Γράφει
Ο Νίκος Γ. Σακελλαρόπουλος
Αν επιχειρήσουμε να ομφαλοσκοπήσουμε την συντηρητική ή φιλελεύθερη ή Δεξιά παράταξη, δεν μπορούμε παρά να την κατατάξουμε σε τέσσερις εκφάνσεις -«συνιστώσες».
Η πρώτη «συνιστώσα», η κλασική Δεξιά, στηριζόταν ανέκαθεν στις κυρίαρχες κοινωνικές τάξει της χώρας. Στο κατεστημένο και στις προνομιούχες κοινωνικές ομάδες, με έντονα «ολιγαρχικά» χαρακτηριστικά.
Η δεύτερη «συνιστώσα», η συντηρητική Δεξιά, δηλαδή εκείνη που δείχνει προσήλωση σε ορισμένες αρχές κι αξίες κι είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την
«αστική τάξη» που διαμόρφωσε δική της ιδεολογία από το τρίπτυχο «πατρίς – θρησκεία – οικογένεια».
«αστική τάξη» που διαμόρφωσε δική της ιδεολογία από το τρίπτυχο «πατρίς – θρησκεία – οικογένεια».
Η τρίτη «συνιστώσα», η εκσυγχρονιστική Δεξιά, δημιουργήθηκε στα χρόνια του Γεωργίου Ράλλη και του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη κι επιχείρησε να δημιουργήσει ένα μοντέλο που ν’ ανταποκρίνεται στις συνθήκες της εποχής, απελευθερωμένο από την απόλυτη και άκρως πατερναλιστική εξουσία του Κράτους στη ζωή των πολιτών του. Λοιδορήθηκε κι ουσιαστικά αποπέμφθηκε από τη Νέα Δημοκρατία, παρ’ ότι οι πολιτικές που εξέφραζε αποδείχτηκε ότι αν είχαν ακολουθηθεί, θα ήταν διαφορετική η πορεία του τόπου.
Η τέταρτη «συνιστώσα», η Λαϊκή Δεξιά (πιο σωστός είναι ο όρος «Λαϊκίστικη Δεξιά»), έχει ενσωματώσει σήμερα σε μεγάλο βαθμό τις δυο πρώτες κι αποτελεί πλέον, βασικό κυβερνητικό εργαλείο του τόπου. Πάγια τακτική της είναι η καλλιέργεια στην κοινωνία πάσης φύσεως φοβιών και ψυχώσεων, η αναταραχή, η άσκοπη και φτωχή επιχειρημάτων ιδεολογική αντιπαράθεση, ενώ αναπτύσσει συχνά πυκνά έναν επικίνδυνο εθνικισμό.
Πολύς ο λόγος, λοιπόν, περί της Λαϊκής Δεξιάς και των εκφραστών της.
Πολύς κι ο λόγος περί «Κεντροδεξιάς».
Ποια, όμως, είναι η Λαϊκή Δεξιά;
Ποια είναι τελικά η Κεντροδεξιά;
Η Λαϊκή Δεξιά κι οι εκφραστές της, είτε αρέσει σε κάποιους είτε όχι, πάντα διατηρούσε μια αντι-θεωρητική προσέγγιση της πραγματικότητας, στη βάση ευκαιριακών κι αόριστων συναισθηματικών ψυχολογισμών, με στόχο χαμηλού επιπέδου κοινωνικά στρώματα και σκοπό το πολιτικό όφελος.
Θεωρεί την εξυπνακίστικη ατάκα στα τηλεοπτικά παράθυρα, ως πεδίο πολιτικής διαβούλευσης και συχνά αναφέρεται σ’ ένα Κράτος Πρόνοιας που θα…σέβεται τον λαό.
Φυσικά, όταν κυβέρνησε, είτε κυβέρνησε στη βάση των πελατειακών τακτικών είτε στηριγμένη σε λογικές ήσσονος προσπάθειας και δανεικών…
Ενώ το ανερμάτιστο του πολιτικού της λόγου κι ο κουτσαβακισμός είναι πασιφανή.
Διανθισμένα με μπόλικη ιδεολογική ανεπάρκεια και με ψυχολογικές αιτιάσεις περί επιστροφής στις ρίζες κι ανακάλυψης όλων εκείνων των εχθρών που πάντα και παντού επιβουλεύονται την χώρα.
Όποιος επιχειρήσει να εντρυφήσει στους όρους και στη σημειολογία, οφείλει κατ’ αρχάς να σταθεί στην προ ενός –σχεδόν- αιώνα ίδρυση του Λαϊκού κόμματος (1920), από τον Δημήτριο Γούναρη.
Εκεί βρήκαν στέγη όλοι οι οπαδοί του βασιλιά Κωνσταντίνου κι εκείνοι που ήταν αντίθετοι σε κάθε τομή ή μεταρρύθμιση επιχειρούσε ο Βενιζέλος στο Κράτος.
Μπορεί ο Γούναρης και σημαντικά στελέχη του Λαϊκού κόμματος να είχαν ευρύτατη παιδεία και να στόχευαν στη διαμόρφωση ενός πολιτικού σχηματισμού με κοινωνικά χαρακτηριστικά, όμως τόσο οι οπαδοί, όσο κι η πλειοψηφία των στελεχών του Λαϊκού κόμματος, ήταν αυτό που σήμερα αποκαλούμε λαϊκιστές.
Σε συνδυασμό, μάλιστα, με τον λαϊκισμό των περισσότερων συνεργατών του Βενιζέλου και της πλειοψηφίας των στρατιωτικών που τον ακολουθούσαν, δημιουργήθηκε το εκρηκτικό πολιτικό μείγμα που οδήγησε στην Μικρασιατική καταστροφή, στις συνεχείς δικτατορίες (Πλαστήρας, Πάγκαλος, Κονδύλης, Μεταξάς), μέχρι την κήρυξη του πολέμου.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η φιλελεύθερη Εστία, όταν ο Γούναρης ίδρυσε το Λαϊκό Κόμμα, έγραφε ότι «ύψωσε την σημαία του σοβιετισμού».
Αμέσως μετά τον πόλεμο και τον εμφύλιο, αυτή η λαϊκίστικη Δεξιά που συμπορευόταν με το παλάτι και τον στρατό, θεώρησε φέουδό της το Κράτος.
Το σφιχταγκάλιασε, δημιούργησε πέριξ κι εντός αυτού τεράστια στεγανά και το έκανε κατ’ εικόνα και ομοίωση του …φόβητρου σοβιετικού.
Λαϊκή Δεξιά, παλάτι, εκκλησία και Κράτος έγιναν ένα.
Ούτε ιδεολογία, ούτε τίποτα.
Για ν’ ακριβολογούμε, ιδεολογία ήταν ο…αντικομμουνισμός!
Είναι χαρακτηριστικό ότι στο Σύνταγμα που δημιουργήθηκε μετά τον τραγικό εμφύλιο, στο άρθρο 16 αναφερόταν ότι η Παιδεία θα είχε προορισμό «επί τη βάσει των κατευθύνσεων του ελληνοχριστιανικού πολιτισμού»!!!!!!!
Όταν ο Καραμανλής, μετά από μια επιτυχημένη πρώτη οκταετία που άλλαξε την εικόνα της Ελλάδας, επιχείρησε να «σπάσει» αυγά και να ξεκαθαρίσει πολλά ζητήματα, έσπασε τα μούτρα του.
Του «έστησαν» την υπόθεση ανατροπής του (1957) εκ των έσω, με το αστείο επιχείρημα διαφωνιών για τον εκλογικό νόμο, του έστησαν προβοκάτσιες με τις εκλογές του 1961, του «έστησαν» και την περίφημη υπόθεση με τη δολοφονία του Λαμπράκη. Με κορύφωση την τεράστια διένεξη με το παλάτι που οδήγησε στην παραίτησή του.
Αργότερα, μετά τη χούντα και υπό τη στιβαρή διοίκηση του Καραμανλή, ο λαϊκισμός της Λαϊκής Δεξιάς δεν βρήκε εύφορο χώμα ν’ αναπτυχθεί.
Το συνονθύλευμα λαϊκισμού και κρατισμού, βρέθηκε για πολλά χρόνια στο κομματικό περιθώριο, αν και το Κράτος εξακολουθούσε ν’ αποτελεί φέουδό του.
Όταν το φέουδο αμφισβητήθηκε ή αλώθηκε από τις «πράσινες» ορδές που του «επιτέθηκαν» παντοιοτρόπως μετά το 1981 και την άνοδο του Ανδρέα Παπανδρέου στην εξουσία, η Λαϊκή Δεξιά συσπειρώθηκε πέριξ του απολύτως συντηρητικού εκφραστή του κρατισμού, Ευάγγελου Αβέρωφ.
Ο οποίος, πριν καταστεί εξόχως συντηρητικός πολιτικός άνδρας, εξέφραζε ακραιφνώς φιλελεύθερες απόψεις.
Η συνέχεια, λίγο πολύ είναι γνωστή.
Η Λαϊκή Δεξιά, υπό τους ήχους κραυγών και εν πολλοίς αγοραίου πολιτικού λόγου, επιτίθονταν εναντίον όποιου αμφισβητούσε τα –κατά τη γνώμη της- κρατικά, πατριωτικά, συνδικαλιστικά και θρησκευτικά κεκτημένα του τόπου.
Η αντιπαράθεσή της δε, γινόταν με ορολογίες εμφυλίου κι οι ομηρικές μάχες με πολιτικούς της αντιπάλου παράταξης, ίδιας πολιτικής κουλτούρας, όπως ο Ευάγγελος Γιαννόπουλος, Μένιος Κουτσόγιωργας, Κίμων Κουλούρης κ.α. έγιναν παροιμιώδεις.
Στις μέρες μας, μέρος της Λαϊκής Δεξιάς βρίσκεται εντός της Νέας Δημοκρατίας κι εσχάτως στην κυβέρνηση, ενώ εκείνοι που θεώρησαν ανοσιούργημα την κυβερνητική συνεργασία (λες και μπορούσε να γίνει διαφορετικά) επέλεξαν κόμματα στην άκρα Δεξιά, τα οποία αναμφισβητήτως αποτελούν την μεγαλύτερη παθογένεια της συντηρητικής παράταξης. Επιπλέον, σημαντική της μερίδα, βάλει εναντίον της παγκόσμιας, πλέον, κοινωνίας και της Ευρώπης.
Το ζήτημα είναι ότι οι εκφραστές της δεν μπορούν να κατανοήσουν –προφανώς ελλείψει πολιτικών ή άλλων οριζόντων- ότι με λούμπεν συμπεριφορές και πολιτικές πρακτικές που δεν αρμόζουν σε φιλελεύθερο κόμμα ή ακόμη ακόμη και με πολιτικούς γελωτοποιούς, δεν μπορεί να συναντήσουν τη νέα εποχή που ξεκινά για τον τόπο.
Πιστεύουν μάλιστα ότι η κοινωνία έχει κοντή μνήμη και ξεχνά ότι οι περισσότεροι εξ αυτών, ήταν μέλη των κυβερνήσεων που φέρουν κι εκείνες σημαντικές ευθύνες για την σημερινή κατάσταση της Ελλάδας.
Ας μη ξεχνάμε και κάτι ακόμη.
Η Λαϊκή Δεξιά δεν μπορεί ν’ ανήκει στην Κεντροδεξιά.
Ο όρος Κεντροδεξιά περιλαμβάνει το συνθετικό «Κέντρο».
Δηλαδή μετριοπάθεια, διάθεση συνεργασίας, σύνθεση απόψεων, προοδευτικές πολιτικές κατευθύνσεις, αποδοχή μεταρρυθμιστικών αλλαγών απαραίτητων για την Ελλάδα και …φιλελευθερισμό.
Όλα αυτά, σε μεγάλο βαθμό, εκείνη τ’ απεχθάνεται.
Σε σημείο, που οι θέσεις, οι απόψεις κι οι τακτικές της, περισσότερο μοιάζουν με τις ουτοπίες των κρατιστών του ΣΥΡΙΖΑ και την «σοβιετική οικονομία» που εκείνη κι οι σοσιαλιστές συνοδοιπόροι της είχαν δημιουργήσει κι επιθυμούν να διαιωνίζουν…
Τι σχέση μπορεί να έχει με την Κεντροδεξιά, η μισή Νέα Δημοκρατία;
Τι σχέση μπορεί να έχει με την «Κεντροδεξιά» το μόρφωμα των «Ανεξάρτητων Ελλήνων»;
Τι σχέση μπορεί να έχει με την «Κεντροδεξιά» το μόρφωμα που ευκαιριακά δημιούργησαν οι Πολύδωρας, Ζώης και Νικολόπουλος;
Τι σχέση μπορεί να έχει με την «Κεντροδεξιά» το ακραίο ναζιστικό μόρφωμα;
Τι σχέση μπορεί να έχουν πρόσωπα που κυριότερο χαρακτηριστικό τους είναι ο λαϊκισμός κι η δήθεν κοινωνική ευαισθησία που πρέπει να προσφέρει ακόμη και με δανεικά το Κράτος –πατερούλης;
Θα το πω ακόμη και πιο ακραία:
Τι σχέση έχουν σ’ ένα φιλελεύθερο –τύποις- κόμμα, όπως η Νέα Δημοκρατία πρόσωπα που το μόνο που μπορεί να επιτυγχάνουν με όσα λένε ή κάνουν, είναι ο γέλωτας ή η ειρωνεία;
Δεν έχουν περάσει πολλές ώρες, που ένας γνήσιος εκφραστής της Λαϊκής Δεξιάς, που ανέλαβε τον ρόλο να δημιουργήσει Ανάπτυξη (!!!) στη χώρα, βγήκε εντελώς ανερυθρίαστα και δήλωσε ότι …όπου δεν πίπτει λόγος…πίπτει ράβδος!
Ευτυχώς δεν ζήτησε ν’ ανοίξει η Μακρόνησος!
Ο σταλινίσκος αυτός, προφανώς δεν μπορεί να κατανοήσει ότι πριν πέσει η…ράβδος, υπάρχει κι άλλος τρόπος να πέσουν οι τιμές.
Ν’ ανοίξει όλα τα επαγγέλματα και να άρει τους …σοβιετικούς περιορισμούς που πιστεύει ως ευαγγέλιο…
Σημείωση:
Στην αφίσα της φωτογραφίας, από τις εκλογές του 1946, περιγράφονται όλες οι επικείμενες παροχές της Λαϊκής Δεξιάς: Ακόμη και…δωρεάν σπίτια!
Τύφλα να έχουν οι μπολσεβίκοι…
Ο λαϊκισμός είναι ενδημικός σε όλους τους χώρους του πολιτικού φάσματος, κ. Σακελλαρόπουλε, από την άκρα δεξιά ως την άκρα αριστερά.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλλιεργήθηκε κατ' αρχήν από το ΚΚΕ, το οποίο αντέγραψε πολύ επιτυχημένα το Πασόκ και μας τίναξε στον άερα.
Αν πρέπει να δώσουμε Όσκαρ λαϊκισμού σε πολιτικούς χώρους σίγουρα, και με μεγάλη διαφορά, το χρυσό θα πήγαινε στο Σύριζα και το ασημένιο στην Κεντραριστερά, συμπαερλαμβανομένου του Πασόκ και της Δημάρ.
Ειδικά σε ότι αφορά το Πασόκ δεν υπάρχει καμμία μα καμμία δικαιολογία διότι κέρδιζαν εκλογές και κυβερνούσαν επί πολλά χρόνια, ακριβώς με όπλο το λαϊκισμό (ΣΣ ...και τα δανεικά).
Νομίζω ότι το παραπάνω άρθρο σας βρίθει από υπερβολές, και φοβάμαι και από εμπάθεια, κάτι που μου προκάλεσε έκπληξη, με βάση προηγούμενες πιό ισοροπημένες τοποθετήσεις σας τουλάχιστον.
Προσωπική μου εκτίμηση είναι ότι ο λαϊκισμός της Νέας Δημοκρατίας είναι πολύ μικρότερος και ...σαφέστατα πιό ακίνδυνος από αυτόν της Κεντροαριστεράς, της Αριστεράς και της Χρυσής Αυγής.
Καλή σας ημέρα.
Καλημέρα σας καλη εβδομάδα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠροφανώς, παραβλέπετε ότι τούτο το άρθρο δεν έχει αντικείμενο τον λαϊκισμό του ΣΥΡΙΖΑ ή της Αριστεράς.
Ως τακτικός αναγνώστης (και σας ευχαριστω από καρδιάς γι' αυτό) ασφαλώς και γνωρίζετε ότι τον Αριστερό λαϊκισμό τον έχω στηλιτεύσει επανειλημμένως.
Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι την άλλη -ή εδώθε που έλεγε ο Δημήτρης Ρίζος- πλευρά πρέπει να τη χαϊδεύουμε. Πολύ περισσότερο όταν μετέρχεται γραφικών πολιτικών ή εκφράσεων κι επιμένει σε κραυγές κι αγοραίο πολιτικό λόγο.
Η λούμπεν πολιτική έκφραση στην απόλυτη κορύφωσή της.
Συμπαθάτε με αλλά δεν πιστεύω ότι υπερβάλλω.
Ούτε ότι είμαι εμπαθής.