Γράφει
ο Μιχάλης Δεμερτζής
ο Μιχάλης Δεμερτζής
Αυτή τη στιγμή η Ιταλία διέρχεται
μίας πολύ σοβαρή πολιτικής κρίση.
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας της έφτασε τα όρια
των αρμοδιοτήτων του αρνούμενος να επικυρώσει τη σύνθεση της νέας κυβέρνησης.
Το σημαντικό όμως είναι ότι δεν τα ξεπέρασε, καθώς το ιταλικό Σύνταγμα του δίνει
αυτή τη δυνατότητα.
Σε καθαρά πολιτικό επίπεδο
βέβαια, δεν είναι ακριβώς παράλογες οι διαμαρτυρίες από την αντίθετη πλευρά.
Πώς είναι δυνατόν να γίνει αποδεκτό σε μία δημοκρατία, μία κυβέρνηση που
σχηματίστηκε από κόμματα απευθείας εκλεγμένα από το λαό να εμποδίζεται από έναν
θεσμικό παράγοντα που δεν έχει τη λαϊκή ψήφο;
Είναι δυνατόν, γιατί δημοκρατικό
πριν από όλα είναι να τηρούνται οι κανόνες.
Αν δεν τηρούνται, δεν έχει καμία
σημασία ποιος έχει την πλειοψηφία.
Έχουν σχηματιστεί με δημοκρατικές
διαδικασίες, ακριβώς για να εξασφαλίσουν ότι η πολιτεία λειτουργεί πάνω από
συγκυρίες και πρόσωπα.
Μέρος των κανόνων είναι και οι
αρμοδιότητες του Προέδρου της Δημοκρατίας, ο οποίος μπορεί να μην έχει τη λαϊκή
ψήφο, αλλά δεν ήρθε και ουρανοκατέβατος, καθώς έχει την ψήφο του Κοινοβουλίου.
Ο άνθρωπος που εκπροσωπεί τον
συγκεκριμένο θεσμό, λοιπόν, έχει μία δουλειά να κάνει, η οποία είναι ίδια και
στο ελληνικό και στο ιταλικό σύστημα (παρότι, κατά τα άλλα, τα δύο συστήματα
έχουν σημαντικές διαφορές): Εγγυάται ότι το κράτος έχει συνέχεια.
Όλα αυτά που λένε ότι εκφράζει ο
ανώτατος άρχων του πολιτεύματος, «εγγυητής των θεσμών», «φορέας ενότητας»,
«θεματοφύλακας του Συντάγματος» κ.α., αυτό σημαίνουν
κατά βάση. Βρίσκεται εκεί για να εξασφαλίσει ότι η ζωή των κατοίκων της χώρας
του συνεχίζεται ομαλά, από κυβέρνηση σε κυβέρνηση, για αυτό και η θητεία του
είναι μεγαλύτερη της βουλευτικής περιόδου (5 έτη στην Ελλάδα και 7 στην
Ιταλία).
Αν πρόκειται να έρθει στην
εξουσία ένας τύπος – που, ναι, ψηφίστηκε από τον λαό –, ο οποίος εν τοις
πράγμασι λέει «ξεχάστε αυτά που ξέρατε» (Ευρωπαϊκή Ένωση, κοινό νόμισμα κτλ.),
ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας οφείλει να ζητήσει διευκρινίσεις και αν αυτές δεν
είναι ικανοποιητικές, να πιέσει ώστε να γίνουν, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει ότι
θα διεξαχθούν εκ νέου εκλογές. Αλλιώς δεν κάνει τη δουλειά του.
Το να κάνει βέβαια ένας άνθρωπος
με υψηλό αξίωμα το καθήκον του μπορεί να μην είναι αρκετό από μόνο του για να
σώσει μία χώρα. Η Ιταλία, εν προκειμένω, βρίσκεται σε μία πολύ δύσκολη θέση –
μαζί της και ολόκληρη η Ευρώπη και κυρίως η Ελλάδα – και εύκολες λύσεις δεν
υπάρχουν.
Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε από τώρα με βεβαιότητα πού ακριβώς θα
οδηγήσει το προεδρικό βέτο. Για αρχή, αναμένεται ακραία πόλωση εν όψει των
εκλογών που έρχονται.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι με ανθρώπους που βάζουν τη χώρα
τους πάνω από τους ίδιους και το καθήκον πάνω από τη δημοτικότητά τους, οι
δημοκρατίες πάνε μπροστά, ακόμα κι αν τις περιμένουν δύσκολες δοκιμασίες.
Στην προκειμένη περίπτωση, δε, υπάρχουν και μηνύματα αισιοδοξίας, καθώς οι
αυξημένες πιθανότητες να μείνει ο εν λόγω αξιωματούχος στη θέση του δίνουν το
δικαίωμα στην υπόλοιπη Ευρώπη να ελπίζει, ότι η λογική και ο ρεαλισμός θα έχουν
υπολογίσιμο μερίδιο στην ιταλική πολιτική σκηνή το επόμενο χρονικό διάστημα.
Επί του πρακτέου, ήδη η Λέγκα του Βορρά πήρε πίσω τα περί εξόδου από τη
ζώνη του ευρώ, ενώ, έχοντας αποδειχθεί αμείλικτος ως προς τις θέσεις του αλλά
θεσμικός μέχρι κεραίας, ο συγκεκριμένος Πρόεδρος αναγκάζει το επόμενο υπουργικό
συμβούλιο που θα του προταθεί να είναι μετριοπαθέστερο ως προς τον
ευρωσκεπτικισμό του.
Τούτων λεχθέντων, ας μεταφερθούμε στις 26 Ιουνίου του 2015, τότε που,
αιφνιδιασμένος όπως λέγεται, ο Έλληνας Πρόεδρος της Δημοκρατίας δέχθηκε
τηλεφώνημα από τον πρωθυπουργό της χώρας, που τον ενημέρωνε για τη διεξαγωγή
τού δημοψηφίσματος.
Αν ζητούσε έστω να ακούσει από την άλλη άκρη της γραμμής ποια είναι τα
πιθανά σενάρια της επόμενης μέρας, να μάθει τι ακριβώς είχε στο μυαλό του ο
κυβερνήτης του κράτους μας, προσδοκώντας στοιχειώδη ρεαλισμό, η ιστορία της
ελληνικής κρίσης θα ήταν διαφορετική· ειδικά αν σκεφτούμε ότι το δημοψήφισμα θα
ματαιωνόταν, κατά το Σύνταγμα, στην ακραία περίπτωση της παραίτησης του
Προέδρου. (Ακραίο σαν ενδεχόμενο μεν, θεσμικό δε και, σε κάθε περίπτωση, όχι
τόσο αποσταθεροποιητικό όσο η κατεύθυνση στην οποία βάδιζε η χώρα μέχρι τη
θρυλική Kolotoumba.)
Ωστόσο, γνωρίζοντας πλέον, την πολυετή παρουσία του ανδρός στο πολιτικό μας
γίγνεσθαι, μάλλον θα είπε κάτι ανυπόφορα τετριμμένο στο τηλέφωνο, αντίστοιχο
(μπορεί και ακριβώς το ίδιο) με αυτό που δήλωσε όταν παρέλαβε μία μέρα αργότερα
από την πρόεδρο της Βουλής την απόφαση της Ολομέλειας για το δημοψήφισμα: «Η
αρχαία Ελλάδα ήταν εκείνη η οποία υπήρξε η κοιτίδα της άμεσης Δημοκρατίας».
Η αρχαία Ελλάδα, βέβαια, εφάρμοσε την άμεση δημοκρατία και ήταν η κοιτίδα της
σύγχρονης, αλλά δεν θα τα χαλάσουμε εκεί με τον Πρόεδρο.
Το πραγματικό πρόβλημα
προκύπτει όταν θέλουμε η Ελλάδα να γίνει αρχαία και από άλλες απόψεις, με
δραχμή και διεθνή απομόνωση, κάτι που ακόμα δεν μπορεί να αποκλειστεί, ειδικά
αν έχουμε ηγέτες που δεν θέλουν να στενοχωρούν κανέναν, όπως οι πρωθυπουργοί
που νομίζουν ότι εκλέγονται μόνο για να μοιράζουν χρήματα και οι πρόεδροι της
Δημοκρατίας που θεωρούν ότι χρειάζονται μόνο για να τους στέλνουμε σε πάρτι και
δεξιώσεις…
Ακόμη και σήμερα θα ήταν χρήσιμη η παραίτηση του ΠτΔ, ώστε να αποφευχθούν διπλές εκλογές το 2018 ή 2019 και το 2020, με αφορμή τις προεδρικές εκλογές. Αν ο ΠτΔ παραιτηθεί τώρα, θα εκλεγεί νέος πρόεδρος και ο Μητσοτάκης θα έχει μια τετραετία μπροστά του να κυβερνήσει.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣωστή παρατήρηση. Ευχαριστώ θερμά για την ανάγνωση και το σχόλιο.
Διαγραφή