Πέμπτη 26 Ιουνίου 2014

Η επιβεβαίωση του Ανδριανόπουλου για εργασία σε άλλη πόλη κι άλλο κλάδο

Γράφει
ο Νίκος Γ. Σακελλαρόπουλος



Η δημοσίευση της «Καθημερινής» αναφορικά με την αναγκαιότητα αναζήτησης εργασίας των σημερινών ανέργων σε άλλον κλάδο από εκείνον που απασχολούνταν και πιθανότατα σε άλλη πόλη, προκειμένου να επανενταχθούν στην αγορά εργασίας, μου θύμισε τις ατέρμονες συζητήσεις που κάναμε εδώ και 20-25 χρόνια με τον Ανδρέα Ανδριανόπουλο.
Ο Ανδριανόπουλος, υποστήριζε από εκείνα τα χρόνια –κι ανεξαρτήτως κρίσης – ότι θα έρθει η στιγμή που ένας εργαζόμενος θ’ αναγκαστεί να κάνει τρία και τέσσερα επαγγέλματα στη ζωή του και πιθανότατα εκτός των πλαισίων σπουδών του.
Τότε, τόσο ο γράφων όσο κι η συντριπτική πλειοψηφία όσων γίνονταν κοινωνοί των απόψεών του, τις αντιμετώπιζαν μ’ επιφυλακτικότητα κι ίσως τις θεωρούσαμε δημιούργημα μια καλπάζουσας φαντασίας.
Βλέπετε, η παραδοσιακή ελληνική οικογένεια κατηύθυνε τα βλαστάρια της σε ρόλους γιατρών, δικηγόρων, πολιτικών μηχανικών, δημοσίων υπαλλήλων κι όλα έμοιαζαν ανθηρά.
Η στιγμή της επιβεβαίωσης –για μια ακόμη φορά του Ανδρέα Ανδριανόπουλου- έφτασε, σε συνδυασμό με την καταστροφή που προκάλεσε η κρίση στον ιδιωτικό τομέα κι οι επιλογές των κυβερνήσεων να προστατεύουν το Κράτος και τις πέριξ αυτού δομές.

Η μελέτη «Δημιουργώντας θέσεις εργασίας για τους νέους» που πραγματοποίησε η Endeavor Greece με τη χορηγία του Ιδρύματος «Σταύρος Νιάρχος», καταδεικνύει ότι 640 χιλιάδες άνεργοι Έλληνες από το ένα εκατομμύριο συνολικά, θα πρέπει ν’ αλλάξουν τομέα από αυτόν που δραστηριοποιούνταν και κέρδιζαν το «ψωμί» τους, ενώ περισσότερες από 500 χιλιάδες θα πρέπει ν’ αλλάξουν τόπο διαμονής, εγκαταλείποντας τα δυο μεγάλα αστικά κέντρα του τόπου, την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη.
Η μελέτη αναφέρει ότι εκτός από την τεχνολογία, οι κλάδοι που εμφανίζουν σημαντικές προοπτικές ανάπτυξης εκτός των μεγάλων αστικών κέντρων, είναι τα logistics, ο τουρισμός, η μεταποίηση τροφίμων κι ο αγροτικός τομέας.
Όπως αναφέρει η «Καθημερινή», η προσπάθεια εύρεσης εργασίας σε κλάδους
όπως οι κατασκευές, η μεταποίηση (πλην της βιομηχανίας τροφίμων), το εμπόριο, η ιατρική, η παροχή νομικών υπηρεσιών είναι σε μεγάλο βαθμό αδιέξοδη για δύο βασικούς λόγους.
Πρώτον, από τις 953.874 θέσεις εργασίας που χάθηκαν την περίοδο 2008-2013, οι 618.365 προέρχονται από τρεις κλάδους (κατασκευές, λιανεμπόριο-χονδρεμπόριο και μεταποίηση). Όπως επισημαίνεται στη μελέτη, ακόμη και στο αισιόδοξο σενάριο ανάπτυξης, τα 2/3 των χαμένων θέσεων εργασίας δεν μπορούν να ανακτηθούν από τους ίδιους κλάδους.
Δεύτερον, σε πολλούς από τους αγαπημένους για την ελληνική οικογένεια επαγγελματικούς τομείς, αυτοί που χτυπήθηκαν κυρίως από την ανεργία ήταν οι νέοι. Ενδεικτικά, στον κλάδο των λογιστών και δικηγόρων την περίοδο 2008-2013 αυξήθηκαν κατά 5.000 οι θέσεις εργασίας για τους άνω των 35 ετών, αλλά μειώθηκαν κατά 15.100 για τους κάτω των 35 ετών. Όπως επεσήμανε  κατά την παρουσίαση της μελέτης, ο κ. Χάρης Μακρυνιώτης, διευθύνων σύμβουλος της Endeavor Greece, οι Ελληνες εργοδότες προτίμησαν άτομα με εργασιακή εμπειρία, διότι είναι χαμηλά στις προτεραιότητές τους να εκπαιδεύσουν εξαρχής νέους.

Το παραπάνω έχει περαιτέρω αρνητικές επιπτώσεις στο εργατικό δυναμικό της χώρας, καθώς από τους περίπου 650.000 ανέργους κάτω των 35 ετών, οι 250.000 δεν έχουν καμία εργασιακή εμπειρία, εκ των οποίων οι μισοί είναι πάνω από 25 ετών. Το κρίσιμο ερώτημα, βεβαίως, είναι πώς θα δημιουργηθούν οι θέσεις εργασίας. Κάθε χρόνο ιδρύονται περί τις 40.000 επιχειρήσεις, αλλά όπως έχει αποδειχθεί στην περίπτωση αυτή ισχύει το «ουκ εν τω πολλώ το ευ», καθώς μόνο το 10% αυτών επικεντρώνεται σε κλάδους προστιθέμενης αξίας και μόλις το 1% επιδεικνύει σημαντική ανάπτυξη. Εάν δεν αλλάξει τίποτα και συνεχιστούν οι ρυθμοί αυτοί, η απασχόληση θα αποκατασταθεί σε 25 χρόνια από τώρα.

Η ανάγκη, ωστόσο, για μείωση της ανεργίας και μάλιστα με τη δημιουργία ποιοτικών θέσεων εργασίας είναι πολύ πιο άμεση. Για να επιτευχθεί το παραπάνω σε 7-10 χρόνια η μελέτη υποστηρίζει ότι πρέπει να αυξηθεί από το 10% στο 30% το ποσοστό των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται σε κλάδους προστιθέμενης αξίας. Ήδη υπάρχουν 3.000 επιχειρήσεις (μόλις το 0,5% του συνόλου) εκ των οποίων 2.900 είναι μικρομεσαίες και 100 μεγάλες, που μπορούν να δημιουργήσουν 200.000 νέες θέσεις εργασίας εάν στηριχθούν κατάλληλα με ειδικά, «εξατομικευμένα» κίνητρα όχι μαζικής εφαρμογής. Οι υπόλοιπες 800.000 θέσεις εργασίας θα προέλθουν από τη δημιουργία 10.000 νέων επιχειρήσεων υψηλής ανάπτυξης και με το τελευταίο η μελέτη δεν εννοεί τα περίφημα startups, χωρίς να παραγνωρίζει τη θετική συμβολή τους. Αρκεί βεβαίως να μπορέσει να υπάρξει το «πάντρεμα» των καλών εργοδοτών και όχι ευκαιριακών επιχειρηματιών με τους νέους, που στην πλειονότητά τους είναι ευέλικτοι, θέλουν να κυνηγήσουν τις ευκαιρίες, δεν ονειρεύονται να «τακτοποιηθούν», αλλά συχνά είναι μπερδεμένοι.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου