Γράφει
ο Νίκος Γ. Σακελλαρόπουλος
ο Νίκος Γ. Σακελλαρόπουλος
Τα έχουμε πει και γράψει επανειλημμένως.
Ο τόπος αυτός, μετά την απελευθέρωσή του από τον οθωμανικό ζυγό, δεν απέβαλλε ούτε στο ελάχιστο τις νοοτροπίες της Ανατολής.
Προσεταιρίστηκε τη Δύση, αλλά παρέμεινε βαθειά Ανατολή.
Οι πελατειακές πολιτικές κατέστησαν κορωνίδες διακυβέρνησης.
Ακόμη κι ο διχασμός που οδήγησε στην Μικρασιατική καταστροφή, είχε προσωπικά κίνητρα, την διαιώνιση ενός θρόνου απέναντι στο άνοιγμα των φτερών του τόπου προς το μέλλον του.
Όλα αυτά γίνανε βιώματα.
Ο κοτζαμπασισμός ζούσε και βασίλευε. Το κάνει ακόμη με άλλη μορφή.
Μετά τον εμφύλιο, όσο και μετά τη δεύτερη φάση της μεταπολίτευσης, όπου ΠαΣοΚ και Νέα Δημοκρατία ασπάστηκαν την φαυλότητα των λεγόμενων «αριστεροδεξιών» δήθεν προοδευτικών «νεωτεριστών», τα ίδια συνεχίστηκαν.
Η δε κοινωνία απέκτησε Αριστερά αντανακλαστικά, αφού τα δημοκρατικά κόμματα απεμπόλησαν την μάχη των ιδεών που βασίζονται στο ύψιστο αγαθό της ελευθερίας.
Η ουτοπική ισότητα κατέστη κυρίαρχη απέναντι στην ελευθερία του ατόμου, είτε στις πολιτικές και κοινωνικές τους δράσεις, είτε κυρίως στις οικονομικές του επιλογές.
Το κέρδος κατέστη περίπου ποινικό αδίκημα.
Το κράτος –πατερούλης κι οι εκπρόσωποί του, κόμματα και βουλευτές, υποκατέστησαν την ελευθερία, τους νόμους, την αξιοκρατία, ακόμη και παραδοσιακές ηθικές.
Το δε πολιτικό σύστημα, φρόντισε να ασφαλίσει τα νώτα του, είτε με την πρωτοφανή ασυλία απέναντι στην διαφθορά, είτε με περίεργες συνταγματικές και νομοθετικές διατάξεις που περιέβαλλαν τις ευθύνες των υπουργών.
Κι όσοι επιχείρησαν ν’ αντισταθούν, όσοι προσπάθησαν να εφαρμόσουν στον δημόσιο βίο τα απολύτως αυτονόητα για μια δυτική δημοκρατική χώρα, εξοβελίστηκαν διαπομπευόμενοι. Ειδικά τις δυο τελευταίες δεκαετίες έχουμε σημαντικά παραδείγματα τέτοιων ανθρώπων.
Εδώ που έχουμε φτάσει πλέον, τα περιθώρια είναι στενά, αλλά και τραγελαφικά.
Η κοινωνία, από τη μια πλευρά είναι στα κάγκελα διαμαρτυρόμενη για την υπερφορολόγηση που υφίσταται –κάποιοι αφελείς ή ηλίθιοι ονομάζουν το φαινόμενο νεοφιλελευθερισμό- και διαλύεται κάθε ίχνος κοινωνικού ιστού και από την άλλη η ίδια κοινωνία ξεσηκώνεται όταν επιχειρείται να μειωθεί το δημόσιο και τα ελλείμματά του, για τα οποία επιβάλλεται η υπερφορολόγηση.
Είπαμε, τραγέλαφος! Όπου ο λαϊκισμός βρίσκει γόνιμο έδαφος και φύεται με τη μορφή παρασίτου.
Το θέμα, όμως, δεν είναι οι παραπάνω διαπιστώσεις.
Είναι τι μέλλει γενέσθαι.
Έχουμε μια κυβέρνηση που δεν αγγίζει το πελατειακό της σύστημα και μια αντιπολίτευση που τάζει στους πάντες πως όταν γίνει κυβέρνηση, θα ξαναγίνουν όλα όπως ήταν πριν την κρίση.
Δηλαδή, βρισκόμαστε στην απόλυτη πολιτική, οικονομική και κοινωνική εξαθλίωση, μέσα σε ένα βαρέλι δίχως πάτο και χωρίς καμιά ελπίδα να τελειώσει το μαρτύριο.
Άκουγα χθες τις απόψεις του αντιπροέδρου της «Δράσης», του Τάσου Αβραντίνη, όπως κι εκείνες του Ανδρέα Ανδριανόπουλου, στην ημερίδα που διοργανώθηκε στα πλαίσια του money show κι είχε θέμα «προοπτικές ανάπτυξης εν μέσω κρίσης».
Ειλικρινά, δεν έχω ακούσει πιο ουσιώδη πράγματα στον δημόσιο διάλογο.
Αλλά, όσα εξέφρασαν, όσα πιστεύουν, απευθύνθηκαν στα ώτα 100 ανθρώπων που παρακολούθησαν την ημερίδα, την ίδια ώρα που σε παρακείμενη αίθουσα κομματική νεολαία έταζε λαγούς με περιτραχήλια στους παρισταμένους.
Σημεία των καιρών!
Όπως και να το κάνουμε, η κυβέρνηση δεν έχει επιλογές.
Είτε η σημερινή, είτε η όποια προκύψει οψέποτε υπάρξουν εκλογές.
Η μοναδική επιλογή που έχουμε μπροστά μας, είναι η συρρίκνωση του δημοσίου και η ενθάρρυνση της ανάπτυξης.
Με στοχευμένη μείωσης της φορολογίας στους ιδιώτες.
Με στοχευμένο ενιαίο συντελεστή (15-20%)φορολόγησης στις εταιρίες (που αν τα κέρδη μένουν εντός για τρία χρόνια θα μπορεί να μειώνεται κι άλλο ή αν η επένδυση είναι τέτοια ώστε να παρέχει πολλές θέσεις εργασίας να συμβαίνει το ίδιο).
Με απλούστευση του φορολογικού συστήματος.
Με δραστικότατη μείωση της γραφειοκρατίας.
Με αποκέντρωση της πολιτικής ζωής (π.χ. το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης να εγκατασταθεί στη Θεσσαλία ή το Πολιτισμού στην Ημαθία ή το Εξωτερικών στη Θεσσαλονίκη κλπ), που θα δημιουργήσει προϋποθέσεις νέας ζωής σε αστικές ή αγροτικές περιοχές.
Πολλά μπορούν να γίνουν.
Ακόμη ακόμη και να περιοριστούν κατά εκατό οι βουλευτικές έδρες, όπως προβλέπεται και στο Σύνταγμα, το οποίο ούτως ή άλλως οφείλουμε να αναθεωρήσουμε και να ανασυντάξουμε.
Όμως, είναι ηλίου φαεινότερο ότι δεν θέλουν. Δεν υπάρχει βούληση.
Είναι απλοί διαχειριστές της μιζέριας.
Δεν θέλουν να βάλουν το χέρι ούτε καν στις 555 στρεβλώσεις της οικονομίας που κατέγραψε ο ΟΟΣΑ και επιβαρύνουν σημαντικά τα ποσοστά του ΑΕΠ.
Δεν θέλουν καν ν’ ανοίξουν επαγγέλματα, ούτως ώστε ο πολίτης να μπορεί να κάνει πράξη ελεύθερα τα «θέλω» του, χωρίς τις κρατικές ανασχέσεις και χωρίς την παρεούλα του κάθε συνδικαλιστή.
Δεν θέλουν να στενοχωρήσουν κι άλλο τους πελάτες τους και επιδίδονται σε μια κακή διαχείριση της καθημερινότητας που δεν κάνει τίποτα παραπάνω από το να μεγεθύνει το πρόβλημα και να τροφοδοτεί το βαρέλι που δεν έχει πάτο…
Ως πότε;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου