Γράφει
ο Νίκος Γ. Σακελλαρόπουλος
Έχουν περάσει τέσσερα ολόκληρα χρόνια στα οποία η Ελλάδα βιώνει πολύ σκληρές στιγμές.
Η οικονομία αποδιαλύθηκε, η ανεργία έφτασε και παραμένει σε δυσθεώρητα ύψη, επιχειρήσεις έκλεισαν και τίποτα δεν έμεινε όρθιο, πλην του δημοσίου τομέα.
Ομολογουμένως, λίγοι ήταν εκείνοι που την περίοδο πριν την κρίση φώναζαν κι εντόπιζαν ότι ήδη είμαστε σε παρακμή και πρέπει ν’ αλλάξουμε.
Λίγοι ήταν εκείνοι που επισήμαιναν ότι η αφθονία μέσω δανεικών δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια ψευδαίσθηση που έχει αναισθητοποιήσει τα ένστικτα επιβίωσης της κοινωνίας.
Κι ακόμη πιο λίγοι εκείνοι που πίστευαν και «φώναζαν» ότι η κρίση μπορεί να λειτουργήσει ως αφετηρία για την εξάλειψη των στρεβλώσεων που είχαμε δημιουργήσει στην οικονομία και στην κοινωνία, στη βάση των «ελληνικών δεδομένων», της «ελληνικής πραγματικότητας».
Παρ’ όλα αυτά, παρ’ όλα όσα υφίσταται η κοινωνία εδώ και τέσσερα χρόνια, δεν δείχνει ν’ αντιλαμβάνεται ότι η μοναδική διέξοδος για την ανάκαμψη της χώρας είναι ν’ αλλάξουμε τα πάντα, να προχωρήσουμε σε μεγάλες μεταρρυθμίσεις, ν’ απεμπλακούμε όσο περισσότερο από τους μηχανισμούς του Κράτους που μας καταδυναστεύουν.
Εξακολουθούμε να είμαστε αγκιστρωμένοι πέριξ του αντιπαραγωγικού δημοσίου τομέα, να κλαίμε για την απομάκρυνση κάποιων καθαριστριών που λάμβαναν αμοιβές μεγαλύτερες από μάχιμους φρουρούς της τάξης ή της άμυνάς μας, να οδυρόμαστε για τις αξιολογήσεις στην Παιδεία και στον δημόσιο τομέα, ν’ αρνούμαστε ν’ ανοίξουμε επαγγέλματα και να οδηγηθούμε στον ανταγωνισμό.
Εξακολουθούμε να βλέπουμε την Παιδεία να καταρρέει εξ αιτίας της άρνησης αποδοχής των νόμων και του ετσιθελισμού κορυφαίων ταγών της, εξακολουθούμε να παραμένουμε μάρτυρες της γραφειοκρατίας, της ανομίας, της ακραίας ρητορικής, των συνδικαλιστών του δημοσίου, του λαϊκισμού των πολιτικών και των ΜΜΕ.
Κι αν οι δείκτες της οικονομίας δείχνουν φως ανάκαμψης, είναι σαφές ότι αυτό οφείλεται στην υπερφορολόγηση για την ουσιαστική διατήρηση των προ κρίσης «κεκτημένων».
Εξακολουθούμε να …ζούμε στην Ελλάδα της «ελληνικής πραγματικότητας»…
Εξακολουθούμε ν’ ακολουθούμε τις σειρήνες του λαϊκισμού και των ουτοπικών υποσχέσεων.
Ακόμη κι εκείνοι οι άνεργοι του ιδιωτικού τομέα, οι είλωτες που πλήρωσαν όσο κανένας τα «κεκτημένα» του δημοσίου και τα καρκινώματά του, ζαλισμένοι ως κοτόπουλα επί σφαγή, δεν μπορούν να κατανοήσουν την ρεαλιστική κι όχι την ψεύτικη πραγματικότητα.
Μήπως, λέω μήπως, πρέπει να ψάξουμε αλλού την λύση στις παθογένειες;
Γιατί αντιδρούν όλοι αυτοί που δεν επιθυμούν ν’ αλλάξει τίποτα;
Για τη διαφύλαξη των κεκτημένων τους, των προνομίων που έχουν αποκομίσει από πολιτικάντες της πολιτικής και τη διαιώνιση μιας άρρωστης κατάστασης.
Η μονιμότητά τους ήταν και παραμένει το επίκεντρο.
Χωρίς τη μονιμότητα στο δημόσιο - που άλλωστε δεν υπάρχει λόγος να υπάρχει στους περισσότερους τομείς- και χωρίς όσα αυτή προσφέρει, είμαι σχεδόν βέβαιος ότι ουδείς θα μιλούσε (πλην των δογματικών Αριστερών) για το…δημόσιο αγαθό της ενημέρωσης ή τον δημόσιο χαρακτήρα της ενέργειας ή τον δημόσιο χαρακτήρα που πρέπει να έχουν οι υπηρεσίες αποκομιδής απορριμμάτων.
Χωρίς τη μονιμότητα στο δημόσιο, ελάχιστοι θα ήταν οι απανταχού της χώρας πρεσβευτές του κρατισμού.
Χωρίς τη μονιμότητα στο δημόσιο, είναι βέβαιο ότι δεν θα είχαν πεδίο δράσης οι νονοί κι οι νταβατζήδες «ιδεών» που αρνούνται κάθε επιβεβλημένη μεταρρύθμιση κι έχουν καταστήσει το κέρδος ποινικό αδίκημα.
Μήπως, λοιπόν, μαζί με το δημοψήφισμα που προτείνει ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ για τη «μικρή ΔΕΗ», κάνουμε παραλλήλως άλλο ένα για την κατάργηση ή μη της μονιμότητας στο δημόσιο;
Λέω μήπως;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου