Από τη Θεσσαλονίκη
γράφει
ο Μιχάλης Δεμερτζής
«Πειθαρχική έρευνα σε βάρος ανώτατου δικαστικού
λειτουργού που μετέχει της κρίσιμης διάσκεψης για τον νόμο περί τηλεοπτικών
αδειών διέταξε ο υπουργός Δικαιοσύνης κ. Νίκος Παρασκευόπουλος μετά από
δημοσιεύματα του τύπου που αφορούσαν σε θέματα που άπτονται προσωπικές του
σχέσεις…»
Πρόκειται για το τελευταίο νέο από το δελτίο της
εθνικής μας παρακμής (τυπικώς, από την εφημερίδα «Καθημερινή» το απόσπασμα).
Το μόνο χειρότερο από το να ερευνάται ανώτατος
δικαστικός αποκλειστικά στη βάση δημοσιευμάτων του τύπου, τον καιρό που
ασχολείται με σοβαρή υπόθεση δημόσιου ενδιαφέροντος, είναι να
ερευνάται για
θέματα που αφορούν τις προσωπικές του σχέσεις.
Δύο σε ένα λοιπόν για την κυβέρνησή μας, που μπορεί
και συνδυάζει με ζηλευτή ευχέρεια ακροδεξιά και κομμουνιστικά στοιχεία στους
κόλπους της. Πράγμα που εδώ μεταφράζεται, αφενός, στη βαρύτητα που δίνει στην
κίτρινη δημοσιογραφία εφόσον η τελευταία την ευνοεί- αγαπημένη τακτική των
φασιστών στην Ιταλία του μεσοπολέμου- και, αφετέρου, στην περιφρόνησή της για
το συνταγματικά κατοχυρωμένο απαραβίαστο της σφαίρας της ιδιωτικής ζωής-
χαρακτηριστικό των παλιών καλών «λαϊκών δημοκρατιών».
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, ωστόσο, τα πράγματα
υπερβαίνουν τις ιδεολογικές ερμηνείες.
Όταν νωρίτερα η κυβέρνηση, διά στόματος του
Πρωθυπουργού, προκαταλαμβάνει την απόφαση του ΣτΕ στο θέμα των αδειών…
Και, ας πούμε εντελώς τυχαία, σχεδόν αμέσως μετά ο
Α. Τσίπρας συναντάται με ανώτατους δικαστικούς…
Οι οποίοι, εξερχόμενοι της συνάντησης δηλώνουν,
εντελώς τυχαία και πάλι, ότι κοινωνικό κλίμα και εφαρμογή του Νόμου πρέπει να
συμβαδίζουν, αφού πρώτα τους υποσχέθηκαν, εντελώς τυχαία, αύξηση των αποδοχών
τους…
Και μερικές μέρες αργότερα, εντελώς τυχαία
εννοείται, παρενοχλείται από αθέμιτη έρευνα δικαστικός, που πρόκειται να κρίνει
νομικά το ζήτημα των αδειών, το οποίο αποτελεί και τη ναυαρχίδα της κυβερνητικής
πολιτικής…
Τότε, η αφετηρία της κυβερνητικής παρέμβασης δεν
είναι η ιδεοληψία, αλλά η σκοπιμότητα. Και είναι τόσο έκδηλη, που η προσέγγιση
στο στόχο θυμίζει, εντελώς τυχαία φυσικά, κάτι από… μαφία.
Εάν ένας ιδιώτης έκανε τα ίδια δημοσίως, δεν θα
ακούγαμε ούτε θα διαβάζαμε, «προκαταλαμβάνει την απόφαση», «αυξάνει τις
αποδοχές» και «παρενοχλεί με έρευνα», αλλά, αντίστοιχα, «προειδοποιεί»,
«δωροδοκεί» και «εκβιάζει με προσωπικά δεδομένα».
Η άλλη διαφορά είναι ότι μετά από αυτό, ο ιδιώτης
πιθανότατα μπαίνει φυλακή, ενώ οι κυβερνώντες μας μπορούν να κάνουν ό,τι
θέλουν. Όχι επειδή θα πουν ότι όλα τα παραπάνω είναι συμπτώσεις- δεν πρόκειται
να μπουν στον κόπο- αλλά επειδή εκλέχθηκαν δημοκρατικά.
Τι κι αν κάποιοι γραφικοί φωνάζουμε για εμφανή
παρέμβαση στη Δικαιοσύνη και διολίσθηση της Δημοκρατίας; Δεν έχει καμία
σημασία. Η ψήφος του λαού καθαγιάζει τα πάντα και, στο κάτω κάτω, αφού τόσα
χρόνια ο καθένας σε τούτη τη χώρα μπορεί να παρακάμπτει τους θεσμούς, αλίμονο
αν δεν μπορεί και ολόκληρη κυβέρνηση.
Εφόσον δύναται να συζητά με περισσή άνεση την
παραβίαση μίας από τις λίγες απολύτως συγκεκριμένες παραγράφους του Συντάγματος
(παρ. 5 του άρθρου 88, περί ηλικιακών ορίων των δικαστικών λειτουργών), όλα
είναι δυνατά.
Πιθανόν δεν έχει γίνει αντιληπτό από την κοινωνία
με πόση αυθαιρεσία κυβερνά ο ΣυΡιζΑ, για αυτό στις δημοσκοπήσεις συντηρεί τις
δυνάμεις του κάπου στο 15 με 17%, οπότε και παίρνει κουράγιο να συνεχίσει το
«έργο» του. Έτσι, γινόμαστε μάρτυρες της συνεχούς απαξίωσης του
κοινοβουλευτικού συστήματος και τα επακόλουθα μπορεί να είναι ακόμα πιο
δυσάρεστα.
Επί παραδείγματι, εφόσον πλέον είναι υποχρεωτική
στο πόθεν έσχες η δήλωση μετρητών και περιουσιακών στοιχείων που διατηρούνται
κατ’ οίκον (από 15.000 ευρώ και άνω), γιατί σε λίγο καιρό να μην μπορεί, όποτε
θέλει, το ΣΔΟΕ να μπαίνει δειγματοληπτικά σε σπίτια και να αναποδογυρίζει
στρώματα;
Το ένταλμα και η παρουσία δικαστικού θα είναι
περιττά μπροστά στο δημόσιο συμφέρον και θα αποτελούσαν, αν μη τι άλλο,
επιβραδυντική και ασύμφορη γραφειοκρατία. Μια τροπολογία στη Βουλή και όλα
εντάξει. Αν περιμένετε από το Σύνταγμα να προστατεύσει την ιδιωτικότητα του
σπιτιού σας, λυπάμαι, χάσατε. Υπερισχύει η ψήφος των συμπολιτών μας.
Διακόσια χρόνια συνεννόησης με τη Δύση, εκατό
χρόνια προσπάθειας σύμπλευσης με τις δυτικές (και εν πολλοίς ελληνικές) αξίες,
ένας παγκόσμιος πόλεμος στο πλευρό των αστικών δυνάμεων και ένας σε εκείνο των
δημοκρατικών, σαράντα χρόνια σύμπραξης με την Ευρώπη, τριανταπέντε στην ΕΕ,
δεκαπέντε στο κοινό νόμισμα, όλα στην άκρη, για δύο βουλευτικές εκλογές και ένα
δημοψήφισμα εντός ενός έτους.
Λες και το έθνος δεν έχει συνέχεια. Αλλά πάλι,
σάμπως μας ένοιαζαν τέτοιες «λεπτομέρειες» όταν ψηφίζαμε το 2015; Μπορεί και να
μας απασχολήσουν, όταν η καθημερινότητά μας θα έχει γίνει αγνώριστη από την
κατάλυση των θεσμών του πολιτεύματος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου