Από τη Θεσσαλονίκη
γράφει
ο Μιχάλης Δεμερτζής
γράφει
ο Μιχάλης Δεμερτζής
Πριν λίγους μήνες το λεξικό της Οξφόρδης ανακήρυξε
τον όρο «μετα-αλήθεια» λέξη της χρονιάς, κυρίως λόγω της φορτισμένης πολιτικής
ατμόσφαιρας στις ΗΠΑ καθ’ όλο το 2016, αλλά και του δημοψηφίσματος για το Brexit.
Ο ορισμός είναι «η πολιτική ρητορική/πρακτική που
αγνοεί την αλήθεια και βασίζεται σε μια προσωπική, ενίοτε εντελώς πλαστή,
εκδοχή της πραγματικότητας» και το
βασικό που διαπιστώνεται εδώ είναι ότι η
διαφορά ανάμεσα στο κοινό ψέμα και τη μετα-αλήθεια εντοπίζεται στις πολιτικές
προεκτάσεις της τελευταίας.
Οι πολιτικοί παρουσιάζουν «εναλλακτικές αλήθειες»,
οι οποίες πολλές φορές είναι προφανή ψέματα, αλλά επειδή είναι πολιτικοί, τις
λένε εξ ονόματος πάρα πολλών για να αγνοηθούν.
Τον καιρό των social media- όπου μέρος των
αμέτρητων ερεθισμάτων είναι αποτέλεσμα χειραγώγησης ή εξαπάτησης και τα σύνορα
μεταξύ αλήθειας και ψέματος θολώνουν- τέτοιου είδους (και ήθους) πολιτικοί
αποκτούν τόση δυναμική, που μπορούν να τα βάλουν με την ίδια την
πραγματικότητα. Είναι «λαϊκοί», είναι «αυθεντικοί»· εν ολίγοις, αφού λένε τα
αντίθετα από τα κυρίαρχα ΜΜΕ, είναι «δικοί μας».
Οπότε, για να έρθουμε και στα καθ’ ημάς, το να
ζούμε υπό ένα καθεστώς άρνησης είναι εντελώς αποδεκτό. Στη μάχη των κυβερνώντων
μας με την αλήθεια, γιατί να είμαστε με την αλήθεια, όταν είναι τόσο δυσάρεστη;
Και, αφού μπορούν και αλλάζουν με τόση ευκολία το
παρόν με θριαμβολογίες («με ευχαριστούν οι ελεύθεροι επαγγελματίες στο δρόμο»,
«έχουμε ήδη βγει από τα μνημόνια»…), εννοείται πως το μέλλον θα του αλλάξουν τα
φώτα («το ελατήριο θα εκτοξεύσει την οικονομία μας», «το 2017 θα τρίβουμε τα
μάτια μας από την ανάπτυξη»…).
Επειδή όμως τα συνεχή ψέματα είναι ένας ατελείωτος
λαβύρινθος, όπου πολλές φορές τον έναν ισχυρισμό επικαλύπτει ένας άλλος, ακόμα
πιο εξωφρενικός, κάποια στιγμή τίποτα δεν βγάζει νόημα. Οπότε σιγά σιγά, κάποια
κυβερνητικά στελέχη παύουν να προσπαθούν να «χτίσουν» μία εναλλακτική
πραγματικότητα γύρω από έωλα επιχειρήματα και απλά λένε ό,τι νά ‘ναι. Κάτι σαν
μετα-μετα-αλήθεια.
Όπως ο κ. Δραγασάκης, προχθές στον τηλεοπτικό
σταθμό ΑΝΤ1, που, σχολιάζοντας την απόφαση του Eurogroup και τη διαπραγμάτευση, είπε
αρκετά χωρίς να λέει τίποτα.
Από τα λίγα που έβγαζαν ένα κάποιο νόημα εις την
ελληνική, ήταν τα παρακάτω:
«Αντί να πάρουμε νέα μέτρα λιτότητας, η συμφωνία
προβλέπει ότι θα ληφθούν μέτρα τα οποία θα εξισορροπηθούν με άλλα μέτρα, έτσι
ώστε το δημοσιονομικό αποτέλεσμα να είναι μηδέν».
Συμμέτοχος στην ανυπόφορη αοριστολογία και ο κ.
Σταθάκης, που στον ΣΚΑΪ είπε, μεταξύ άλλων, ότι θα ισορροπηθεί η… εξισορρόπηση
(!) και ότι, επίσης, τα μέτρα «θα έχουν άθροισμα μηδέν».
Κατόπιν, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης (υποτίθεται
ότι) διευκρίνισε πως ό,τι είπε, του «μηδέν» συμπεριλαμβανομένου, «σημαίνει όχι
νέα λιτότητα».
Αφού έχουμε τώρα λιτότητα και το δημοσιονομικό
αποτέλεσμα μετά τη συμφωνία θα είναι μηδέν, πώς θα γίνει να σταματήσουμε να
έχουμε λιτότητα;
Μεταξύ μας πάντως, ευτυχώς που το «μηδέν» δεν
σημαίνει «ανάπτυξη».
Επειδή όμως δεν είναι κι εύκολο να κρατήσει κανείς
τον ενθουσιασμό του, συμπλήρωσε, «η νέα κατάσταση που θέλουμε να εγκαθιδρύσουμε
και προς την οποία μας βοηθάει αυτό που συμφωνήθηκε χθες είναι: Να έχουμε μια
κατάσταση όπου η οικονομία θα αναπτύσσεται».
Το πώς δεν μας το είπε, αλλά το επιμύθιο είναι ότι,
σύμφωνα με τον αντιπρόεδρο, περνάμε στη φάση «μετά τη λιτότητα».
Για την ακρίβεια, «μιλούμε για μία κατάσταση όπου
έχουμε μετατόπιση, όπως είπε και ο κ. Ντάισελμπλουμ, από τη φάση της λιτότητας
σε μια νέα φάση που εγώ θα την πω μετά τη λιτότητα».
Παρ’ όλο που πρέπει να εκτιμηθεί το γεγονός ότι ο κ.
Δραγασάκης επιδεικνύει αξιοσημείωτη εγκράτεια σε σχέση με τους συντρόφους του
και δεν πετάει αριστερά-δεξιά τη λέξη «ανάπτυξη», το «μετά τη λιτότητα» δεν
παύει να είναι αέρας κοπανιστός.
«Μετά τη λιτότητα» ας πούμε πως δεν θα μειωθούν
άλλο μισθοί και συντάξεις και δεν θα αυξηθούν άλλο οι φόροι. Και πάλι, οι
προοπτικές ανάκαμψης είναι μηδαμινές.
Ειδικά αν σκεφτούμε ότι ο ΣυΡιζΑ αντιλαμβάνεται την
ανάπτυξη ως αύξηση των δημοσίων δαπανών, το «μετά τη λιτότητα» είναι μάλλον
τώρα.
Την ώρα που οι φόροι μαζί με την τεράστια
γραφειοκρατία εμποδίζουν την ανάπτυξη, η κυβέρνηση διορίζει και μοιράζει
επιδόματα, καταπολεμώντας, όσο αυτό είναι δυνατό, τη λιτότητα σε πολύ
συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες, φτάνοντας έτσι τα δημόσια ταμεία στα όριά
τους.
Έχουμε λοιπόν μία ιδιότυπη υφεσιακή κατάσταση, όπου
τα χρήματα που πέφτουν στην αγορά (θυμίζουμε, η Ελλάδα είναι δεύτερη στην
ιδιωτική κατανάλωση ανάμεσα στα μέλη της ΕΕ σύμφωνα με τα στοιχεία της
Παγκόσμιας Τράπεζας) μπορούν να μας πάνε το πολύ μέχρι τη «μετα-λιτότητα».
Την ανάπτυξη, μια φορά, δεν θα τη φέρουν.
Αλλού βρίσκεται η λύση.
Μην επαναλαμβανόμαστε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου