Σάββατο 29 Οκτωβρίου 2016

Μεταξύ μας με καφέ και με τσιγάρο (Νο 96)


Το εβδομαδιαίο χρονογράφημα του grpost
δια χειρός Πέμης Γκανά


Ο Μέσι πολέμησε;

Και αφού καταφέραμε να ετοιμαστούμε (τι παπούτσια να φορέσω που θα βρέξει) εν μέσω γκρίνιας και κλαψουρισμάτων τύπου: γιατί να φορέσω τα προσκοπικά; ε; θέλω να βάλω την στολή της Μπαρτσελόνα(!), δεν μου αρέσει το κίτρινο πουκάμισο, θέλω ένα σαν της αρχηγού, δεν θέλω να παρελάσω με τα λυκόπουλα, θέλω να πάω με τους μεγάλους, και διάφορα άλλα τέτοια χαριτωμένα πλην όμως εκνευριστικά, σπαζονευρικά, και πονοκεφαλικά καταφέραμε να ξεκινήσουμε πουρνό πουρνό για να πάμε
τα καμάρια μας στην παρέλαση.
Φτάσαμε στο σημείο συνάντησης και άρχισαν άλλες γκρίνιες: Θέλω και εγώ μια σημαία, γιατί να μην έφερνα το τάμπλετ μαζί μου να βγάλω σέλφις(!), κρυώνω, ζεσταίνομαι, οι Μεξικάνοι ήταν σύμμαχοί μας στον πόλεμο; Η Μπαρτσελόνα; Ο Μέσι(!) πολέμησε; Τι πάει να πει όχι, Πεινάω, διψάω, κατουριέμαι...
Τους αφήσαμε και τους δυο στην αγέλη τους και φύγαμε τρέχοντας κουβαλώντας μπουφάν και αδιάβροχα, και δυο ριγέ ροζ-άσπρες ομπρέλες, που τις βρήκες αυτές τις κοριτσίστικες, γκρίνιαζε και ο Νίκος, δεν έδωσα καμία σημασία, πολύ δε περισσότερο, απάντηση!
Στηθήκαμε κι εμεις κουρασμένοι, πλην περήφανοι και αρκούντως χαμογελαστοί, απέναντι σχεδόν από την επίσημη Αρχή της πόλης, με πιάσανε και τα γέλια.
Τι έπαθες; με ρώτησε ο Νίκος, ίσως του αποκρίθηκα κι εγώ, ίσως έρθει και ο Κύριος Νομάρχης, γελάσαμε, και θυμηθήκαμε πως υποστηρίζαμε -όχι με ιδιαίτερη θέρμη είναι αλήθεια- πως οι παρελάσεις, αν όχι οι μαθητικές σίγουρα οι στρατιωτικές, έπρεπε να διακοπούν, τι είμαστε πια; Πιονγιάνγκ;

Ακούσαμε και την Βέμπο να τραγουδά το «Παιδιά της Ελλάδας» (φουσκώσαμε από περηφάνια) και να τα γιουχαΐσματα σαν ακούστηκε τ όνομα  του Ντούτσε του μασκαρά, τίποτα δεν άλλαξε από τότε που πηγαίναμε και εμείς σχολείο; αναρωτήθηκα δυνατά, τι να αλλάξει όμως; αλλάζει ο Μανωλιός; 
Όχι, απόκριση από κανένα δεν πήρα!

 Ωραίοι, πατριωτικοί οι λόγοι που ακούστηκαν την χθεσινή μέρα ανά την επικράτεια, από χείλη αμφισβητούμενα και αμφιλεγόμενα, και μετά όλοι μαζί σε πλατείες και δημοσιές, για ούζα και τηγανιτά τυροπιτάκια, να τσακωνόμαστε για τον εμφύλιο διηγούμενοι ιστορίες των παππούδων μας, χρησιμοποιώντας λεξιλόγιο και φρασεολογία άλλης δεκαετίας σαν: Αριστερός, Δεξιός.
Βέβαια τώρα προσθέσαμε και τους δεξιοφασίστες και τους αριστεροφασίστες.
Τρίζουν κόκαλα...

Καλά περάσαμε, και του χρόνου με υγεία ευχηθήκαμε, σφίξαμε ο ένας το χέρι του άλλου, και σαν να ήταν Ανάσταση, ασπαστήκαμε σταυρωτά ξεχνώντας την αληθινή και πραγματική σημασία της ημέρας, σαν έτοιμη και η μαντάμ Ευθαλί της γειτονιάς μας να πεταχτεί με την κρυστάλλινη φοντανιέρα της να μας τρατάρει ένα φοντάν και ένα σπιτικό βύσσινο λικέρ φτιαγμένη από τα χεράκια της, «χάριν της μέρας ταύτης», όπως θα έλεγε και η ίδια.
Μνήμη χρυσόψαρου, δηλαδίς, διαθέτει η χώρα, και αφήστε τα αυτά τα εθνικιστικά μαντάμ και κοιτάξτε που μπλέξαμε:
Το ΣτΕ, το ΣτΕ της καρδιάς μας, έβγαλε αντισυνταγματικό τον νόμο Παππά, ντροπής πράματα, τι θα απογίνουμε τώρα που δεν θα τα πάρουμε από τους πλουσίους, καπιταλισταί, ιμπεριαλισταί, σιωνισταί για τα δώσουμε στο πόπολο;
Και θα μείνουνε και τα παιδάκια εκτός παιδικών, σπαράζει η κομισάριος, άκαρδο ΣτΕ...
Τσακίστε την δικαιοσύνη, η προτροπή κάποιου απ τους ΑΝΕΛ!!!
Όχι, δεν συγκράτησα το όνομά του, κάτι μου λέει πως δεν θα το ξανακούσουμε ποτέ!

Αυτά είναι θέματα μαντάμ και όχι τα υπόλοιπα.
Κάναμε και μια λιτανεία, για να βρέξει.
Έβρεξε άραγε;
Δεν παρακολούθησα...
Περιφέραμε και τον παπά που κεκοιμήθηκε αφήνοντας τον μάταιο τούτο κόσμο, αναρωτηθήκαμε,  για λίγο, βεβαίως, που ζούμε, ποιοι είμαστε, και σε ποια χρονιά.
Αυτομαστιγώθηκαν και κάποιοι θεόμουρλοι, δημόσια θέα, στον Πειραιά.
Δεν έχω πρόβλημα με αυτό, ας κάνει ο καθείς ότι του κατεβαίνει, σάματι με αφορά; μα σε δημόσιο χώρο;
Συγκλίνουν τα άκρα, τελικά, μαντάμ...
Είτε πολιτικά, είτε θρησκευτικά!

Ετοιμαστείτε, σημαιοστολιστείτε, συντρόφια και ο πλανητάρχης, έ έ έ έρχεται...
Α ρε Αλέξη! Συ που βροντοφώναξες: Φονιάδες των λαών, τυλιγμένος με την παλαιστιανιακή μαντίλα όξω απ την κατάπτυστη πρεσβεία, υψώνοντας δυναμικά την αριστερή γροθιά, τι σου έμελε να ζήσεις, καψερέ!
Την Αυγή να ζητωκραυγάζει «Έ έ έ έρχεται!».
Ίσα που σε λυπάμαι κατακαημένε.
Ίσα που με λυπάμαι και εμένα.

Αλλιώς μας τα λέγατε, από παλιά.
Αλλιώς τα ξέραμε.
Και ήρθαν τα πάνω κάτω (σιγοκλαίω).

Αυτά τα ολίγα, λοιπόν, αυτής της ατέλειωτης εβδομάδας.
Το μόνο, λοιπόν, που μου απέμεινε καρφωμένο στο μυαλό από τα επετειακά με τον Πρέκα να ουρλιάζει ΑΕΡΑ, είναι οι στρατιώτες που δώσανε τις ζωές τους για μια χώρα που δεν μας αξίζει πια, καθώς και οι γυναίκες, οι ηρωικές, της Πίνδου, που θα τις ονομάσω όλες Όλγα Γιώτη...
Σας χαιρετώ χρησιμοποιώντας για μια ακόμη φορά τους επίκαιρους (πάντα) στίχους του Γεωργίου Σουρή:
«Ω Ελλάς, ηρώων χώρα, τι γαϊδάρους βγάζεις τώρα».
Περαστικά μας!

ΥΓ1.
Και η σημαία τρόπαιο στα χέρια μαθητών που μασάνε τσίχλα, μπερδεύοντας το έπος του 40 με την επανάσταση του 1821 και μαθητριών με εμφάνιση ξεπεσμένης σαραντάρας από την μπουζουκερί μιας κάποιας εθνικής, με τόνους ρίμελ, ντροπιαστικό μίνι, και άκουσον άκουσον, ψιλοτάκουνα πέδιλα...

ΥΓ2.
Α, μη ξεχάσω να σας πω ότι ο κ. Σακελλαρόπουλος μου μιλάει!

Όταν δεν είναι μπουκωμένος με παϊδάκια, όπως ψες…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου