Παρασκευή 12 Νοεμβρίου 2021

Ο Χρήστος Κυριαζής της ψυχής & του Πειραιά


 Γράφει ο Νίκος Γ. Σακελλαρόπουλος

Με τον Χρήστο Κυριαζή μας χώριζαν κάποια χρόνια αλλά για εμάς τους «πιτσιρικάδες» ήταν μια γοητευτική περσόνα σ’ εκείνα τα «παλιά» χρόνια, στην Φρεαττύδα, στην Καστέλα, στο Πασαλιμάνι, σε κάθε γειτονιά του Πειραιά. Τον Χρήστο τον γνώρισα στη «Φοντάνα». Στο θρυλικό στέκι στο Πασαλιμάνι που ο ίδιος έκανε πανελληνίως γνωστό με την πρόσκλησή του …. στο μωράκι να πάει για καφέ… Ήταν στα μέσα της δεκαετίας του ’80. Εκεί κι ο Τάσος Μπουντούρης, ο Παντελής Θαλασσινός, ενίοτε ο Γιάννης Νικολάου, ο Ηλίας Ασβεστόπουλος, πού και πού κι ο

Αντώνης Βαρδής με τον Αντώνη Στεφανίδη που είχαν ως μεγάλο εύσημο τους «Vikings» και την Francoise…. Εκεί τόσοι και τόσοι Πειραιώτες… Κάθε Σάββατο πρωί κι η αφεντιά μου σε πολύωρες ταβλομαχίες και μπασκετοσυζητήσεις με τον Φίλιππο Συρίγο και άλλους φίλους.

Με το πέρασμα των χρόνων ατόνησαν πολλές από τις προσωπικές σχέσεις. Κάτι οι δουλειές, κάτι το ότι μερικοί φύγαμε από τον Πειραιά για νότια ή βόρεια προάστια, κάτι οι καραβοτσακισμένοι έρωτες, οι γάμοι, τα παιδιά κι οι υποχρεώσεις, οι παρέες «έσπασαν». Μα με τον Χρήστο δεν χαθήκαμε ποτέ. Όχι τόσο με προσωπικές επαφές αλλά κυρίως με τηλέφωνα, συζητήσεις, ανταλλαγή στίχων, μελωδίες παιγμένες στην κιθάρα δίπλα στο ακουστικό του τηλεφώνου για ν’ ακούω…  Κάποιες φορές ψώνισα από το μαγαζί του έπιπλα σχεδιασμένα με απίστευτη αισθητική και κατασκευασμένα με μοναδική ποιότητα. Ότι αγόραζες από τον Χρήστο, ένιωθες ότι είχε φτιάξει για εσένα. Άλλωστε τις περισσότερες φορές αυτό συνέβαινε.

Όταν ξεκίνησε να εκπέμπει η ελεύθερη ραδιοφωνία (Αθήνα 9,84, Κανάλι 1 Πειραιά, Ράδιο 100 Θεσσαλονίκη)  και πριν την έκρηξη που γέμισε ραδιοφωνικούς σταθμούς  όλη τη συχνότητα,  ο Χρήστος ερχόταν συχνά και μου έκανε παρέα στην μουσική εκπομπή μου (ας είναι καλά ο Δημήτρης Καπράνος). Ήταν η εποχή –τέλη της δεκαετίας του ’80- που άρχιζε να «τρώει» πετριά με το λαϊκό τραγούδι. Εκεί, στον 4ο όροφο του δημαρχείου Πειραιά που στεγαζόταν τότε το «Κανάλι 1», ο Χρήστος γνώρισε τον Μάριο Τόκα, ενώ άρχισαν να μιλάνε για κιθαριές με τον Αντώνη Βαρδή, που ήταν εκ των τακτικών επισκεπτών την ώρα που έκανα εκπομπή… Πολλές φορές κάναμε μαζί τις μουσικές επιλογές, μιλούσαμε, γελούσαμε, πειραζόμαστε, τρελαίναμε τους ηχολήπτες που δεν ήξεραν ποιο μικρόφωνο να πρωτοανοίξουν…  Μια φορά ο εξαιρετικός Αντώνης Αρκουλής, πέταξε τα ακουστικά του κι έφυγε από την κονσόλα του ήχου… Μειλίχιος ο Χρήστος Κυριαζής και καταφερτζής, τον έφερε πίσω πριν τελειώσει το τραγούδι που έπαιζε…

Ξαναχαθήκαμε. Μέχρι που ήρθε ένα απόγευμα στον «Αιγαίο FM» που έκανα τότε εκπομπή. Αρχές δεκαετίας του ’90. Άκου, μου λέει. Κι αρχίζει να παίζει με την κιθάρα και να τραγουδά «τα τσιγάρα, τα ποτά και τα ξενύχτια, έχουν κλείσει τα καλύτερα τα σπίτια»…

-          Τι είναι αυτό ρε;

-          Σ’ αρέσει;

-          Πολύ… αλλά μην το ακούσει η μάνα μου θα λέει ότι το έγραψε εκείνη… όλο αυτό μου λέει..

-          Δεν το βγάζει καμιά εταιρεία, μου απαντά πικραμένος.  Έχω πάει παντού.

Πράγματι. Αυτό το τραγούδι, το «επιμένω», το «μου θυμίζεις τη μάνα μου», όλα αυτά τα αληθινά, απλά λαϊκά τραγούδια, χωρίς φκιασιδώματα και κορδελάκια, δεν τα εξέδιδε καμιά δισκογραφική εταιρεία. Ούτε καν η LYRA, παρ’ ότι προσπάθησε πολύ ο Άγγελος Σφακιανάκης που ήταν παραγωγός εκεί, τότε.

Η πόρτα που άνοιξε ήταν της Sony και μάλιστα με τυχαίο τρόπο, όπως άλλωστε γίνονται πολλά πράγματα. Ο Γιώργος Πολυχρονίου –επιτελικό στέλεχος της εταιρείας- ετοιμάζεται να παντρευτεί την Μάγκυ Χαραλαμπίδου και πηγαίνει ν’ αγοράσει έπιπλα. Φεύγοντας, έχει στην τσέπη του μια κασέτα με τραγούδια. Κι όταν τα πάει στην εταιρεία αρχίζουν οι συνεχείς ακροάσεις. Στον καθένα κάτι ξινίζει… Μέχρι που τυχαία ακούει τα τραγούδια η σύζυγος του διευθυντή της Sony στη χώρα μας, Δημήτρη Γιαρμενίτη. «Καλά συζητάτε και ξανασυζητάτε για αυτά τα τραγούδια; Χαμός θα γίνει! Αν δεν βγει αυτός ο δίσκος θα έχετε κάνει μεγάλη βλακεία»… Δηλαδή δεν είπε «βλακεία», άλλη λέξη είπε…

Έτσι βγήκε αυτός ο δίσκος κι εν ριπή οφθαλμού όλη Ελλάδα άκουγε και τραγουδούσε «έχω κλάψει, για πολλές γυναίκες έχω κλάψει, μα για σένα πιο πολύ»…

Αντρίκειος, αρσενικός λυγμός, ειλικρινής, αυθεντικός.

Σαν τον Χρήστο. Τον λιγομίλητο κι ισόβιο λάτρη της γυναίκας. Τον αλητάμπουρα φάλτσο που πάντα αναζητούσε νέες περιπέτειες για ότι τραβά η ψυχή του. Του τραγουδοποιού που έφτιαξε το «Βράδυ Σαββάτου» (Παπακωνσταντίνου) ή το «Πουλόβερ» ή το «Ημεροβίγλι» μα και το καψουροτράγουδο «στο μυαλό μου είσαι» ή το κλασικό με το οποίο εξέφρασε την αγάπη του στη Βάνα.

Ναι ήταν μέγας μάστορας ο Χρήστος. Τραγουδοποιός με μπόλικο ειδικό βάρος. Άλλα τραγούδια τα «κυνηγούσε», άλλα τα ξεχνούσε σε συρτάρια. Μου θύμισε ο Γιάννης Νικολάου ένα σπουδαίο στιχάκι που διαδραματίζεται –πού αλλού;- στον Πειραιά: «Στη Δραπετσώνα όλη η σκουριά απ' τα παλιά βαγόνια ήρθε και κάθισε στα πιο καλά μας χρόνια»!!!

Ο Χρήστος πέτυχε σε ότι έκανε επειδή ήταν μοναδικός. Δεν έμοιαζε με κανέναν. Πουθενά. Σε τίποτα! Είχε μέτρο, αντιστάσεις, μπέσα, φιλοσοφούσε την απλότητα, έγραφε τραγούδια ή σχεδίαζε έπιπλα για να εκφράζει την ανησυχία, την ψυχή του. Τον έλεγαν φάλτσο. Ε και; Ο πρώτος ήταν ή ο τελευταίος; Αυτό είχε σημασία ή οι αλήθειες της ψυχής του που γίνονταν αλήθειες όλων μας;  

Ο Χρήστος, ο φίλος, ο εραστής της ζωής και της δημιουργίας, ο Χρήστος που δεν υποτάχθηκε σε κανέναν ούτε μπήκε σε καλούπια και στερεότυπα, ο περήφανος κι ανιδιοτελής, ο «άρρωστος» Εθνικός, ταξιδεύει να τρελάνει τον Άγιο Πέτρο…  Να του πει για τα τσιγάρα τα ποτά και τα ξενύχτια… ή για το μωράκι στη Φοντάνα… ή να τον κάνει να κόψει φλέβες με το βράδυ Σαββάτου… Ίσως εκεί συναντήσει και τον Άκη Πάνου και κάνει πράξη το απωθημένο του, να παίξει μαζί του.

Κάτι τελευταίο: Δεν θυμάμαι ποιος μου είχε πει ότι το τελευταίο διάστημα είχε κάνει στέκι του το πατάρι ενός καφέ στην πλατεία Αλεξάνδρας. Δεν πρόλαβα να πάω… Πουτάνες υποχρεώσεις…

Αυτός ήταν ο Χρήστος: ένα τρελός, παθιασμένος εραστής της ζωής, της μουσικής, και της αισθητικής, φερμένος λες από άλλη εποχή, που δεν ακολούθησε την πεπατημένη, γύρισε συνειδητά την πλάτη σε κάθε είδους θέλγητρα, οδηγίες και καλούπια και παρέμεινε μέχρι το τέλος όπως εκείνος ήθελε: Αληθινός, γενναίος και περήφανος!

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου