Γράφει
ο
Μιχάλης Δεμερτζής
Τα αντιμεταρρυθμιστικά αντανακλαστικά μιας
κοινωνίας δεν είναι μόνο αναμενόμενα.
Είναι και θεμιτά.
Αυτό που αποτελεί
παθογένεια είναι η Αντιμεταρρύθμιση σαν πυλώνας πολιτικής ταυτότητας.
Όχι
δηλαδή σαν αντανακλαστικό, αλλά σαν αυτοσκοπός και, στη περίπτωση της Ελλάδας,
σαν την πιο σταθερή πολιτική πρακτική. Δεν ομιλούμε για τον Συντηρητισμό ως κοινωνική και πολιτική συνιστώσα, αλλά για τη θεσμικά διατυπωμένη άρνηση μίας
κοινωνίας στην αλλαγή.
Αυτό που συμβαίνει με τη χώρα μας είναι
ιδιαίτερο
σε σύγκριση με άλλα δυτικά κράτη.
Στις ανεπτυγμένες κοινωνίες, τα προβλήματα
«αποϊδεολογικοποιούνται» προκειμένου να λυθούν. Εκεί, τα κόμματα διατηρούν την
ιδεολογική τους ταυτότητα, αλλά αντιμετωπίζουν τα ζητήματα με τρόπο "εργαλειακό".
Στην Ελλάδα συμβαίνει το αντίθετο: Ιδεολογικοποιείται η μη λύση των
προβλημάτων.
Τα κόμματα δεν έχουν ως προτεραιότητα τη λύση του εκάστοτε
ζητήματος, αλλά τη συντήρηση των εκλογικών τους ποσοστών.
Για τους Έλληνες
πολιτικούς, ο τρόπος αντιμετώπισης έξω από το κομματικό συμφέρον κατά κανόνα
κατηγορείται ως «τεχνοκρατικός» (είναι ενδιαφέρον το πόσο αρνητικά είναι
φορτισμένος αυτός ο όρος στην Ελλάδα).
Σημασία έχει πώς θα καλυφθούν κομματικά
και ιδεολογικά τα (μη) πεπραγμένα τους.
Καλύτερο παράδειγμα από τη σημερινή
κυβέρνηση δεν θα μπορούσαμε να έχουμε.
Η τρέχουσα εκτελεστική εξουσία της χώρας κάνει το
χειρότερο που θα μπορούσε να κάνει:
Δεν «εκτελεί».
Δεν κυβερνά.
Τουλάχιστον στο
πεδίο που υποφέρει περισσότερο η Ελλάδα, στην αγορά, η αδράνεια υπό τις
παρούσες συνθήκες είναι αδικαιολόγητη. Από την τελευταία πρόταση, τα στελέχη
του ΣΥΡΙΖΑ δεν προσπαθούν να διαψεύσουν το «αδράνεια», αλλά το «αδικαιολόγητη».
Δικαιολογούν ή, για να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι, ιδεολογικοποιούν την απραξία
τους.
Είναι μάλλον πρωτότυπο μια κυβέρνηση να προσπαθεί να δικαιολογήσει σε
τέτοιο βαθμό το γιατί δεν κάνει τίποτα ουσιαστικό (προφανώς λόγω έξωθεν πιέσεων
αλλά μάλλον και επειδή η ανάγκη για πολλές αλλαγές είναι πιο επείγουσα από
ποτέ) και αυτό την οδηγεί σε δηλώσεις διανθισμένες από την κομματική της
ιδεολογία, που θα ταίριαζαν πολύ καλύτερα σε αντιπολίτευση.
Τελευταίο παράδειγμα δήλωσης «αντιπολιτευτικού
τύπου» είναι αυτή του κ. Μάρδα περί ατολμίας των προηγούμενων κυβερνήσεων να
εφαρμόσουν μεταρρυθμίσεις.
Αν κάνουμε μία μικρή αναδρομή στο φαινόμενο, θα
θυμηθούμε και άλλα, ακόμα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα:
- Κατηγορίες του πρωθυπουργού σε βάρος Ευρωπαίων
εταίρων και του ίδιου του μνημονίου λίγες μόλις ώρες μετά την υπογραφή του.
- Δηλώσεις της «λαφαζανικής πτέρυγας» που
συνοψίζονται στο «Πολιτικά διαφωνούμε κάθετα και στηρίζουμε τη κυβέρνηση»(!).
- Κάλεσμα του ΣΥΡΙΖΑ για συμμετοχή στις απεργίες.
- Θεσμοθέτηση των απεργιών των δημοσίων υπαλλήλων
(με τη προσθήκη των εσόδων από τις απεργίες στον προϋπολογισμό του 2016).
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ έχει επίσης ξεπεράσει τους
προκατόχους της στη προσφιλή τακτική των υπουργών να «διαρρέουν» μέσω των
συνεργατών τους σκέψεις ή προθέσεις για αλλαγές, ώστε να καταγραψουν τις
αντιδράσεις του κοινού.
Αυτή η συνήθεια ήταν πάντοτε βλαβερή για την αγορά,
αλλά ειδικά τον καιρό της κρίσης, είναι ακόμα πιο οδυνηρή.
Αυτό δε που προκαλεί
εντύπωση, είναι η ευκολία με την οποία η κυβέρνηση ανακαλεί αλλαγές, κάποιες
από τις οποίες- εκτός από το προσδοκόμενο όφελος- μπορούσαν να έχουν από
ελάχιστο έως μηδαμινό αντίκτυπο στη κοινωνία, οπότε και το πολιτικό τους κόστος
θα ήταν μικρό (πχ. χρήση πιστωτικών καρτών στις συναλλαγές με ιατρούς).
Σε πρακτικό επίπεδο, το πώς αντιλαμβάνεται ο ΣΥΡΙΖΑ, ως κόμμα, την αγορά έχει μικρότερη σημασία- ιδιαίτερα εν καιρώ κρίσης- σε σχέση
με το τι κάνει για την αγορά ως κυβέρνηση.
Δεν είναι απαραίτητα κακό να είναι
ιδεολογικά αντίθετος με τις ιδιωτικοποιήσεις δημόσιων επιχειρήσεων. Κακό είναι
που δεν κάνει τίποτα ως εξουσία για να τις εξυγιάνει.
Ούτε είναι κακό να έχει
ως βασική προτεραιότητα τα εργασιακά δικαιώματα. Κακό είναι να μην ενδιαφέρεται
για το επιχειρηματικό περιβάλλον από το οποίο εξαρτάται ποιοι και πόσοι θα
μπορούν να ασκούν αυτά τα δικαιώματα.
Δεν είναι καν κακό να θεωρεί ότι οι
κρατικοποιήσεις τραπεζών θα ωφελήσουν την κοινωνία. Είναι όμως κακό να αδιαφορεί
για τον ρόλο των υπαρχουσών τραπεζών στην αγορά, οπότε και να φτάνουμε σήμερα
να μιλάμε για τεράστιες απώλειες στην αξία των μετοχών τους.
Εν ολίγοις, ενώ ο κυβερνών πρέπει να περάσει από
την ιδεολογία στη πράξη, να παράξει έργο, ο ΣΥΡΙΖΑ από την απραξία παράγει
ιδεολογία.
Και η Ελλάδα ως χώρα, ενώ έχει πολύ δρόμο να διανύσει, στέκεται
ακίνητη και αυτό οπωσδήποτε πρέπει να αλλάξει.
Για το τι ακριβώς χρειάζεται,
έχουν λεχθεί και έχουν γραφτεί πολλά και σίγουρα υπάρχουν διαφωνίες.
Ας
συμφωνήσουμε όμως σαν κοινωνία ότι καταρχήν πρέπει να γίνει κάτι, να αλλάξει
κάτι- οτιδήποτε.
Και θα πρέπει να καταλάβουμε πως αυτό το κάτι, η όποια αλλαγή,
θα δυσαρεστήσει κάποιους- αναγκαστικά. Οπότε πρέπει να βρεθούν οι πολιτικοί που
είναι διατεθειμένοι να δυσαρεστήσουν μέρος της κοινωνίας.
Ας βρούμε έναν
πολιτικό, έστω έναν, διατεθειμένο να συγκρουστεί και ας του δώσουμε την
ευκαιρία να το κάνει.
Τότε η Ελλάδα θα έχει κάνει ένα μικρό βήμα προς τα
εμπρός.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου