Γράφει
ο Τάσος Αβραντίνης
Το
σχέδιο νόμου για την Ανώτατη Εκπαίδευση που έθεσε σε διαβούλευση η κυβέρνηση
Τσίπρα προβλέπει μεταξύ άλλων την απαγόρευση στα μέλη ΔΕΠ των πανεπιστημίων να
λαμβάνουν αμοιβές για τη διδασκαλία τους σε μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών.
Η
προτεινόμενη ρύθμιση αποτελεί μια ακόμη κυβερνητική «πρωτοτυπία», η οποία
πλήττει ευθέως το ανταγωνιστικό πανεπιστημιακό πρότυπο που επικρατεί διεθνώς,
αποστερώντας τους διδάσκοντες μέλη ΔΕΠ από την αμοιβή για το πρόσθετο αυτό
διδακτικό έργο.
Είναι δε βέβαιο ότι εάν
εφαρμοστεί θα αποτελέσει σοβαρό πλήγμα
για τα μεταπτυχιακά προγράμματα των ελληνικών πανεπιστημίων.
Ας
δούμε πιο αναλυτικά το ζήτημα.
Τα τελευταία χρόνια με τις αλλαγές που
υιοθετήθηκαν στην τριτοβάθμια εκπαίδευση αναπτύχθηκε μια σημαντική αγορά
μεταπτυχιακών σπουδών στα ελληνικά ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, η οποία
αριθμεί σήμερα 806 διαφορετικά προγράμματα, τα οποία καλύπτουν ένα ευρύτατο
φάσμα επιστημονικών αντικειμένων[1]. Από αυτά, τα 580 (ποσοστό 72%) έχουν
θεσπίσει δίδακτρα.
Ο μέσος όρος των διδάκτρων κυμαίνεται περίπου στις 3.500
ευρώ ανά κύκλο σπουδών.
Επίσης, περισσότεροι από είκοσι (20) κατά μέσο όρο
μεταπτυχιακοί φοιτητές εκπαιδεύονται σε κάθε ένα από αυτά τα προγράμματα. Συνεπώς
σήμερα τα μεταπτυχιακά με δίδακτρα εισπράττουν ετησίως περίπου σαράντα ένα
εκατομμύρια ευρώ (41.000.000 ευρώ) εκπαιδεύοντας περίπου 12.000 φοιτητές. Για
να καταστεί κατανοητό αυτό το οικονομικό μέγεθος θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο
προϋπολογισμός του μεγαλύτερου πανεπιστημίου της χώρας (του ΕΚΠΑ) θα είναι 9,5
εκατ. ευρώ για το 2016.
Η
έκρηξη αυτή των μεταπτυχιακών σπουδών στη χώρα μας συντελέστηκε μόλις την
τελευταία δεκαετία και είναι ένα σαφές δείγμα του τι μπορεί να επιτύχουν τα
ελληνικά ΑΕΙ όταν απελευθερωθούν από τον ασφυκτικό κρατικό εναγκαλισμό.
Έτσι,
σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ συγκριτικά με το 2001-2002, η αύξηση των νέων
που οδηγούνται σε μεταπτυχιακές σπουδές φθάνει το 186,7%.
Πρωταγωνιστές της
αύξησης ήταν κυρίως τα πανεπιστήμια της περιφέρειας.
Η
διεύρυνση της πρόσβασης σε μεταπτυχιακά στην Ελλάδα είχε και μία ακόμη πολύ
σημαντική θετική συνέπεια.
Σταμάτησε η διαρροή φοιτητών στο εξωτερικό, αφού την
ίδια με την αύξηση των μεταπτυχιακών χρονική περίοδο μειώθηκε στο μισό ο
αριθμός των Ελλήνων φοιτητών στα πανεπιστήμια του εξωτερικού. Έτσι ο αριθμός
των Ελλήνων φοιτητών στο εξωτερικό από 61.694 το 2001 μειώθηκε σε 29.091 το
2010, σύμφωνα με στοιχεία του ΟΟΣΑ.
Το κέρδος από τη μείωση του αριθμού των
Ελλήνων φοιτητών στο εξωτερικό ήταν, εκτός των άλλων, και τα χρήματα που
εξοικονομήθηκαν και δεν επιβάρυναν το ισοζύγιο της χώρας. Συγκεκριμένα
υπολογίζεται πως με τη μείωση του αριθμού των φοιτητών που σπουδάζουν στο
εξωτερικό εξοικονομούνται, με συντηρητικούς υπολογισμούς, και παραμένουν
ετησίως στη χώρα περίπου επτακόσια εκατομμύρια ευρώ (700.000.000 ευρώ).
Τι
οδήγησε όμως στην εκρηκτική αύξηση των μεταπτυχιακών σπουδών στην Ελλάδα;
●
Ο βασικός λόγος είναι ότι δόθηκε η δυνατότητα στα ελληνικά ανώτατα ιδρύματα να
λειτουργήσουν με ιδιωτικο-οικονομικά κριτήρια και να υιοθετήσουν πολιτικές
κινήτρων, ένα εκ των οποίων είναι και η προοπτική κάποιου επιπλέον εισοδήματος
για τους χιλιάδες άξιους επιστήμονες που υπηρετούν σε αυτά ως μέλη ΔΕΠ. Για
πρώτη φορά μέλη ΔΕΠ του ίδιου γνωστικού αντικειμένου και της ίδιας βαθμίδας με
άλλα ελάμβαναν υψηλότερες αποδοχές ως αποτέλεσμα του πρόσθετου διδακτικού έργου
τους στα μεταπτυχιακά προγράμματα των τμημάτων τους.
●
Σημαντική αιτία υπήρξε ακόμη και η προοπτική προσέλκυσης ιδιωτικών πόρων, σε
μια περίοδο μάλιστα όπου οι απολαβές των Ελλήνων πανεπιστημιακών μειώθηκαν
σημαντικά, όπως και η κρατική χρηματοδότηση.
Στον προϋπολογισμό του 2016 που
κατήρτισε η αριστερή κυβέρνηση του Α. Τσίπρα προβλέπεται περαιτέρω μείωση κατά
20% της κρατικής χρηματοδότησης στα ΑΕΙ και ΤΕΙ της χώρας.
Με
τη ρύθμιση που εισάγει ο νέος νόμος για τα ΑΕΙ εξαλείφεται πλήρως το κίνητρο
των διδασκόντων μελών ΔΕΠ, καθώς δεν επιτρέπεται πλέον σ’ αυτά να λαμβάνουν
αμοιβές για τη διδασκαλία τους σε μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών.
Η
ρύθμιση έρχεται από την αριστερή κυβέρνηση την «κατάλληλη στιγμή».
Όταν ήδη
σημαντικός αριθμός ιδιαίτερα νέων μελών ΔΕΠ φεύγει από τα ελληνικά πανεπιστήμια
κατευθυνόμενος προς πανεπιστήμια του εξωτερικού και ταυτόχρονα εντείνεται το
κύμα μαζικών συνταξιοδοτήσεων των μελών ΔΕΠ μεγαλύτερης ηλικίας.
Υπολογίζεται
ότι ένας στους οκτώ πανεπιστημιακούς θα συνταξιοδοτηθεί τα επόμενα τρία χρόνια,
κάτι που εάν συμβεί θα δημιουργήσει σημαντικές δυσλειτουργίες στο
διδακτικό-εκπαιδευτικό έργο και στην έρευνα αλλά και τεράστια προβλήματα στα
προγράμματα σπουδών.
Επιπλέον
προξενεί το ενδιαφέρον ότι η επίμαχη ρύθμιση καταργεί μόνο τις αμοιβές των
μελών ΔΕΠ και όχι τις αντίστοιχες των υπόλοιπων διδασκόντων σ’ αυτά (ξένων
καθηγητών, διδακτόρων κοκ) ή του διοικητικού και τεχνικού προσωπικού των ΑΕΙ.
Θα
αναρωτηθεί κανείς γιατί η κυβέρνηση εισηγείται μια τέτοια ρύθμιση;
Πρώτον,
διότι έφθασε η ώρα της ικανοποίησης των «δικαίων» των κομματικών της
υποστηρικτών στο πανεπιστήμιο. Με τη ρύθμιση ικανοποιείται... ψυχολογικά μια
μικρή μερίδα μελών ΔΕΠ που ανήκουν στον ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίοι τα προηγούμενα χρόνια
επετίθεντο μανιωδώς στη μεγάλη πλειονότητα των αξίων σε αντίθεση μ’ αυτούς
συναδέλφων τους που οργάνωναν με επιτυχία και ανέπτυσσαν μεταπτυχιακά
προγράμματα με δίδακτρα.
Δεύτερον
και κυριότερο, η Κυβέρνηση αντί ως αριστερή να υλοποιήσει τουλάχιστον τις
προεκλογικές δεσμεύσεις της και να καταργήσει τα δίδακτρα στα μεταπτυχιακά,
προτιμά με δημοσιονομική λογική να «βάλει χέρι» στα μη ευκαταφρόνητα έσοδα που
αποφέρουν τα μεταπτυχιακά, επιχειρώντας να καλύψει με αυτά τις «τρύπες» της
μειωμένης κρατικής χρηματοδότησης της ανώτατης εκπαίδευσης.
Ποιο
είναι το πρόβλημα με την επίμαχη ρύθμιση;
Όπως και σε πολλές άλλες παρόμοιες η
Κυβέρνηση δεν μπορεί να υπολογίσει τις όχι αμέσως ορατές συνέπειες της
πολιτικής της. Βλέπει μόνο τα 41 εκατ. ευρώ των διδάκτρων.
Δεν μπορεί ως
αριστερή ασφαλώς να κάνει δυσκολότερους υπολογισμούς.
Δεν είναι σε θέση να
αντιληφθεί ότι χωρίς το κίνητρο του κέρδους δεν υπάρχει διάθεση για ανάπτυξη
και δημιουργία.
Εάν τα μέλη ΔΕΠ του πανεπιστημίου δεν έχουν οικονομικό κίνητρο,
γιατί άραγε θα συνεχίσουν να διδάσκουν, να εργάζονται, να συντηρούν και να
αναπτύσσουν μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών; Εάν η επίμαχη διάταξη εφαρμοστεί
σταδιακά, τα μεταπτυχιακά προγράμματα θα αρχίσουν να φθίνουν μέχρις εξαφανίσεως,
οι πόροι για τα ελληνικά πανεπιστήμια θα συρρικνωθούν, οι άξιοι Έλληνες
καθηγητές θα αναζητήσουν αλλού την τύχη τους, εκατοντάδες θέσεις διοικητικού
και τεχνικού προσωπικού καθώς και νέων επιστημόνων θα χαθούν, ενώ η ζήτηση για
μεταπτυχιακές σπουδές που σήμερα εξυπηρετείται κατά μεγάλο ποσοστό από τα
ελληνικά ΑΕΙ θα μεταναστεύσει και πάλι προς το εξωτερικό.
Η
επίμαχη ρύθμιση αποδεικνύει για πολλοστή φορά ότι η μεγαλύτερη μέχρι σήμερα
αποτυχία της αριστερής κυβέρνησης Τσίπρα είναι συνολικά η εκπαιδευτική πολιτική
της.
*Ο
Τάσος Ι. Αβραντίνης είναι δικηγόρος και αντιπρόεδρος της Δράσης.
Πηγή: Liberal.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου