Γράφει
ο Νίκος Γ. Σακελλαρόπουλος
ο Νίκος Γ. Σακελλαρόπουλος
Ασφαλώς κι είναι περίεργα όλα όσα συμβαίνουν εσχάτως στο παρασκήνιο, αλλά και στο προσκήνιο της πολιτικής ζωής.
Κατ’ αρχάς στο παρασκήνιο εξυφαίνεται μια παντελώς αλλοπρόσαλλη συμμαχία, μεταξύ σκληρών Δεξιών και «προοδευτικών» ανησυχούντων για την πορεία του τόπου με το Μνημόνιο.
Οραματίζονται την ανατροπή του πολιτικού σκηνικού!
Είναι έτοιμοι να καταγγείλουν την κυβέρνηση και το Μνημόνιο και χαρακτηρίζουν "υποτελείς" και "προσκυνημένους", όσους δεν αποδέχονται τις λογικές τους, ότι δηλαδή πρέπει να αλλάξει πορεία η χώρα, σε πλήρη ρήξη με την Ευρώπη και ν’ αναζητήσει συμμάχους προς τον Βορρά ή να πορευθεί μόνη της!
Αδυνατούν, όμως, να απαντήσουν στο ερώτημα «που θα βρεθούν τα λεφτά;», για να γίνουν πράξη όσα σκέπτονται να εξαγγείλουν.
Αδυνατούν να απαντήσουν και στο ερώτημα αν θα ξαναγυρίσουμε στην εποχή των δανεικών κι αν ναι, από ποιον θα δανειστούμε;
Πολιτικοί παρατηρητές που γνωρίζουν άριστα το παρασκήνιο, ισχυρίζονται ότι αν μετουσιωθούν σε πράξη όσα σχεδιάζονται επί χάρτου από αριστεροδέξιους παράγοντες και επιχειρηματίες, τότε η θρυλούμενη συμπόρευση του Καμμένου με τον Τσίπρα θα μοιάζει με παιγνίδι. Κι ότι δύσκολα θα ξεχωρίζει κάποιος έναν νεοκομμουνιστή από έναν σκληρό Δεξιό.
Στην ίδια κατεύθυνση φαίνεται ότι κινούνται κι οι συνδικαλιστές της ΔΑΚΕ ιδιωτικού τομέα!
Αντί να ζητούν αποκρατικοποιήσεις και μεταρρυθμίσεις και δη με ταχύτατο ρυθμό –δεδομένου ότι ο ιδιωτικός τομέας επλήγη ανεπανόρθωτα για να επιβιώσει ο δημόσιος που είχε παράξει τα ελλείμματα και τα χρέη- οι συνδικαλιστές έστειλαν επιστολή στους βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας, εν όψει της ψήφισης του προϋπολογισμού, με την οποία ούτε λίγο ούτε πολύ τους ζητούσαν να τον καταψηφίσουν.
Η δε επιστολή με φράσεις του τύπου «δεσμεύσεις ακραίας και μονοδιάστατης λιτότητας», «εκβιασμοί των δανειστών», «η δημοσιονομική προσαρμογή δεν μπορεί να ταυτίζεται με λιτότητα» ή ακόμη κι αποστροφές του τύπου «οι μεταρρυθμίσεις δεν προϋποθέτουν το ξεπούλημα του Εθνικού μας Πλούτου, ούτε την απαξίωση των κρατικών επιχειρήσεων και βιομηχανιών», αποτελούν κορωνίδα γραφής οποιουδήποτε άλλου πολιτικού φορέα και δη μαρξιστικής προέλευσης, παρά κάποιου φιλελεύθερου και ρεαλιστικού και δη του ιδιωτικού τομέα!
Το ότι διεγράφη από τη Νέα Δημοκρατία, ο πρόεδρος της ΔΑΚΕ ιδιωτικού τομέα και γενικός γραμματέας της ΓΣΕΕ, Ν. Κουτσούκης (που όλως παραδόξως ήταν πρόεδρος κι εκπροσωπούσε τον ιδιωτικό τομέα, ενώ ο ίδιος εργάζεται σε ΔΕΚΟ και δη στον ΟΣΕ), αποτελεί γεγονός ήσσονος σημασίας, δεδομένου ότι τις μαρξιστογενείς απόψεις του, τις ενστερνίζονται πλείστοι όσοι εντός της παράταξής του.
Δηλαδή, οι γαλουχημένοι κατ’ εικόνα και ομοίωση των θλιβερών κλαδικών του ΠαΣοΚ και της άλωσης του Κράτους, που δημιούργησε τεράστια προβλήματα στην χώρα.
Κι αν αυτά και πολλά άλλα συμβαίνουν κυρίως στο πολιτικό παρασκήνιο, στο προσκήνιο φάνηκε η θρυλούμενη ανοικτή διένεξη Τσίπρα και Λαφαζάνη, με αντικείμενο την πορεία του τόπου.
Στην Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ, ο Παναγιώτης Λαφαζάνης, έστειλε το δικό του μήνυμα στον πρόεδρο του κόμματός του, για το ευρώ και τη δραχμή, ως απάντηση σε όσα είπε ο Αλ. Τσίπρας στο Τέξας, όπου χαρακτήρισε καταστροφή της έξοδο της χώρας από το ευρώ.
«Δεν συνιστά καθόλου μια καταστροφική επιλογή η σχεδιασμένη έξοδος της Ελλάδας από την Ευρωζώνη», αναφέρει το κείμενο που κατέθεσε η «Αριστερή Πλατφόρμα» του Λαφαζάνη, όπου μεταξύ άλλων αναφέρεται:
«Θα συνεχίσουμε να υποστηρίζουμε ότι η σχεδιασμένη έξοδος της Ελλάδας από την ευρωζώνη για την εφαρμογή ενός προοδευτικού ανορθωτικού προγράμματος, παρά τις δυσκολίες που θα τη συνοδεύσουν στην αρχική φάση, δεν συνιστά καθόλου μια καταστροφική επιλογή, όπως σκόπιμα προπαγανδίζουν οι κυρίαρχοι κύκλοι.
Η έξοδος από την Ευρωζώνη στο πλαίσιο ενός προοδευτικού προγράμματος, μπορεί να αξιοποιηθεί θετικά από μία κυβέρνηση της Αριστεράς για να ανασυγκροτηθεί προοδευτικά η παραγωγική βάση της χώρας, να ενισχυθεί σημαντικά η απασχόληση, να προστατευθεί στοιχειωδώς η ελληνική οικονομία και κυρίως για να υπάρξει ευνοϊκή και ισχυρή χρηματοδότηση για ένα ευρύ πρόγραμμα παραγωγικών δημόσιων επενδύσεων και ρευστότητα στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και τη μικρομεσαία αγροτιά».
Η έξοδος από την Ευρωζώνη στο πλαίσιο ενός προοδευτικού προγράμματος, μπορεί να αξιοποιηθεί θετικά από μία κυβέρνηση της Αριστεράς για να ανασυγκροτηθεί προοδευτικά η παραγωγική βάση της χώρας, να ενισχυθεί σημαντικά η απασχόληση, να προστατευθεί στοιχειωδώς η ελληνική οικονομία και κυρίως για να υπάρξει ευνοϊκή και ισχυρή χρηματοδότηση για ένα ευρύ πρόγραμμα παραγωγικών δημόσιων επενδύσεων και ρευστότητα στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και τη μικρομεσαία αγροτιά».
Φυσικά, δεν αναφέρεται λέξη, με ποιον τρόπο θα βρεθούν τα χρήματα για τις επικαλούμενες δημόσιες επενδύσεις, ούτε με ποιον τρόπο θα γίνονται οι εισαγωγές των πρώτων υλών που θα απαιτούνται (από καύσιμα μέχρι απλές βίδες).
Ούτε αναφέρεται έστω μια λέξη, για το που θα φτάσει το ήδη σοβαρά υποβαθμισμένο βιοτικό και οικονομικό επίπεδο των Ελλήνων.
Όλα πέριξ του ιδεατού κόσμου της ουτοπίας μέσα στην οποία ζει, τόσο ο ίδιος, όσο και πολλοί ομοϊδεάτες του, αλλά και λοιποί συμπορευόμενοι αριστεροδεξιοί.
Αφηρημένες έννοιες χωρίς την παραμικρή αίσθηση της πραγματικότητας που αναφέρει ότι στις ημέρες μας «η εθνική μονάδα, κάθε εθνική μονάδα εντάσσεται ολοένα και πιο βαθιά μέσα σ’ αυτό το πλέγμα που ονομάζουμε κόσμο» (Δ. Ευρυγένης).
Είναι περίεργο, που δυνάμεις γαλουχημένες με τον καταστροφικό κρατισμό, θυμούνται σήμερα να προβληματιστούν για την χαμένη κυριαρχία της Ελλάδας, όταν η ιστορία έχει καταγράψει το Ναβαρίνο και τους στενούς δεσμούς της χώρας με την Ευρώπη.
Είναι οξύμωρο να μιλάνε για χαμένη κυριαρχία της Ελλάδας, όταν αυτή –όπως την εννοούν- δεν χάθηκε με την υπογραφή του Μνημονίου από τον Γιώργο Παπανδρέου, αλλά από την είσοδο στην τότε ΕΟΚ (1979) και από την ταύτισή της με την Ευρωζώνη (2001), όπου οικειοθελώς εγκαταλείψαμε τη δραχμή.
Κοντολογίς, όπως αναφέρει κι ο Νίκος Αλιβιζάτος, «οι περιορισμοί που δεχόμαστε στην εθνική μας κυριαρχία μπορεί να είναι δυσβάσταχτοι και δυστυχώς κάποτε εξευτελιστικοί. Αποτελούν εν τούτοις το τίμημα της συμμετοχής μας στην Ε.Ε.
Αν δεν την επιθυμούμε, δεν έχουμε παρά να τραβήξουμε τον δικό μας δρόμο».
Το θέλουμε;
Αντί, λοιπόν, όσοι κινούνται στο παρασκήνιο κι όσοι μιλάνε αφρόνως από το προσκήνιο, να καθίσουν και να σκεφτούν την ωμή πραγματικότητα και με ποιον τρόπο θα απεγκλωβιστεί η χώρα από τα καρκινώματα που έχουν εξασφαλίσει αθέμιτα προνόμια εις βάρος των πολλών, αντί να σκεφτούν ότι ακόμη και σήμερα συνδικαλιστές διοικούν –ή έστω συνδιοικούν- μεγάλες κρατικές επιχειρήσεις –ελλειμματικές κατά κόρον- αντί να σκεφτούν ότι ο άκρατος κομματισμός και το βόλεμα ημετέρων συνεχίζεται, λειτουργούν ως απρόκλητοι και εκκολαπτόμενοι σωτήρες.
Φοβάμαι ότι την κορύφωση του ελληνικού δράματος δεν την έχουμε δει ακόμη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου