Γράφει
ο Μιχάλης Δεμερτζής
ο Μιχάλης Δεμερτζής
Το «Μακεδονικό» είναι τεράστιο εθνικό ζήτημα. Ως τέτοιο, έχει δυσκολίες στο
χειρισμό του και, επί του πρακτέου, γίνεται εργαλείο ακροδεξιών και λοιπών
πατριδοκάπηλων στο εσωτερικό και τροχοπέδη στον κεντρικό ρόλο που θεωρητικά
επιθυμεί να αναλάβει η χώρα μας στα Βαλκάνια. Συνεπώς, όποιος κι αν το έλυνε,
θα προσέφερε πολύτιμη υπηρεσία στην πατρίδα, εφόσον
τηρούσε κάποιες βασικές
«κόκκινες» γραμμές.
Αν ωστόσο ολόκληρη η πατρίδα – ο λαός, τα πολιτικά κόμματα και η μισή
κυβέρνηση – πρόκειται να βρεθoύν προ τετελεσμένων για να βρεθεί μία λύση, τότε η
λύση δεν πρέπει να είναι απλά καλή (τουλάχιστον ταυτισμένη με την εθνική γραμμή
όπως διαμορφώθηκε στο Βουκουρέστι), πρέπει να «περνάει» και στο, δύσπιστο εν
προκειμένω, κοινό, γιατί το να αρχίζει η άλλη μισή κυβέρνηση τα πανηγύρια πριν
το ενημερώσει μπορεί να έχει, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, δυσάρεστα
αποτελέσματα, καθώς αφαιρεί από την όποια προοπτική για πολιτική συναίνεση και
προσθέτει στην άνοδο της ακροδεξιάς, όπως αναλύουμε σχετικά και παρακάτω.
Και δεν είναι μόνο ότι μέχρι πρότινος ενημερωνόμασταν για τις
διαπραγματεύσεις ελλιπώς ή κυρίως μέσω Σκοπίων, με ό,τι άλλο μπορεί αυτό να
συνεπάγεται...
Γενικότερα, οι κυβερνητικοί χειρισμοί στο ζήτημα κάθε άλλο παρά
οι ενδεδειγμένοι ήταν και στην πολιτική ο τρόπος δεν είναι λιγότερο σημαντικός
του σκοπού πλην ελαχίστων εξαιρέσεων.
Ακόμα κι αν ο σκοπός επιτυγχάνεται, ακόμα
κι αν η λύση είναι καλή.
Για παράδειγμα, αντικειμενικά καλή απόφαση ήταν να γίνει και το «Όχι» του
δημοψηφίσματος «Ναι», τη στιγμή μάλιστα που το «Όχι» ήταν πολύ δημοφιλέστερο.
Αν όμως δεν λαμβάνεται με ψυχραιμία και δεν επιβάλλεται στο κοινό με καθαρό και
θαρραλέο πολιτικό λόγο (Θα πει κανείς, αν υπήρχαν αυτά τα χαρακτηριστικά, θα
φτάναμε στο δημοψήφισμα; Άλλη κουβέντα αυτή…), παρά με ψέματα και κρυφτό, δεν
μιλάμε για ηγέτη που οδηγεί τον λαό του με σιγουριά, αλλά για μεθυσμένο οδηγό
που απέφυγε στο παρά πέντε την κολόνα.
Με τέτοιους όρους, άλλη καλή απόφαση αυτός ο λαός δύσκολα θα δει.
Όχι πριν
αλλάξει ηγεσία ή ζήσει ολοκληρωμένα ένα ατύχημα τουλάχιστον.
Στο «Μακεδονικό», βέβαια, το κυβερνών κόμμα είχε παρακαταθήκη την ιδεολογία
του, που συνέπεσε με τη λύση με τον ίδιο τρόπο που ο τζογαδόρος φέρνει εξάρες.
Ακόμα κι έτσι, όμως, τα έκανε όλα άνω-κάτω.
Ενήργησε δηλαδή σαν κλασικός
ΣΥΡΙΖΑ.
Ενώ υπήρχε το προηγούμενο του Βουκουρεστίου, επέλεξε να αφήσει έξω από το
ζήτημα, που θυμίζουμε ότι είναι εθνικό, την αξιωματική αντιπολίτευση (μαζί με
όλες τις άλλες πολιτικές δυνάμεις φυσικά), ασχολήθηκε με τις λεπτομέρειες
(εθνική ταυτότητα, γλώσσα, erga omnes)με τον
ίδιο τρόπο που διάβασε τα μνημόνια, δηλαδή επιφανειακά, και άρχισε να γιορτάζει
πριν δει κανείς το κείμενο της συμφωνίας και με τον «μικρό» κυβερνητικό εταίρο
θεωρητικά να διαφωνεί.
Στο μεταξύ, ο επίσημος τόνος δόθηκε από ένα πρωθυπουργικό διάγγελμα που
φέρει την αξιοπιστία του εκφωνητή του και από ένα πανηγυρικό non-paper, ένα ανυπόγραφο
χαρτί δηλαδή, λες και λύθηκε το ζήτημα διάσωσης του Κορμοράνου της Καστοριάς,
ενώ ο ρόλος του ελληνικού Κοινοβουλίου στην όλη ιστορία υποτιμάται σε τέτοιο
βαθμό που η εξ ολοκλήρου παράκαμψή του φαίνεται προτιμότερη, αφού καλείται να
αποφασίσει μετά το δημοψήφισμα και τη συνταγματική αναθεώρηση στη γείτονα και
αφού θα έχει δρομολογηθεί η ένταξή της στους διεθνείς οργανισμούς.
Υπό τις παραπάνω συνθήκες, η οποιαδήποτε πολιτική δύναμη νομιμοποιείται να
σταθεί απέναντι στην εν λόγω συμφωνία, ακόμα και αν στο τέλος δεν διαφωνήσει με
το κείμενο.
Για να το θέσουμε αλλιώς…
Φτάνουμε που φτάνουμε τη δημοκρατία στα
όριά της σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης (π.χ. άτακτη χρεοκοπία), αν είναι να
την υποβαθμίζουμε και στα υπόλοιπα ζητήματα, τότε περίπτωση έκτακτης ανάγκης
είμαστε εμείς οι ίδιοι ή, για την ακρίβεια, οι κυβερνώντες μας, που αν πρέπει
μία φορά να σταματήσουν να «παράγουν» διχασμό, αυτή η φορά είναι ένα εθνικό
θέμα.
Φευ... Παραείναι σημαντικό για εκείνους να πληγεί η αξιωματική
αντιπολίτευση.
Αν όντως η (έστω μισή) κυβέρνησή μας πιστεύει στην ορθότητα της συμφωνίας
και θέλει να αφήσει κάτι καλό πίσω της, οφείλει να δουλέψει για μία στοιχειώδη
συναίνεση.
Χωρίς τη λαϊκή βούληση στο πλευρό της και απαξιώντας να ενημερώσει τους
πολιτικούς αρχηγούς πριν ολοκληρωθεί η συμφωνία, η συναίνεση λογικά δεν θα
επιτευχθεί, αλλά τουλάχιστον, αν δείξει ότι προσπαθεί έστω και αργά μέσω
διαλόγου και διαφάνειας, θα θέσει τους πάντες προ των ιστορικών ευθυνών τους.
Δύσκολα πράγματα για κατέχοντες την εξουσία που έχουν μάθει να ασκούν
πολιτική μέσα από διχασμό και να τα κάνουν όλα εν κρυπτώ...
Επιμένουν ότι η
διπλωματία έπρεπε να είναι πλήρως μυστική, λες και είμαστε σε εμπόλεμη
κατάσταση ή έχουμε δικτατορία.
Μπορεί βέβαια μία λύση σε ένα πρόβλημα να είναι τέλεια ακόμα κι αν
επιβληθεί από έναν δικτάτορα, μπορεί να κάνει και καλό στη χώρα, αλλά τα
ευεργετικά της αποτελέσματα ωχριούν μπροστά στο ασφυκτικό περιβάλλον του
καθεστώτος.
Στην Ελλάδα δεν έχουμε δικτατορία, βέβαια, αλλά έχουμε οικονομική
κρίση, μόνιμο θεσμικό πρόβλημα και την ακροδεξιά σε άνοδο.
Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο η λύση του «Μακεδονικού» να είναι όσο το
δυνατόν πολιτικά νομιμοποιημένη γίνεται και αυτό είναι πρωτίστως δουλειά της κυβέρνησης.
Μπορεί, όπως λένε, ο χρόνος να είναι γιατρός και μετά από κάποιο
απροσδιόριστο χρονικό διάστημα ο κόσμος να συνεχίσει τη ζωή του σαν να μην
υπήρχε ποτέ ζήτημα, αλλά αυτό ισχύει ακόμα κι αν πάμε στη δραχμή ή αν πέσει στη
χώρα ατομική βόμβα.
Για αυτό στην αρχή σημειώσαμε πως ο τρόπος είναι εξίσου σημαντικός με τον
σκοπό.
Γιατί σημασία έχει ένα πρόβλημα, ή εν γένει μία κρίση, να ξεπερνιέται
όσο το δυνατόν ανώδυνα.
Με εγγυητή της επόμενης ημέρας την πιο αναξιόπιστη κυβέρνηση της
Μεταπολίτευσης δεν μπορούμε να είμαστε ήσυχοι τόσο για το τι διαπραγματεύεται
όσο και για το πώς θα το χρησιμοποιήσει…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου