Ο Βασίλης Σκουντής,
γράφει από καρδιάς,
ένα ρέκβιεμ
για τον Γιώργο Κολοκυθά
Ο Θεός πρέπει να 'χε πέσει σε κατάθλιψη, γι' αυτό φαίνεται πως πήρε κοντά του τον πάντοτε κεφάτο Γιώργο Κολοκυθά και ο Βασίλης Σκουντής γράφει για τον μέγιστο Έλληνα μπασκετμπολίστα που μας μίσεψε στην επέτειο του ρεκόρ του Τσάμπερλεν!
Δεν ξέρω εάν (όπως τραγούδαγε κάποτε ο Ξυλούρης) έβαλε
ο θεός σημάδι «παλικάρι στο ΟΑΚΑ», αλλά είμαι βέβαιος πως ο Πανάγαθος το έκανε επίτηδες: τον Γιώργο Κολοκυθά τον άρπαξε για να καλοπερνάει μαζί του στον Παράδεισο, ανήμερα της 51ης επετείου από τη βραδιά που ο Γουίλτ Τσάμπερλεν πέτυχε το απόλυτο ρεκόρ στην ιστορία του ΝΒΑ!
Η ιστορία παρκάρισε εκείνο το βράδυ στο Χέρσι της Πενσιλβάνια, ο κόσμος υποκλίθηκε στο απίστευτο κατόρθωμα του και ακριβώς μετά από 51 χρόνια ο συχωρεμένος (από τις 12 Οκτωβρίου του 1999) "Γολιάθ" των Γουόριορς της Φιλαδέλφειας θα μπορεί να παίζει μονό με τον δικό μας «Γολιάθ» που μπροστά του βεβαίως (από υψομετρικής απόψεως) θα φάνταζε με Δαυίδ, αλλά πιθανότατα θα επιβεβαίωνε την ιστορία της Παλαιάς Διαθήκης!
Τώρα που το αναλογίζομαι, πέραν της ημερολογιακής συμπτώσεως (ενός συγκλονιστικού κατορθώματος κι ενός αδόκητου θανάτου), ο Τσάμπερλεν και ο Κολοκυθάς έμοιαζαν και σε πολλά άλλα στοιχεία της μπασκετοσύνης, του χαρακτήρα και της ζωής τους...
Πρώτα απ' όλα ήταν κι οι δύο σέντερ, απλώς ενώ ο «Wilt the Stilt» κοίταζε τον κόσμο από τα 2,16, ο Γιώργαρος ήταν μόλις 1.93, αλλά έπαιζε σαν να 'ναι σαραντάπηχος.
Ύστερα σκόραραν και οι δύο κατά το δοκούν, στην κυριολεξία: εάν ήθελαν να βάλουν πενήντα πόντους σε ένα βράδυ θα τους 'έβαζαν ο κόσμος να χάλαγε: στην πιο μεστή βραδιά του ο Τσάμπερλεν σταμάτησε στους 100, στη δική του παραγωγικότερη νύχτα, ο "Μύτος" έβαλε 51, αλλά ποτέ του δεν νοιαζόταν γι' αυτές τις λεπτομέρειες...
Α, για να μην το ξεχάσω: «Μύτο» τον έλεγαν για προφανείς λόγους! Είχε μεγάλη μύτη, μάλιστα αυτοσαρκαζόμενος μου είπε μια φορά πως «γι' αυτό κιόλας μυριζόμουν καλά τις φάσεις στην επίθεση»! Άλλη μια φορά που κουβεντιάζαμε περί ανέμων και υδάτων κι εγώ επέμενα ότι αυτός ήταν ο καλύτερος παίκτης που γεννήθηκε επί ελληνικού εδάφους, για να τεκμηριώσω την άποψη μου επικαλέστηκα ένα ατράνταχτο επιχείρημα: «Ήσουν ο καλύτερος με διαφορά όχι στήθους, αλλά μύτης»!
Υπάρχουν κι άλλα κοινά στοιχεία του Κολοκυθά με τον Τσάμπερλεν: στα νιάτα τους ήταν κι οι δυο γλεντζέδες, γυναικάδες, καπνιστές (με τον Γιώργο εδώ και χρόνια να μην αποχωρίζεται τα μικρά πούρα του) ξενύχτηδες, με... κρυφά προσόντα (sic), όπως αναφέρουν οι κατά τόπους αστικοί μύθοι, σκέτος βίος και πολιτεία! Ο Τσάμπερλεν είπε κάποτε ότι "στη ζωή μου πήγα με πάνω από είκοσι χιλιάδες γυναίκες", ενώ το βράδυ της 2ας Μαρτίου του 1962, που πέτυχε το ρεκόρ, ο επονομαζόμενος «Big Dipper» (παρατσούκλι που του κόλλησαν οι φίλοι του βλέποντας τον να σκύβει για να περνάει τις πόρτες) έφτασε στο γήπεδο λίγο πριν από το τζάμπολ, εντελώς άυπνος, μεθυσμένος, προερχόμενος από μια βραδιά αχαλίνωτου σεξ και τρώγοντας τον άμπακο μέσα στο τρένο από τη Νέα Υόρκη στο Χέρσι!
Ο Κολοκυθάς πάλι ήταν στην κυριολεξία "παίκτης αγώνων": στην κυριολεξία των αγώνων, διότι οι εμφανίσεις του σε προπονήσεις ήταν τόσο λίγες και σπάνιες, που μετά από κάθε αγώνα με τον Παναθηναϊκό, ο (προπονητής) Κώστας Μουρούζης τον χτύπαγε στον ώμο και του έλεγε γελώντας: «Αντε Γιώργαρε, τα λέμε το άλλο Σάββατο»!
Παρά το χαμηλό για τα δεδομένα ενός σέντερ μπόι του, ο Κολοκυθάς ήταν τόσο εκτυφλωτικά ταλαντούχος, τόσο «αλματερός» (κάρφωνε, λένε, με κοστούμι και φορώντας τα λουστρίνια του!) τόσο χαρισματικός και τόσο εύστροφος, ώστε τα έβαζε με τα θεριά εκείνης της εποχής και δη με τον Γιώργο Τρόντ ζο! Αναδείχθηκε τέσσερις φορές πρώτος σκόρερ του ελληνικού πρωταθλήματος κι άλλες δύο σε Ευρωμπάσκετ, το 1967 στο Ελσίνκι και το 1969 στην Καζέρτα κι όλα αυτά τα μεγάλα ρεκόρ τα πετύχαινε απροπόνητος, ξενύχτης και κοπανώντας την από τα ξενοδοχεία, μαζί με τον Βασίλης Γκούμα! Στις αποστολές του εξωτερικού, αυτός κι ο κολλητός του ο "αυτοκράτωρ" περίμεναν μέχρι να κοιμηθούν οι προπονητές κι αν αυτούς δεν τους έπαιρνε ο ύπνος και καθόντουσαν στο σαλόνι, τότε πήδαγαν από τα μπαλκόνια και έφευγαν για να διασκεδάσουν στα μπαρ και να κάνουν τη «dolce vita» τους...
Επιστρέφοντας από μια τέτοια βόλτα, τα ξημερώματα της 3ης Οκτωβρίου του '67 στο Τάμπερε της Φινλανδίας, είδαν μπροστά τους τους Σοβιετικούς να είναι ήδη ξύπνιοι και να κάνουν γυμναστική στον περίβολο του ξενοδοχείου. Μπροστά μπροστά ήταν ο Λιθουανός γκαρντ Μοντέστας Παουλάουσκας που έπαιρνε βαθιές εισπνοές και τότε ο Κολοκυθάς κι ο Γκούμας έβαλαν τα γέλια και του φώναξαν:»Σιγά ρε μαλάκα Παουλάουσκας. Θα μας πάρεις όλο τον αέρα και θα πεθάνουμε από ασφυξία»!
Είχαν απόλυτο δίκιο και τούτο προς θλίψη μας, επιβεβαιώθηκε μερικές ώρες αργότερα στον αγώνα, στον οποίο η Σοβιετική Ένωση νίκησε την Ελλάδα με 82-41! Ο Γκούμας έβαλε τέσσερις πόντους κι ο Κολοκυθάς δύο, αλλά το επόμενο βράδυ ο Γιώργαρος ξανάρθε στα συγκαλά του κι έχωσε 30 τα στα μούτρα του Βιανέλο και του «Τσίτσο» (όπως τον φώναζαν κοροϊδευτικά οι Έλληνες φίλαθλοι στο Καλλιμάρμαρο) Μπουφαλίνι!
Ήταν όντως μεγάλος παίκτης ο Κολοκυθάς. Κατά πολλούς, συμπεριλαμβανομένου και του συνομήλικου και φίλου του, Γιάννη Ιωαννίδη, "ο μέγιστος, που ανέδειξε ποτέ το ελληνικό μπάσκετ" (δήλωση της 19ης Σεπτεμβρίου 2001)! Γεννημένος σκόρερ, άρχισε την καριέρα του στον Σπόρτιγκ, όπου τον οδήγησε ο μέχρι πρότινος ταμίας της ΕΟΚ Απόστολος Τασούλας κι από εκεί το 1965 τον άρπαξε ο Μπλούης Διακάκης και τον πήγε με το ζόρι στον Παναθηναϊκό το 1966.
Αναφέρω επίτηδες και τις δύο χρονιές διότι εκείνη την εποχή απαγορεύονταν οι μεταγραφές και ο μόνος τρόπος για να παίξει ένας αθλητής σε άλλη ομάδα ήταν η εκούσια επιλογή του περίφημου δεκατετράμηνου αποκλεισμού! Έμεινε λοιπόν, όπως και άλλοι μεγάλοι παίκτες, για 14 μήνες εκτός δράσης και μόνο τότε απέκτησε το δικαίωμα να αγωνιστεί στον Παναθηναϊκό, τον οποίο οδήγησε σε τέσσερα πρωταθλήματα και σε δύο ημιτελικούς, του Κυπέλλου Πρωταθλητριών και του Κυπέλλου Κυπελλούχων.
Τόσο μεγάλος παίκτης με τόσο μικρή καριέρα, αυτό είναι γεγονός! Ουσιαστικά ο Κολοκυθάς έπαιξε μπάσκετ δέκα χρόνια κι αυτά σκάρτα και αναγκάστηκε να αποσυρθεί σε ηλικία μόλις 28 ετών μετά από έναν σοβαρό τραυματισμό στο γόνατο σε έναν αγώνα του Κυπέλλου Πρωταθλητριών Ευρώπης με τη Μακάμπι Τελ Αβίβ, όπου τον χαντάκωσε ο Γιάννης Δημαράς. Ο τότε γκαρντ του Παναθηναϊκού και μετέπειτα δημοσιογράφος ("Ρεπόρτερς") και βουλευτής του έκανε μια σκαστή πάσα στον αιφνιδιασμό κι ο Γιώργος προσπαθώντας να πιάσει την μπάλα και να απογειωθεί προς το καλάθι, παραπάτησε στο πλαστικό τερέν κι έπαθε ρήξη προσθίου χιαστού!
Δοκίμασε να ξαναγυρίσει στα γήπεδα, αλλά δέχτηκε τη χαριστική βολή στο γόνατο του σε δυο αλλεπάλληλα ματς με την ΑΕΚ και τη βελγική Μπους Φρουί. Από τότε εξαφανίστηκε από την κεντρική σκηνή στην οποία επανήλθε στα μέσα της δεκαετίας του 90, όταν τον έπεισε να ασχοληθεί με τα διοικητικά πράγματα της ΕΟΚ (ως επικεφαλής των εθνικών ομάδων) ο φίλος, παλιός σύντροφος του, αλλά και προπονητής του στον Παναθηναϊκό, Γιώργος Βασιλακόπουλος.
Στα δικά μου μάτια ο Κολοκυθάς ήταν για πολλά χρόνια ένας ανέγγιχτος μύθος. Είχα ακουστά γι' αυτόν, αλλά δεν τον είχα συναντήσει ποτέ μου, μέχρι που τύχη αγαθή με οδήγησε στα χνάρια του. Τον πέτυχα ένα χειμωνιάτικο μεσημέρι στο κατάστημα ρούχων «Αναϊς», που είχε με την αδερφή του στο Κολωνάκι κι η επίσκεψη μου αποδείχτηκε αρμένικη βίζιτα! Έμεινα έως αργά το απόγευμα και εκείνη τη συνέντευξη που δημοσιεύθηκε στον "Ελεύθερο Τύπο" στις 14 Φεβρουαρίου του 1985, τη θεωρώ ως μια από τις σπουδαιότερες στιγμές στην καριέρα μου...
Ο τίτλος ήταν «Με λένε Γιώργο και ποτέ δεν μετανιώνω» κι ο σαραντάχρονος, τότε, Κολοκυθάς μου άνοιξε την καρδιά του και τα είπε όλα χαρτί και καλαμάρι.
Ιδού μερικές από τις ατάκες του:
Έχω να πατήσω σε γήπεδο εδώ και επτά χρόνια κι απλώς που και που βρίσκομαι και μιλάω με τον Γκούμα και τον Ιορδανίδη. Η πλάκα είναι ότι μερικοί συμπαίκτες και συνομήλικοι μου, όπως ο Γκούμας και ο κατά δυο χρόνια μικρότερος Κόντος αγωνίζονται ακόμη! Μου αρέσει επίσης που βλέπω στα γήπεδα τον Αλεξανδρή που τον είχα υπό την προστασία μου, επειδή ήταν αντράκι το 1971 στο Προολυμπιακό τουρνουά του Λε Μαν, εκεί όπου όρμησε και βάραγε στο ψαχνό! Και επίσης γουστάρω να βλέπω τη φανατίλα του Ιωαννίδη στον πάγκο, γιατί μου βγάζει στοιχεία της εποχής μου.
Δεν ασχολήθηκα με τίποτε άλλο, μετά την αποχώρηση μου, ίσως γιατί σιχάθηκα τα κυκλώματα και το γεγονός ότι εδώ και είκοσι χρόνια βρίσκονται στα πράγματα οι ίδιοι και οι ίδιοι. Θα μου άρεσε να γίνω έφορος σε μια ομάδα, μάνατζερ που λένε και πήγε να γίνει αυτό στον Παναθηναϊκό επί Μαντζαβελάκη, αλλά χάλασε.
-Δεν μπορώ να καταλάβω πώς κοτζάμ Παναθηναϊκός με τέτοια ιστορία στο μπάσκετ κι έχοντας από πίσω του τον Βαρδινογιάννη παραπαίει...
Μου άρεσαν το ξενύχτι, το ποτό, το τσιγάρο, άλλωστε είχα το σκεπτικό μου: «Προπονηθώ, δεν προπονηθώ, βρέξει-χιονίσει, ο καλύτερος θα είμαι"! Θυμάμαι ότι πηγαίναμε για προπόνηση στο Καλλιμάρμαρο και βάζαμε οινόπνευμα στο κούτελο για να αντέξουμε το κρύο. Ε, μια, δυο, τρεις, στο τέλος κρύωνα τόσο πολύ που αποφάσισα να κόψω τις προπονήσεις και να πηγαίνω μόνο στους αγώνες! Μόνο όταν αντιμετωπίζαμε την ΑΕΚ και τον Αρη δεν ξενυχτούσα και καθόμουν στ' αυγά μου».
Το καλάθι άλλοτε είναι μπανιέρα κι άλλοτε γίνεται δαχτυλήθρα, αλλά ο Γκάλης το βλέπει πάντοτε σαν μπανιέρα, για να μην πω σαν πισίνα! Κι εγώ το έβλεπα μεγάλο, για να είμαι ειλικρινής!
Το δικό μας το μπάσκετ ήταν και παραμένει λίγο... ανορθόγραφο. Κάνουμε τα πράγματα διαφορετικά από τους άλλους. Να, πάρει για παράδειγμα το κούρεμα των παικτών του ΠΑΟΚ και του Ματθαίου στον περυσινό τελικό Κυπέλλου με τον Αρη. Είμαστε σαν τον... Τζον Μακ Ενρο στο τένις!
Η ΕΟΚ πρέπει να πιέσει την Πολιτεία για να επιτραπούν οι ελεύθερες μεταγραφές των Ελλήνων και συμμετοχή των ξένων παικτών στο πρωτάθλημα. Μόνο μ' αυτόν τον τρόπο θα ενισχυθούν οι ομάδες, θα βελτιωθούν οι Ελληνες παίκτες και θα προοδεύσει η εθνική
Αυτά και άλλα πολλά είχαμε κουβεντιάσει με τον Κολοκυθά σε εκείνη τη μουσειακού χαρακτήρα (ως πρώτη που έδωσε μετά την αποχώρηση του) συνέντευξη. Αργότερα, όταν πλέον ενεργοποιήθηκε στην ΕΟΚ και μέχρι χθες το πρωί (που ήταν στο γραφείο του και μάλιστα είχε τα κέφια του και τραγούδαγε) τους μάζευε όλους γύρω τους και τους... γλένταγε, χωρίς να χαρίζεται σε κανέναν!
Με εξαίρεση το Προολυμπιακό Τουρνουά του Καράκας, από το οποίο απουσίασε λόγω προβλημάτων υγείας (το πρώτο καμπανάκι...) ο Κολοκυθάς ήταν και δεν ήταν πάντοτε εκεί! Το εννοώ αυτό, διότι ηγείτο της εθνικής ανδρών σε όλες τις αποστολές από τις πρώτες μέρες του Παναγιώτη Γιαννάκη (για τον οποίο πίστευε ότι έπρεπε να επιστρέψει και τώρα, αφού σε μια συνέντευξη του στη SportDay καταχέριασε με υπερβολικό τρόπο τον Ζούρο), βίωνε την αγωνία μέχρι το κόκαλο και είτε γιατί δεν άντεχε να δει τα συνηθισμένα συναρπαστικά φινάλε, είτε για γούρι, στο τελευταίο δίλεπτο αποχωρούσε από τον πάγκο και έβγαινε έξω από το γήπεδο για να καπνίσει!
Αυτό συνέβη και στον αλήστου μνήμης ημιτελικό του Ευρωμπάσκετ του 2005 στο Βελιγράδι: το τρίποντο του Διαμαντίδη τον βρήκε πάνω στη γέφυρα του ποταμού Σέβα κι εκεί έμαθε τα καθέκαστα τηλεφωνώντας στη γυναίκα του στην Αθήνα!
Το 2012 στην ετήσια γιορτή των κορυφαίων, που συνέπεσε με τον μισό αιώνα από την ίδρυση του, ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Αθλητικού Τύπου βράβευσε τους πέντε κορυφαίους Ελληνες μπασκετμπολίστες όλων των εποχών, όπως επιλέχθηκαν από ψηφοφορία των μελών του, η ετυμηγορία των οποίων είχε ως εξής: Γκάλης 1.773, Γιαννάκης 939, Αμερικάνος 429, Κολοκυθάς 392, Φασούλας 351. Έμεινε έξω από αυτή τη χρυσή πεντάδα ο Φάνης Χριστοδούλου κι αυτό προσωπικά (ως μέγας θαυμαστής του) δεν το συγχωρώ στο σινάφι μας, αλλά ας είναι..
Σε έναν αγώνα με το Παγκράτι στον Τάφο του Ινδού, ο Παναθηναϊκός προηγείται στο ημίχρονο με διαφορά 20 πόντων και οι φιλοξενούμενοι συγκαλούν έκτακτη σύσκεψη στα αποδυτήρια για να βρουν έναν τρόπο να σταματήσουν τον Κολοκυθά. "Να πάει κάποιος βεντούζα πάνω του" πρότεινε ο Κοντοβουνήσιος, αλλά ο συχωρεμένος έφορος Νότης Μαστρογιάννης είχε μια καλύτερη ιδέα: «Μπα δεν θα πετύχουμε τίποτε έτσι. Εγώ λέω την ώρα που σηκώνεται για να σουτάρει, να του γαργαλάει κάποιος τις πατούσες μήπως και αποσυντονιστεί»!
Ξεχωρίζω αυτή την ιστορία, διότι το επιτόπιο άλμα του Κολοκυθά όχι μόνο υπήρξε μνημειώδες για εκείνη την εποχή, αλλά θεωρείται μοναδικό στα χρονικά του ελληνικού μπάσκετ: οι παλιοί έλεγαν ότι σηκωνόταν στον αέρα και μέχρι να προσγειωθεί (όπως αργότερα ο Γκάλης) είχε προλάβει να πάει στο περίπτερο ν' αγοράσει τσιγάρα!
Γεννημένος σε λάθος εποχή ή μάλλον όντας ένας παίκτης κατοπινής εποχής, αριστοκράτης και στο μπάσκετ και στη ζωή του, ο Γιώργος Κολοκυθάς έφυγε πριν από λίγες ώρες από αυτόν τον κόσμο, χωρίς απωθημένα και χωρίς (όπως μου είχε πει στη συνέντευξη του '85) να μετανιώνει για τίποτε...
Για τον επίλογο έχω άλλη μια μια ιστορία, για την οποία θα μπορούσε ασφαλώς να μετανιώνει, αλλά στα... τέτοια του! Το 1968 προσκλήθηκε -και μάλιστα με προσωπική παρέμβαση του Μπόρισλαβ Στάνκοβιτς (ο οποίος τον λάτρευε για το ταλέντο του) στη Μικτή Ευρώπης για έναν αγώνα στο Βελιγράδι. Γύρισε ξημερώματα στο σπίτι του από τα μπουζούκια μαζί με τον Μίμη Στεφανίδη, με την προοπτική να πάρει τη βαλίτσα με τα ρούχα του και να επιβιβαστεί στο τρένο με προορισμό το Βελιγράδι, μέσω Θεσσαλονίκης.
Είπε στη μητέρα του ότι θα πάρει έναν υπνάκο, αλλά δεν ξύπναγε ούτε με σφαίρες, αν και επί μισή ώρα ο «Κούκλος», ο (τότε δημοσιογράφος και μετέπειτα διευθυντής της ΕΟΚ) ο Θόδωρος Μπαλφούσιας και η μητέρα του του έριχναν κουβάδες με νερό και τον ξόρκιζαν να σηκωθεί για να μη χάσει αυτή την τιμή...
Κάποια στιγμή ο Κολοκυθάς μισάνοιξε το ένα μάτι, τους διαολόστειλε όλους και γύρισε πλευρό! Μετά από τρεις μέρες η FIBA ζήτησε μέσω τηλεγραφήματος να μάθει τον λόγο της απουσίας του και ο Κολοκυθάς, επειδή ντρεπόταν να πει ότι τον πήρε ο ύπνος, έστειλε την εξής τηλεγραφική απάντηση, που δεν επιδεχόταν κιόλας αμφισβήτησης...
«Συγνώμη, κύριε Στάνκοβιτς, αλλά δεν με άφησε η Χούντα»!
Πηγή: gazetta.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου