Γράφει
ο Παναγιώτης Γεννηματάς
Ο δρόμος του πολιτικού ρεαλισμού και του ορθολογισμού ως μεταρρυθμιστική αντεπίθεση απέναντι στον «πολυμορφικό και πολυιδεολογικό λαϊκισμό», ασφαλώς είναι σήμερα πολιτικός μονόδρομος προς την διέξοδο από την πολυδιάστατη κρίση που βιώνουμε ως χώρα και ως κοινωνία. Ιδεοληψίες και πραξιακοί ανορθολογισμοί, όσο κι αν έχουν βαθύτατες ρίζες στο πολιτισμικό υπέδαφος της ελληνικής κοινωνίας, δεν συγχωρούνται πλέον ως συντελεστές αποδοτικής δράσης. Αν η Ελλάδα βεβαίως εννοεί να περάσει εθνικά αλώβητη το κατώφλι μιας νέας εποχής.
Δυστυχώς σε μια εποχή ριζικής αναδιάταξης του παγκόσμιου οικονομικού και πολιτικού καταμερισμού δυνάμεων, στην Ελλάδα ο λαϊκισμός έχει επικρατήσει ως εθνική κουλτούρα. Αλλά τα φίλτρα της λαϊκίστικης όρασης παραμορφώνουν τα είδωλα των πραγμάτων, τα είδωλα των προκλήσεων και των κινδύνων με τα οποία καλούμαστε καθημερινά να αναμετρηθούμε. Η Ελλάδα του λαϊκίστικου κοσμοειδώλου ζει απομονωμένη σε μια δική της εξωπραγματική πραγματικότητα! Πως θα αποδράσει απ’ αυτή την εθνική αυτοκαταδίκη;;;
Στην Ελλάδα οι ιστορικές συγκυρίες της τελευταίας χιλιετίας, της περιόδου δηλαδή της ιστορικής επανεμφάνισης του νεοελληνισμού, κράτησαν το νεοελληνικό κοινωνικό μόρφωμα στο περιθώριο των ιστορικών εξελίξεων που οδήγησαν την Ευρώπη στην Αναγέννηση, την επιστημονική επανάσταση, τον δυτικό Διαφωτισμό και την βιομηχανική επανάσταση. Από το βυζαντινό σκοταδισμό στην τουρκοκρατία και από την τουρκοκρατία σε ένα μικροεθνικό κρατικό προτεκτοράτο μα συγκεχυμένη πολιτισμική ταυτότητα, ο νεοελληνισμός παρέμεινε άγευστος κάθε μορφής κοινωνικής πειθαρχίας. Ιδιαίτερα της πειθαρχίας εκείνης που στην ακρότατη μορφή της προτεσταντικής αυτοπειθαρχίας συνετέλεσε τα μέγιστα στην διαμόρφωση του καπιταλισμού ως μορφής οργάνωσης της κοινωνίας και της οικονομίας.
Αντιλαμβάνεται επομένως κανείς πόσο δύσκολο είναι για ένα λαό της ευρωπαϊκής περιφέρειας, στη γεφύρωση της Ευρώπης με την Ασία, να ενσωματώσει με στοιχειώδη αποτελεσματικότητα μια μορφή κοινωνικής και οικονομικής οργάνωσης που δεν ανταποκρίνεται στις πολιτισμικές του παραστάσεις. Παρά ταύτα η Ελλάδα επιβίωσε μέχρι σήμερα στα πλαίσια του ευρωπαϊκού καπιταλισμού ως αρκετά επιδέξιος λαθρεπιβάτης. Αυτό όμως δεν επαρκεί πια. Μετά την κρίση στην οποία έχει εδώ και μια πενταετία βυθιστεί πρέπει να αποφασίσει για την κατ’ αρχήν ορθολογική της συμμόρφωση με τους κανόνες.
Από τη μεταπολίτευση και μετά ως οικονομία και κοινωνία λειτουργήσαμε με λογικές ήσσονος προσπάθειας και αυξημένων κοινωνικών προσδοκιών. Αφού αποικοδομήσαμε το μικρό «βιομηχανικό θαύμα» των δεκαετιών ’55-75’ και καταστρέψαμε την αγροτική μας παραγωγική βάση, περιοριστήκαμε σε μιαν οικονομία «χαμηλών υπηρεσιών» κι υψηλού κόστους που οδήγησε σε μια κατά 80% μικρο-μικροαστικοποιημένη κοινωνία. Δεν είναι περίεργο που η κοινωνία αυτή διεγείρεται, κατευνάζεται και σε τελευταία ανάλυση καθοδηγείται υπό τους ήχους της πολιτικής φλογέρας του λαϊκισμού. Ο λαϊκισμός, ως εφεξής πολιτικός λόγος και εκλογική στρατηγική είναι το μόνο όργανο με το οποίο η κοινωνία αυτή μπορεί ν’ αναπαράγεται να ν’ «αυτοδιαχειρίζεται». Και μόνο με τη βοήθεια του λαϊκισμού μπορούν να σχηματίζονται οι απαραίτητες συγκυριακές πλειοψηφίες ώστε το πολίτευμα στοιχειωδώς να λειτουργεί. Χωρίς όμως να παράγει το μεταρρυθμιστικό εκείνο αποτέλεσμα που θα μπορούσε να διαταράξει την μεταπολιτευτική κοινωνική βαλτοδομή.
Η παρέμβαση –τοποθέτηση του φίλτατου Αλέκου Παπαδόπουλου με τη συνέντευξή του στην «Καθημερινή» της περασμένης Κυριακής ασφαλώς έθεσε και πάλι το δάκτυλο επί τον τύπον των ήλων, θίγοντας ζητήματα που μόνο με νηφάλια και ριζοσπαστική πολιτική σκέψη μπορούν να προχωρήσουν και ν’ αντικαταστήσουν το σημερινό κοινωνικοπολιτικό μας αδιέξοδο. Με τόλμη, όπως πάντα, κι εναργή πολιτική συνείδηση ο αγαπητός Αλέκος εξέπεμψε τις επικαιροποιημένες απόψεις του και τα καίρια μηνύματά του. Καίρια και βαρύνοντα.
Οφείλω όμως, και σε συνέπεια προς τα όσα εξέθεσα προηγουμένως, να κάνω μια παρατήρηση:
Υποτιμάται γενικώς και δυστυχώς (εξ αιτίας της εύλογης αγανάκτησης που διακατέχει τον Αλέκο εξ αιτίας της λαϊκίστικης εκτροπής του τόπου), η οργανική σχέση του λαϊκισμού με τη μεταπολιτευτική διάρθρωση της ελληνικής κοινωνίας. Αυτομάτως λοιπόν προκύπτει το ερώτημα:
Από πού θα προκύψουν οι επαναστατικές ρήξεις κι η προώθηση των ριζοσπαστικών λύσεων που απαιτούνται; Από ποια κοινωνικά (επαναστατικά ή ριζοσπαστικά) υποκείμενα θα αναληφθούν οι σχετικές πρωτοβουλίες;
Από τους εξωχώριους εφοπλιστές;
Από τους πνέοντες τα λοίσθια απομένοντες βιομηχάνους;
Από τους ανύπαρκτους επιχειρηματίες –μεσομεγαλοαγρότες;
Από τους κρατικοδίαιτους εργολάβους των εφήμερων συμφερόντων;
Από τους ελεύθερους επαγγελματίες χωρίς φορολογική δήλωση;
Από τους πελάτες δημοσίους υπαλλήλους;
Από τις κρατικοδίαιτες επαγγελματικές συντεχνίες;
Ομολογώ ότι ο δρόμος είναι κατ’ ανάγκην μακρύς. Κι ο πόνος είναι κοινός –τον βιώνουμε από το 1993- με τον Αλέκο Παπαδόπουλο …Επείγει όμως ανυπέρθετα το πολιτικό υποκείμενο της ρήξης άμεσα να μας απασχολήσει. Εδώ και τώρα.
Εμείς τουλάχιστον θα τολμήσουμε την αρχή…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου