επί προσφυγικής κρίσης, δεν θα είχαμε
να λέμε τώρα για την Ευρώπη.
Και,
μιλώντας για εγγύηση της ασφάλειας, ας φτάσουμε και στο διά ταύτα:
Καλώς
ή κακώς, στην εποχή μας, την ειρήνη και την ασφάλεια στην επικράτεια ενός
κράτους την εγγυώνται τα σώματα ασφαλείας και οι ένοπλες δυνάμεις του. Καλό το
διεθνές δίκαιο – απαραίτητο για την ακρίβεια – αλλά εν τέλει στις ένοπλες
δυνάμεις των φορέων που το ενστερνίζονται βασίζεται και, δυστυχώς, η Ευρωπαϊκή
Ένωση ένοπλες δυνάμεις δεν έχει.
Αντίθετα,
ένοπλες δυνάμεις έχουν η Γαλλία, η Ιταλία, η Γερμανία και τα άλλα κράτη-μέλη
της και το κατά πόσο θα συνδράμουν υπέρ της Ελλάδας ή της Κύπρου αφορά τα στενά
εθνικά τους συμφέροντα, όπως τα αντιλαμβάνονται αυτή τη στιγμή.
Αυτό
δεν το λέμε γιατί θεωρούμε ως μόνη λύση την κλιμάκωση από μέρους Ελλάδας και
Κύπρου, κάθε άλλο, ούτε επειδή πιστεύουμε ότι σε μία πιθανή κλιμάκωση τα
ευρωπαϊκά κράτη δεν πρόκειται να μας βοηθήσουν. Πιο πιθανό είναι το αντίθετο
(όπως δεν πρέπει να αγνοηθούν και οι κακές σχέσεις που έχουν αυτή τη στιγμή οι
ΗΠΑ με την Τουρκία)…
Το
λέμε γιατί πρέπει να δούμε τα πράγματα ως έχουν και να μην περιμένουμε την
Ευρώπη να μας βοηθήσει απέναντι στην Τουρκία με τον ίδιο τρόπο που περιμέναμε
να έρθει να μας βγάλει από την κρίση.
Επ’
αυτού, υπάρχει η άποψη που λέει ότι όπως μέσα στις εξαιρετικές καταστάσεις της
οικονομικής κρίσης βρέθηκε τελικά η λύση από τους εταίρους μας, έτσι μπορεί να
βρεθεί και σε αυτή την περίσταση. Αλλά ακόμα και στην περίπτωση της οικονομικής
κρίσης, οι εταίροι μας δεν μας προσέφεραν το μνημόνιο σαν εναλλακτική της
χρεοκοπίας επειδή μας αγαπούσαν. Μας το προσέφεραν επειδή έχουν μαζί μας κοινά
συμφέροντα. Ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Στήριξης, άλλωστε, που θεωρείται το θετικό
απότοκο της οικονομικής κρίσης, δεν δημιουργήθηκε από το πουθενά. Χρειάστηκε ο
πανικός στις αγορές, τα μνημόνια, δυσάρεστα μέτρα από κυβερνήσεις και
οικονομικές θυσίες από λαούς. Αν χρειάστηκαν αυτά για έναν οικονομικό μηχανισμό
στήριξης, την ώρα μάλιστα που υπήρχε η νομισματική ένωση, τι μας κάνει να
πιστεύουμε ότι δεν θα χρειαστούν τουλάχιστον τα ανάλογα για έναν αντίστοιχο
στρατιωτικό μηχανισμό;
Η
Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι μία χαρούμενη παρέα και αυτό από την οικονομική κρίση
πρέπει να το έχουμε μάθει. Είναι ένας οργανισμός που απαρτίζεται από κράτη, τα
οποία έχουν δικαιώματα και υποχρεώσεις, και που, για να λειτουργεί καλά, πρέπει
πρώτα να λειτουργούν καλά τα μέλη του. Όχι το ανάποδο.
Η
δική του λειτουργία επί της ουσίας είναι να μεγιστοποιεί τις ευκαιρίες και τα
κέρδη και να ελαχιστοποιεί τα κόστη και τους κινδύνους για όλα τα μέλη του στο
οικονομικό παγκόσμιο πεδίο. Οτιδήποτε παραπάνω είναι το επιθυμητό, όχι η
πραγματικότητα, κι ας βρίσκεται η Ευρώπη στον σωστό (στον μόνο ρεαλιστικό για
την ακρίβεια) δρόμο για το «οτιδήποτε παραπάνω».
Στο
ευρύτερο γεωπολιτικό πεδίο, η διαφορά με τα προαναφερθέντα είναι πως η Ένωση
αυτή τη στιγμή, για διάφορους λόγους, δεν έχει τα εργαλεία για να προστατεύσει
τα μέλη της από τους κινδύνους, οπότε εδώ δεν ισχύουν η «αρχή της αλληλεγγύης»,
η συνεργασία «καλή τη πίστει» και άλλα ενωσιακά κι ας είναι όλο θέρμη οι
ευρωπαϊκές δηλώσεις στήριξης.
Εδώ,
όποιος χρειάζεται βοήθεια, βοηθά πρώτα ο ίδιος τον εαυτό του και μετά βλέπει
κατά πόσο τα συμφέροντα των άλλων ευθυγραμμίζονται με τα δικά του. Καλώς ή
κακώς, ούτε εδώ ισχύει το ανάποδο…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου