Γράφει
ο Νίκος Γ. Σακελλαρόπουλος
ο Νίκος Γ. Σακελλαρόπουλος
Ο Ανδρέας Ανδριανόπουλος, αποτελεί την κορυφαία πολιτική προσωπικότητα του φιλελευθερισμού στον τόπο μας, ο θεωρητικός πρεσβευτής του.
Διαχρονικά οι απόψεις και τα βιβλία του είχαν σημαντικό ενδιαφέρον.
Υπήρξε από τα μικράτα του ο φορέας των πλέον υγιών απόψεων για την δημοκρατία και την οικονομία, επικεντρώνοντας στο ύψιστο αγαθό της ελευθερίας του ατόμου και όχι στην ουτοπική ισότητα, που εκ των πραγμάτων ποτέ δεν μπορεί να υπάρξει.
Υπήρξε ο κατ’ εξοχήν εκφραστής της «επιχείρησης» φιλελευθεροποίησης –μαζί με τον Στέφανο Μάνο- της οικονομίας στην περίοδο διακυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας με πρωθυπουργό τον Μητσοτάκη, μιλώντας για τις αναγκαίες αποκρατικοποιήσεις και την μεταρρύθμιση των δομών που έπνιγαν την Ελλάδα.
Γνήσιος εκφραστής της φιλελεύθερης αντίληψης που λέει ότι το μικρό κι ευέλικτο κράτος, παράγει τα καλύτερα αποτελέσματα για την κοινωνία.
Έφερε στην Ελλάδα κορυφαίους και εν πολλοίς άγνωστους στοχαστές της ελευθερίας, πολέμησε εναντίον του κρατικού παρεμβατισμού, επιχείρησε να «περάσει» τις ιδέες που πάντα έλειπαν από την –κατά βάση- πρακτική και διαχειριστική διακυβέρνηση του τόπου.
Κι όχι μόνο αυτά, αλλά επιχείρησε με ιδέες να απαντήσει στην ιδεολογική κυριαρχία της Αριστεράς και της ουτοπίας.
Θυμάμαι, τα παλαιότερα χρόνια που η πειραϊκή κοινωνία –πριν περιπέσει στην πολιτική και κοινωνική ανυποληψία- τον τιμούσε ως πρώτο της βουλευτή, πάντα υπήρχαν εκείνοι που τον κατηγορούσαν ως «ανάλγητο», ως «πολέμιο» της κοινωνίας (αυτής της κοινωνίας του πελατειακού κράτους και των επιδομάτων), μέσω της ιδεολογικής τους τρομοκρατίας ή και της έξης τους προς την πολιτική φαυλότητα.
Κι όμως!
Πόσο διαφορετικά θα ήταν τα πράγματα αν οι ιδέες του Ανδριανόπουλου είχαν μετουσιωθεί σε πράξη;
Αν, δηλαδή, είχαμε πουλήσει την Ολυμπιακή γρηγορότερα, αν είχαμε κάνει το ίδιο με τις προβληματικές ΛΑΡΚΟ, ΕΛΒΟ, ΟΣΕ, ΤΡΕΝΟΣΕ, αν είχαμε προχωρήσει στις τομές στην οικονομία που επεδίωκε ματαίως, κι αν είχαμε κοντύνει το μέγεθος του δημοσίου;
Πόσο διαφορετικά θα ήταν τα πράγματα, ακόμη και στην ιδεολογική μάχη, την οποία έχασε αμαχητί από την Αριστερά η σκεπτόμενη και προβληματισμένη κοινωνία, αν είχε αφεθεί από τη Νέα Δημοκρατία να κάνει πράξη όσα οραματιζόταν;
Πόσο διαφορετικά θα ήταν τα πράγματα, αν εντός της Νέας Δημοκρατίας δεν σκέφτονταν πρωτίστως τις πελατειακές τους σχέσεις και ουδόλως την μάχη των ιδεών, στην οποία επέμενε ο Ανδριανόπουλος να δοθεί το βάρος για την επόμενη ημέρα;
Τελικά, αποπέμφθηκε. Μπορεί κάποιος να πει κι ότι διασύρθηκε, κατασυκοφαντήθηκε. Ήταν επικίνδυνος για εκείνους που το μόνο που τους ενδιέφερε ήταν η διαχείριση των κονδυλίων του κράτους, για την εξυπηρέτηση των πελατών τους.
Το λιγότερο κράτος που έλεγε ο Ανδριανόπουλος, σήμαινε λιγότερους διορισμούς, λιγότερα ρουσφέτια. Άρα η πολιτική τους επιβίωση θα καθίστατο προβληματική.
Είναι χαρακτηριστικό, ότι σε κάποια διένεξή με τον μακαρίτη τον Μιλτιάδη Έβερτ, αναφορικά με τη μείωση του κράτους, είχε δεχθεί…επίπληξη!
«Οι δημόσιοι υπάλληλοι είναι ένα εκατομμύριο, μαζί με τις οικογένειές τους είναι τέσσερα…Μαζί τους θα τα βάλουμε;», είχε ακούσει με έκπληξη.
Τώρα που το κράτος αργοπεθαίνει, αφού βεβαίως πήρε μαζί του στον όλεθρο τον ιδιωτικό τομέα, τώρα που τα πάντα δείχνουν να οδηγούνται σε αδιέξοδο, τώρα που το εναλλακτικό μοντέλο εξουσίας που υπόσχεται η αντιπολίτευση είναι βασισμένο στο φαύλο παρελθόν, ο Ανδριανόπουλος κι όσοι προειδοποιούσαν για τα δεινά που επέρχονται από τον κρατισμό είναι πάντα επίκαιροι.
Το ζήτημα είναι ότι η κοινωνία δεν θέλει ν’ ακούσει, είτε πνιγμένη από την ιδεολογική σύγχυση και την γαλουχία της με την κουλτούρα του κράτους -πατερούλη, είτε επειδή ξεβολεύεται βιαίως.
Ο δε φιλελευθερισμός, παραμένει στην γωνία.
Γοητευτικός για τους εκφραστές του, ανάλγητος και κατασυκοφαντημένος από τους ενάντιούς του.
Οι δε περιπέτειές του, αποτελούν αντικείμενο του νέου βιβλίου του Ανδρέα Ανδριανόπουλου, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις ΑΡΜΟΣ.
«Οι περιπέτειες του φιλελευθερισμού στην Ελλάδα», πραγματεύονται μέρος των εμπειριών του Ανδρέα Ανδριανόπουλου στην πολιτική ζωή, αλλά και καταδεικνύουν τις χαμένες ευκαιρίες του τόπου.
Ιδού, μικρά μόνο αποσπάσματα:
«Μα, οι επιδοτήσεις δεν προέρχονται από την φορολογία που και πάλι οι πολίτες υφίστανται;», υπήρξε η αφελής μου αντίδραση. «Ναι, αλλά αυτό δεν φαίνεται», ήταν η «προοδευτική» απάντηση. «Και η σώρευση των χρεών; Τα δημοσιονομικά προβλήματα που δημιουργούνται;». Σε αυτό δεν υπήρξε απάντηση. Ο έμφυτος κρατισμός που κυριαρχούσε στον δικό μου πολιτικό χώρο πέρναγε το μήνυμα πως το κράτος - πατερούλης οφείλει να φαίνεται πως χειρίζεται και λύνει όλα τα προβλήματα. Είναι λοιπόν αναγκαία η επιδότηση, ώστε «εμείς», δηλαδή το κράτος, να εξασφαλίζουμε το φτηνό ψωμί. Κι όλα αυτά για ένα τύπο μόνο φρατζόλας που δεν ήσαν πλέον τόσοι πολλοί όσοι το προτιμούσαν.
...»Μα είναι δυνατόν να υποστηρίζεις θεωρίες που δεν τις έχει ακούσει ποτέ ο Καραμανλής;» με αποστόμωσε ένα στενό πρόσωπο του τότε Προέδρου της Δημοκρατίας, στη διάρκεια φορτισμένης συζήτησης για τις πολιτικές που θα έπρεπε να ακολουθούνται. «Μα είναι όλοι σχεδόν οι υποστηρικτές τους Νομπελίστες» ψέλλισα χωρίς ελπίδα βέβαια να εισακουσθώ. Άρχισα σιγά - σιγά να συνειδητοποιώ πως το πρόβλημα δεν ήταν ο νεοφιλελευθερισμός αλλά εγώ που τον υποστήριζα. Φαινόμουνα εγώ σαν επικίνδυνος αν οι ιδέες αυτές ρίζωναν και τις αγκάλιαζε η παράταξη. Ήταν προτιμότερο να κινούμεθα στο κενό, δίχως πολιτική ραχοκοκαλιά, παρά να υιοθετήσουμε απόψεις που, κατά κάποιους, εγώ είχα λανσάρει»…...
... «Εκεί που πραγματικά έμεινα άφωνος ήταν στην αντίδραση των εμπόρων όταν αποφάσισα να απελευθερώσω εντελώς το ωράριο. «Πότε θα ξεκουραζόμαστε;» μου έλεγαν. «Και πως θα προσλαμβάνουμε νέο προσωπικό αφού δεν θα υπάρχουν παραπάνω δουλειές;». Τους αντέτεινα: «Μα, αν δεν θα υπάρχει δουλειά, δεν θα είσαστε υποχρεωμένοι να ανοίγετε». «Θα μας παίρνουν τότε οι άλλοι την πελατεία!». «Μα ποιά πελατεία θα σας παίρνουν αφού λέτε πως δεν θα υπάρχει δουλειά...».
Δεν έβγαινε άκρη. Το μόνο που προέκυπτε ήταν πως οι έμποροι ήθελαν να λειτουργούν σαν δημόσιοι υπάλληλοι. Στον ιδιωτικό όμως τομέα. Ιδιώτες που τους έδινες την ευκαιρία να δουλέψουν ελεύθερα για περισσότερες ώρες –και να κερδίζουν προφανώς παραπάνω χρήματα, και να το αρνούνται, δεν είχα φαντασθεί πως θα υπήρχαν.
...Έφυγα από το Υπουργείο πριν προλάβω να προχωρήσω τα σχετικά με το ωράριο.
«Αποκαλυπτική ήταν η στάση των εργαζομένων στα χρεωκοπημένα πλέον μεταλλεία του Σκαλιστήρη στην Εύβοια. Ζητούσαν ενίσχυση 1,5 δισ. δραχμών τότε για να λειτουργήσει, όπως έλεγαν, με κερδοφορία. Τους πρότεινα να πάρουν απολυόμενοι τις αποζημιώσεις τους (6 δισ. περίπου) και να τους παραχωρήσουμε και την επιχείρηση δική τους, να την λειτουργήσουν μόνοι τους. Η απάντηση ήταν αποστομωτική: «Να ρισκάρουμε δηλαδή τα δικά μας χρήματα;»!!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου