Γράφει
η Εύα Τσαροπούλου
η Εύα Τσαροπούλου
Πολύς ο
λόγος αυτές τις ημέρες για την επίσκεψη της Υπουργού Τουρισμού κας Κουντουρά
στο Ριάντ, όπου πραγματοποίησε συναντήσεις με εκπροσώπους του τουριστικού τομέα
για την προώθηση της Ελλάδας, ως δημοφιλούς προορισμού στη Σαουδική Αραβία.
Στο πλαίσιο
της επίσκεψης αυτής, συμμετείχε στις διευρυμένες συνομιλίες μεταξύ των δύο
πλευρών υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, για θέματα διμερούς τουριστικού
ενδιαφέροντος. Παρακάθησε επιπλέον, στο
γεύμα που παρέθεσε ο βασιλιάς της
Σαουδικής Αραβίας Σαλμάν μπιν Αμπντουλαζίζ Αλ Σαούντ, προς τιμήν της ελληνικής
αποστολής.
Όπως
συνηθίζεται σε αυτές τις περιπτώσεις, δεν έλειψε και η εθιμοτυπική φωτογράφηση,
όπου η κα Κουντουρά απεικονίζεται φορώντας «χιτζάμπ», το παραδοσιακό
κεφαλομάντηλο των μουσουλμάνων γυναικών, που σκεπάζει τα μαλλιά και το λαιμό,
προκαλώντας τη μήνιν των Ελλήνων πολιτών (γυναικών και ανδρών, ευτυχώς).
Ομολογώ ότι
ακόμα δεν έχω κατασταλάξει ως προς το «σωστό» ή το «λάθος» σε αυτή την κίνηση,
αλλά μία παρατήρηση που μου έρχεται αυθόρμητα είναι το «σου έδειχνα
το φεγγάρι κι εσύ κοίταζες το δάχτυλο»!
Ο ενδυματολογικός κώδικας
αποτελεί νόμο της Σαουδικής Αραβίας, από το 1932, οπότε αυτή πήρε τη μορφή του
κράτους που διατηρεί ως σήμερα.
Οφείλεται στη συμφωνία,
προερχόμενη από τον 18ο αιώνα ακόμα, μεταξύ της
μοναρχίας του Αλ Σαούντ και μιας ευσεβούς κάστας κληρικών που ακολουθούσαν μια
ακραία εκδοχή του Ισλαμικού Νόμου, τον «Γουαχαμπισμό» (από τον ιδρυτή
του Μοχάμεντ Ιμπν Αμπντ Αλ Γουαχάμπ).
Έτσι, ο νόμος της Σαουδικής
Αραβίας στηρίχτηκε στην αυστηρή εκδοχή της συγκεκριμένης κάστας σχετικά με τη
Σαρία, τον Ισλαμικό Νόμο, στον οποίο ενσωματώνονται πολλές εγκαταλελειμμένες
παραδόσεις που βρίσκονταν «κρυμμένες» στο Ισλάμ.
Το να καλύπτονται πλήρως οι
γυναίκες στις δημόσιες εμφανίσεις τους, με «αμπάγιας» (μαύρο μακρύ μανδύα) και
«χιτζάμπ» είναι ένα από αυτά τα «έθιμα», το οποίο σήμερα υποστηρίζεται από τη
θρησκευτική αστυνομία και πολλούς ένθερμους εθελοντές.
Στη Σαουδική Αραβία
επιβάλλεται στις μουσουλμάνες (με τον όρο εννοούνται οι «δικές τους» γυναίκες)
να ντύνονται έτσι, ενώ στις ξένες να φορούν αμπάγιας, χωρίς το χατζίμπ να είναι
επιβεβλημένο. Ωστόσο, ο ίδιος νόμος ισχύει και στο Ιράν, όπου δεν εξαιρείται
καμία!
Τα δε «πρόστιμα» για τη μη
συμμόρφωση των γυναικών προς αυτόν, προσωπικά τα χαρακτηρίζω «βάναυσα» και
είμαι και εξαιρετικά επιεικής!
Βουρδουλιές, που σε μερικές
περιπτώσεις οδηγούν και σε θάνατο της γυναίκας, χώρια τη διαπόμπευση ολόκληρης
της οικογένειάς της!
Με δεδομένο ότι αυτός είναι ο
νόμος του κράτους, τον οποίο οφείλουν να σέβονται όλοι όσοι εισέρχονται σε
αυτό, μπορώ να αντιληφθώ γιατί η κα Κουντουρά το έκανε.
Με ακόμα πιο δεδομένη την
ανάγκη διατήρησης καλών διμερών σχέσεων και την επίτευξη συμφωνιών, μπορώ ακόμα
περισσότερο να κατανοήσω γιατί δεν θέλεις να μπεις στο ρουθούνι κανενός, για
τέτοια ζητήματα, όταν χρειάζεται να διατηρήσεις τις δυνάμεις σου για να μπεις
για άλλα, πιο «σημαντικά».
Αλλά υπάρχει και η άλλη πλευρά
(όπως σε όλα) κι αυτή την πλευρά μάλλον δεν τη μέτρησε καλά η κα Κουντουρά ή οι
σύμβουλοί της και δεν είναι διόλου η «φεμινιστική» άποψη, όπως θα περίμενε κανείς να πω,
αλλά η καθαρά «πολιτική».
Εκπροσώπησε τη χώρα μας ως
διορισμένη υπουργός της και εκλεγμένη βουλευτής του ελληνικού λαού. Υπό αυτήν
την ιδιότητα, σε ένα τραπέζι όπου συζητούνται διμερείς υποθέσεις και εκείνη
είναι ο εκπρόσωπος της μίας πλευράς, ο εκπρόσωπος της άλλης οφείλει να της
δείξει το δέοντα σεβασμό, ο οποίος δεν μπορεί να εξαρτάται απ’ το τι θα φοράει,
τηρουμένης φυσικά της απολύτως αναγκαίας συνθήκης που λέει ότι η εμφάνισή μας
ακολουθεί το πρωτόκολλο που ορίζουν κάθε φορά οι περιστάσεις.
Εάν δηλαδή η κα Κουντουρά δεν
εμφανιζόταν με μαγιό (κάτι που ίσως να προτιμούσε η άλλη πλευρά), αλλά όπως
ακριβώς ντύνεται για να πάει στο υπουργείο της ή στο ελληνικό κοινοβούλιο, ο
συνομιλητής της δεν θα έπρεπε να είχε κανένα απολύτως πρόβλημα.
Το να εμφανιστείς –εσύ-
απέναντί του, ντυμένη σύμφωνα με ένα νόμο, που υποχρεώνει τη γυναίκα, ως
υποδεέστερο ον, να είναι καλυμμένη, είναι σαν να αποδέχεσαι εξ ορισμού τη
δευτερεύουσα θέση που ο συνομιλητής σου σού αποδίδει.
Σε έχει δεχτεί δηλαδή, στο
τραπέζι των διαπραγματεύσεων, χαριστικά και αναγκαστικά, αφού είσαι μεν
γυναίκα, αλλά ταυτόχρονα και εκπρόσωπος της χώρας με την οποία είναι
υποχρεωμένος να συνομιλήσει.
Η αποδοχή σου αυτή σε καθιστά
τον «αδύναμο κρίκο» σε αυτή την πολιτική διαπραγμάτευση, χωρίς να έχεις καν
προλάβει να ανοίξεις το στόμα σου!
Επιπλέον, αυτή η αδυναμία δεν
είναι μόνο δική σου, για να τη διαχειριστείς όπως νομίζεις, πέφτει πάνω στους
ώμους ολόκληρης της χώρας, την οποία εκπροσωπείς, όταν στα μάτια τα δικά σου, ο
άλλος βλέπει μία χαμηλότερης διαπραγματευτικής αξίας χώρα.
Γιατί, αναρωτιέμαι, πρέπει να
αποδεχτεί η μία πλευρά τις συνήθειες της άλλης, όταν η άλλη δεν πράττει το
ίδιο;
Εάν η συμφωνία είναι εξίσου
επιθυμητή, τότε πρέπει να ενδιαφέρεται και η άλλη πλευρά εξίσου να μην
«ερεθίσει» άσκοπα το ρουθούνι της από εδώ, για θέματα λιγότερο σημαντικά απ'
ότι η συμφωνία, αυτή καθ' αυτή.
Είμαι απολύτως βέβαιη δε, ότι
θα το έπραττε, αν δεν τους έδινε η κα Κουντουρά, χωρίς να της ζητηθεί καν, το
πλεονέκτημα να περάσει το δικό τους σε κάτι που, τελικώς, είναι πολύ μα πάρα
πολύ σημαντικό!
Σύγχρονοι παραλογισμοί, θα πει
κάποιος και θα έχει και δίκιο.
Εδώ και χρόνια, η χώρα αυτή,
όπως και το Ιράν, κάνει μπίζνες με γυναίκες επιχειρηματίες (η κυρία Μοιραράκη
άνοιξε το δρόμο, ας είναι καλά) και δεν φαίνεται να τους προβληματίζει καθόλου
το γεγονός ότι είναι γυναίκες, όταν πρόκειται να εισπράξουνε τα ωραία τους
λεφτάκια.
Είμαι σίγουρη ότι αν εκείνες –δεν-
φορούσαν το χιτζάμπ σε τούτες τις συναλλαγές, πάλι αυτές θα γίνονταν κανονικά,
διότι η αγορά έχει τους δικούς της νόμους και είναι καιρός να αρχίσουμε να τους
«χρησιμοποιούμε» τελικώς και για όσα άλλα «παράπλευρα» θέλουμε να περάσουμε.
Αντ' αυτού, αναζητούμε την
ευκολία μας, αφού το να τους καλοπιάσουμε κάνει πολύ πιο εύκολη τη δουλειά μας,
χωρίς κανείς να ενδιαφέρεται για το τι αφήνει πίσω του αυτή η συμπεριφορά ή που
θα τη βρει στο μέλλον μπροστά του.
Είναι ο ίδιος ακριβώς
παραλογισμός, που υπαγορεύει στις γυναίκες να φορούν αμπάγιας, αλλά δεν
περιορίζει τη μόδα σε αυτούς, αφού μπορούν να βγουν σε διαφορετικά σχέδια και
χρώματα, μπορούν να είναι βαμβακεροί ή διακοσμημένοι με δαντέλες και πιέτες για
πιο «βραδινές» εμφανίσεις!
Το ότι συνδυάζονται δε με
αξεσουάρ για τα οποία φροντίζει μια ολόκληρη βιομηχανία, που περιλαμβάνει
τσάντες, γυαλιά ηλίου και κοσμήματα και μάλιστα πολύ ακριβών οίκων, κάνει ακόμα
πιο παράλογο το να υπάρχει τόσο αυστηρός νόμος, αφού καταντάει να
γελοιοποιείται με αυτόν τον τρόπο.
Κάτι σάπιο υπάρχει στο
Βασίλειο του Πετρελαίου και αυτό από μόνο του θα έπρεπε να μας κάνει πολύ πιο
προσεκτικούς στο πού «πατάμε», όταν το επισκεπτόμαστε.
Τον Ιανουάριο του 2015, η τότε
πρώτη κυρία των Ηνωμένων Πολιτειών, η Μισέλ Ομπάμα, επισκέφτηκε τη Σαουδική
Αραβία. Χωρίς μαντήλι και φορώντας ένα χαρούμενο, πολύχρωμο συνολάκι.
Σχολιάστηκε δυσμενώς;
Μάλιστα, σχολιάστηκε και όχι
από Σαουδάραβες, ας σημειωθεί κι αυτό.
Πέρασε αυτό που ήθελε να
περάσει;
Το πέρασε. Και δεν τρεμόπαιξε
βλέφαρο!
Οι γυναίκες έχουν κάνει πολύ
δρόμο για να καταφέρουν να κατακτήσουν μια θέση στην πολιτική. Έχουν κάνει πολύ
δρόμο για να καταφέρουν να κατακτήσουν μία οποιαδήποτε θέση, αν με ρωτάς. Έχουν
κονταροχτυπηθεί πολλές φορές με τους άνδρες αντιπάλους τους και έχουν νικήσει και
ο αγώνας δεν ήταν καθόλου ίσος.
Οι μάχες είχαν πολλά χτυπήματα
«κάτω απ’ τη μέση». Ωστόσο, πολλές το έχουν καταφέρει. Η κα Κουντουρά, αν και
δεν είναι η Μισέλ Ομπάμα, είναι ανάμεσα σε αυτές και δεν θα εξετάσω καθόλου
ούτε το πώς, ούτε το γιατί, διότι δεν αξίζει την αμφισβήτηση από μία άλλη
γυναίκα, από μένα, που στην τελική δεν έχω καταφέρει ούτε τα μισά της!
Αφού τα κατάφερε λοιπόν, να
είναι εκπρόσωπος της χώρας μας σε διεθνή τραπέζια, θα πρέπει να συνεχίσει να
αντιστέκεται σε οποιονδήποτε προσπαθεί να την καταστήσει «λιγότερο ίση» σε
αυτά.
Η θέση στο τραπέζι των
διαπραγματεύσεων δεν της δόθηκε «χαριστικά», για τα όμορφά της μάτια. Την
κατέκτησε δικαιωματικά, ως υπουργός, ως εκπρόσωπος της Ελλάδας.
Ως τέτοια λοιπόν, ακόμα κι αν
ο νόμος το απαγόρευε ρητώς, που δεν το απαγορεύει, έπρεπε να πάει με τα
ρουχαλάκια που φοράει όταν πηγαίνει στη Βουλή και να κάνει τη δουλειά της, όπως
ακριβώς θα την έκανε και ο άντρας ομόλογός της, ο οποίος θα είχε να σκεφτεί
μόνο το πώς θα πρέπει να συμπεριφερθεί κι όχι και το τι θα πρέπει να φορέσει!
Κι αυτή είναι καθαρά πολιτική
θέση και διόλου φεμινιστική!
Αν με ρωτάς, όμως, η σαπίλα
είναι πιο βαθιά κι όχι τόσο επιφανειακή όσο φτάνει ένα χιτζάμπ!
Ένας ολόκληρος κόσμος, αυτή τη στιγμή καταστρέφεται απ’ τις δεκάδες πληγές
που έχει αφήσει πίσω της η εφαρμογή του περιβόητου ισλαμικού νόμου.
Δεν χρειάζεται να απαριθμήσω
τον αριθμό των γυναικών που εξευτελίζονται, βιάζονται, σκοτώνονται καθημερινά,
ούτε τον αριθμό των προσφύγων που έχουν κατακλύσει όλα τα σημεία της γης, κυνηγημένοι
από έναν «θεό» που τους τιμώρησε, ξεσπιτώνοντάς τους.
Δεν χρειάζεται να μιλήσω για
ολόκληρους πολιτισμούς που έχουν θαφτεί κάτω απ’ τα ερείπια, ούτε για τις
εκατοντάδες τρομοκρατικές επιθέσεις, που συμβαίνουν παντού σε όλο το λεγόμενο
«πολιτισμένο», δυτικό κόσμο.
Κι εμείς, τι κάνουμε; Πώς
απαντάμε σε αυτό;
Όλοι εμείς, συνεχίζουμε να
συναλλασσόμαστε με ανθρώπους που τον έχουν σε ισχύ και μάλιστα, «σεβόμενοι» τα
ήθη και τα έθιμά τους;
Φοβούμενοι μην τους πάμε
κόντρα, μην τυχόν κοκκινίσει κανείς απ’ το θίξιμό τους;
Αντί να τους αποκλείσουμε από
κάθε είδους συμφωνία, αντί να βρούμε εναλλακτικούς τρόπους ενέργειας, αντί να
χρησιμοποιήσουμε το χαρτί της οικονομικής συναλλαγής ως «όπλο» απέναντι στον
παραλογισμό και στον τρόμο, με τον οποίο έχουν γεμίσει ολόκληρο τον κόσμο,
εμείς…business as usual και η μόνη μας έννοια είναι το χιτζάμπ της κας Κουντουρά!
Για την κουκούλα που φοράμε
όλοι μας, κουβέντα!
Είναι γνωστό παντού πια ότι το
χρήμα κάνει τον κόσμο να γυρίζει και πίσω από κάθε φονταμενταλιστικές εξάρσεις
κρύβονται καλά πληρωμένοι δολοφόνοι, που χρησιμοποιούν τη θρησκεία ως όπλο για
να ελέγχουν τον κόσμο.
Αλλά μαζί με αυτούς,
παιχνιδάκι κάνουνε και πολλοί από «μας», οπότε σηκώστε το λιγάκι και δείτε τι
κρύβεται κάτω απ’ το χιτζάμπ, το «πέπλο» της κάθε τέτοιας ενέργειας!
Κι όταν θελήσετε να
ξεκουκουλωθείτε απ’ το μανδύα της ανοησίας που σας περιβάλλει, όταν θελήσετε να
κωφεύσετε στις φωνές που επιδιώκουν να σας εκνευρίσουν με τον εύκολο τρόπο, θα
αντιληφθείτε ότι δεν έχει καμία σημασία τι φορούσε η κα Κουντουρά εκεί που πήγε
ή γιατί όσοι τη συνόδευαν, του Προέδρου της Δημοκρατίας συμπεριλαμβανομένου,
αποδέχτηκαν να εμφανιστεί όπως εμφανίστηκε.
Το πραγματικό «σωστό» ή
«λάθος» είναι αλλού, εκεί που είναι και το πρόβλημα και θα σας πω μία ιστορία
προς τούτο:
Κάποτε, είχα τη μεγάλη τύχη να
επισκεφτώ τον Αραφάτ, στη Ραβέννα.
Μέλος διπλωματικής αποστολής,
με αρχηγό τον Γιάννο Κρανιδιώτη.
Στην αποστολή, δύο γυναίκες, η
μία διπλωμάτισσα, η άλλη εγώ.
Όταν φτάσαμε στο «αρχηγείο»
του, οι άντρες του μας κοίταζαν καλά καλά, ενοχλημένοι, διότι ούτε εγώ, ούτε η
άλλη κοπέλα είχαμε καλυμμένα τα κεφάλια μας.
Μας πέρασαν σε ένα δωμάτιο
μακριά από εκεί που θα γίνονταν οι συνομιλίες, διότι ήμασταν «γυναίκες» και δεν
είχαμε (κατ’ αυτούς) δικαίωμα να παραστούμε στη συζήτηση.
Τότε ο Κρανιδιώτης είπε
ευγενικά στον Αραφάτ πως δεν μπορεί να γίνει κουβέντα χωρίς την παρουσία της
συναδέλφου (της διπλωμάτισσας) και του ζήτησε να τη φέρει στο τραπέζι της
συζήτησης.
Το έκανε. Εγώ δεν πήγα, δεν
εξάντλησα την υπομονή του, αλλά όταν τελείωσε η συζήτηση, ο Αραφάτ ήρθε ο ίδιος
να με χαιρετίσει και μου ζήτησε συγγνώμη που με έκαναν να περιμένω!
Άλλα χρόνια τότε; Όχι, ίδια
χρόνια είναι.
Άλλοι άνθρωποι όμως! Άλλες
αρχές, άλλα πολιτικά αναστήματα.
Εκεί ας αναζητήσουμε το
«λάθος», όχι σε πέπλα ή σε μανδύες…
Στους ανθρώπους και στο τι
είναι διατεθειμένοι να ρισκάρουν για να κάνουν το «σωστό» κάθε φορά…
Οι άλλοι, ας συνεχίσουμε να τα
φοράμε, όταν θα επιβιβαζόμαστε στο τρένο της μεγάλης φυγής απ’ οτιδήποτε αξίζει
τον κόπο να μαχόμαστε γι’ αυτό…
Adagio
- Mario Frangoulis
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου