Τρίτη 23 Ιανουαρίου 2018

Συλλαλητήριο –καθρέφτης του βολονταρισμού μας


Από τη Θεσσαλονίκη
γράφει
ο Μιχάλης Δεμερτζής


Την Κυριακή, ένα μεγάλο κομμάτι του ελληνικού λαού εξέφρασε την απόλυτη αντίθεσή του στη χρήση του όρου «Μακεδονία» στην ονομασία της γείτονος, με κεντρικό σύνθημα το παλιό καλό «Η Μακεδονία είναι ελληνική».
Το συγκεκριμένο κομμάτι, δηλαδή, ενώ έδειξε ότι το απασχολεί έντονα το ζήτημα, ότι έχει
ευαισθησίες σε ό,τι αφορά την ιστορία του τόπου και των προγόνων του (το θέμα της ονομασίας άλλωστε είναι και θέμα ταυτότητας και ιστορίας, για αυτό είναι και δύσκολο), ταυτόχρονα έδειξε και ότι δεν νοιάζεται για τις συνέπειες που ακολούθησαν την ίδια αδιάλλακτη στάση το 1992 (με μαζικότερο συλλαλητήριο τότε), για τη θέση που πήρε η Ελλάδα το 2008, για το τι μέλλει γενέσθαι με την πΓΔΜ εάν συνεχιστεί όλο αυτό…
Δεν νοιάζεται καν για το πού βρίσκεται στα αλήθεια η Μακεδονία, γιατί, εδώ που τα λέμε, η Μακεδονία είναι μεν ελληνική, αλλά μόνο εν μέρει. Δεν λέμε ότι δεν το γνωρίζει. Τ
ο γνωρίζει, απλά δεν νοιάζεται.
Ούτε για το τι λένε κάποιοι συμπολίτες του ή οι πολιτικοί που ψήφισε νοιάζεται. 
Η λέξη «συμβιβασμός» καταργήθηκε από τον δημόσιο διάλογο στη Β. Ελλάδα τη βδομάδα πριν το συλλαλητήριο και τη θέση της πήρε ο «ενδοτισμός».
Λες και το «έτσι θέλω» ή το «έχω δίκιο» είναι διαπραγμάτευση, λες και, αν επιμείνουμε πολύ, η πΓΔΜ θα εξαφανιστεί.
Επιπλέον, όση καλή διάθεση και αν υπήρχε, που υπήρχε, η συγκέντρωση είχε δύο στιγμές κορύφωσης που, δυστυχώς, τη χαρακτήρισαν. Τη μετατροπή της σε λαϊκή συνέλευση με τη γραπτή απόφαση-εντολή προς το Κοινοβούλιο και τον κεντρικό της ομιλητή, που αν τον άκουγε κανείς, θα νόμιζε ότι ετοιμάζεται εισβολή από τον βορρά.
Εν ολίγοις, από την οπτική του συλλαλητηρίου, η πραγματικότητα δεν παίζει κανένα ρόλο.
Από την άλλη πλευρά, ένα άλλο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας, που διαφωνεί με το προηγούμενο κομμάτι, και ίσως θεωρεί εαυτόν πιο «προοδευτικό» από όλους τους υπόλοιπους, θεώρησε σωστό να χαρακτηρίσει τον κόσμο που κατέβηκε στο συλλαλητήριο ως «ακραίους», «εθνικιστές» και «χρυσαυγίτες», μόνο που τις αγριοφωνάρες, τις φωτιές και τα έκτροπα που είδαμε να συμβαίνουν με τους Αγανακτισμένους, δεν τα είδαμε να συμβαίνουν την περασμένη Κυριακή.
Υπήρχαν βέβαια εξτρεμιστές και γραφικοί, υπήρχαν τα μέλη της Χρυσής Αυγής σε περίοπτες θέσεις, υπήρχαν κι οι (πολύ) αμφιβόλου κύρους ομιλητές, αλλά η αλήθεια είναι ότι η μαζική κινητοποίηση του απλού κόσμου «κατάπιε» τις ακρότητες.
Επίσης, τυγχάνει να κατέβηκαν στο συλλαλητήριο και κάποιοι που συμφωνούν με το «Σλαβομακεδονία», που εμφανίζεται πλέον ως εκτός διαπραγμάτευσης, αλλά διαφωνούν, λ.χ., με το «Νέα» ή «Βόρεια Μακεδονία», που φαίνονται επικρατέστερα. 
Άνθρωποι, δηλαδή, που κάθε άλλο παρά εθνικιστές ή ακροδεξιοί είναι.
Αλλά αφού και αυτό το «προοδευτικό» κομμάτι πιστεύει ότι έχει δίκιο, βλέπει την πραγματικότητα σαν λεπτομέρειες που θα του χαλάσουν την ισοπέδωση.
Τέλος, τα κυρίαρχα ΜΜΕ έκαναν και το… καλύτερο απ’ όλα. 
Ολόκληρη η ελληνική τηλεόραση, δημόσια και ιδιωτική, αγνόησε και αυτή με τη σειρά της την πραγματικότητα, αγνοώντας όλες αυτές τις χιλιάδες κόσμου που αγνοούν την πραγματικότητα! 
Σαν να μην έγινε ένα συλλαλητήριο που γέμισε την παραλιακή της Θεσσαλονίκης, αλλά συγκέντρωση του ΠΑΜΕ στο Μακεδονίας-Θράκης.
Βάλτε τώρα όλα αυτά μαζί με τα γνωστά και αγαπημένα «Έξω οι ξένοι», «Δεν πληρώνω», «Το χρέος είναι παράνομο, επαχθές και επονείδιστο» και άλλα αντιμνημονιακά και έχετε ολοκληρωμένη την παραίσθηση που λέγεται Ελλάδα.
Δύο είναι τα αβίαστα συμπεράσματα που βγαίνουν από τα παραπάνω. 
Πρώτον, ο Έλληνας είναι πάντα έτοιμος να βγει στις πλατείες για να φωνάξει πόσο τον αδικούν οι κακοί ξένοι και οι προδότες πολιτικοί του.
Δεύτερον, στη χώρα μας δεν γίνεται νηφάλιος διάλογος για τίποτα.
Και, με το πρώτο να τροφοδοτεί το δεύτερο σε έναν φαύλο κύκλο εθελοτυφλίας, το συμπέρασμα των συμπερασμάτων είναι ότι το μέλλον μας ως έθνος προδιαγράφεται δυσοίωνο.
Έχουμε περάσει ήδη οκτώ χρόνια δύσκολης οικονομικής κρίσης και η δημόσια αντιπαράθεση κινείται ανάμεσα σε ύβρεις υπουργών στο Twitter, αφορισμούς στο Facebook και απειλές στον δρόμο. Αν σκεφτούμε ότι επί Αγανακτισμένων τα ΜΜΕ έδιναν τουλάχιστον απευθείας εικόνα από τις πλατείες, τώρα είμαστε χειρότερα.
Ιδιωτικά ή δημόσια, προτιμούμε η κανονική συζήτηση για σοβαρά θέματα να διεξάγεται σε ασφαλή κύκλο, όπου όλοι συμφωνούμε, και κρατάμε για τους «απέναντι» την ωμή σύγκρουση. 
Οπότε ο διάλογος είναι ένα κυνήγι εντυπώσεων, όταν δεν είναι ξύλο. 
Η εναλλακτική είναι η σιωπή, εκείνη που διάλεξαν και τα τηλεοπτικά κανάλια την Κυριακή.
Και κάπως έτσι, η ουσία της δημοκρατίας, ο συμβιβασμός, η σύγκλιση και η σύνθεση των διαφορετικών απόψεων, πηγαίνει περίπατο. Με αυτό τον τρόπο, καμία ασκούμενη πολιτική δεν νομιμοποιείται στα μάτια της κοινωνίας.
Με άλλα λόγια, υπό αυτές τις συνθήκες, όχι τα θέματά μας με τις γειτονικές μας χώρες θα μπορούμε να λύσουμε, αλλά ούτε τα θέματά μας με τον καθρέπτη.


2 σχόλια:

  1. Μπράβο, έλλειψη διαλόγου, η είσαι με εμένα η είσαι εχθρός μου.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Έτσι ακριβώς. Ευχαριστώ για την ανάγνωση και το σχόλιο κ. Συριώτη.

      Διαγραφή