Γράφει
ο Μιχάλης Δεμερτζής
Α.
Τα λάθη
Οι αντιπολιτευτικές φωνές που προειδοποιούσαν την
κυβέρνηση να μην μπλέξει στη διαπραγμάτευση προσφυγικό με οικονομικά, φαίνεται
να δικαιώνονται. Το προσφυγικό είναι ζήτημα γεωπολιτικής υφής και είναι
υπερβολικά σοβαρό για να παζαρεύεται με νομοσχέδια που, σε τελική ανάλυση,
έπρεπε να είχαμε καταρτίσει ως κράτος από μόνοι μας.
Η κυβέρνηση φυσικά το αγνόησε αυτό, όπως αγνοεί
οτιδήποτε αξιώνει κόπο και σχέδιο.
Κι αν κάποιος σπεύσει να πει πώς δεν
γίνεται να
ξεχωρίσεις τα δύο ζητήματα, καθώς η οικονομική κατάσταση επηρεάζει σε μεγάλο
βαθμό όλους τους πολιτικούς τομείς, θα σημειώσουμε ότι η άσκηση εξωτερικής
πολιτικής εξαρτάται από τη διεθνή θέση μιας χώρας, η οποία με τη σειρά της
εξαρτάται από το πόσο σοβαρός και συνεννοήσιμος εταίρος θεωρείται αυτή η χώρα.
Επ’ αυτού, θα θυμίσουμε τη στάση της γερμανικής κυβέρνησης ενάμιση χρόνο πριν,
σύμφωνα με την οποία η Ελλάδα δεν έπρεπε να πιεστεί στα εξωτερικά μέτωπα, με
δεδομένες τις δύσκολες αποφάσεις στα οικονομικά (βλ. σχετικό ρεπορτάζ της
εφημερίδας «Καθημερινή», 15/8/2014).
Η κυβέρνηση Συριζανέλ όχι μόνο δεν προσπάθησε να
διαχωρίσει, αλλά, αντίθετα, συνδίασε την εξωτερική πολιτική με την οικονομική
κρίση νωρίς νωρίς, με έναν ανεκδιήγητο υπουργό Άμυνας να απειλεί να
απελευθερώσει Τζιχαντιστές στην Ευρώπη αν μας ζορίσουν.
Και, σαν να ήθελε η Ιστορία να δει αν όντως ο Πάνος
Καμμένος μπλοφάρει, τα έφερε έτσι ώστε η χώρα να αντιμετωπίζει ένα άνευ
μεταπολεμικού προηγουμένου πρόβλημα προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών.
Για να είμαστε ακριβέστεροι, δεν τα έφερε μόνη της
έτσι η Ιστορία. Βοήθησε πολύ και η ελληνική κυβέρνηση, προβαίνοντας στα
αντίθετα από τα δέοντα. Εκτός από τις προεκλογικές θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ που,
μεταξύ άλλων, περιλάμβαναν τη δημιουργία διαύλων εισόδου (sic) για τους
πρόσφυγες και πέρα από τη περίφημη πρόσκληση για ηλιοθεραπεία της κυρίας
Χριστοδουλοπούλου, το πρώτο πράγμα που έκανε ήταν η κατάργηση των κέντρων
υποδοχής των μεταναστών. Αυτά που καλείται σήμερα να ξανά- ανοίξει. Αν
προσθέσουμε σε αυτά και το γεγονός πως η κατάσταση στη Συρία εκτραχύνθηκε με
τον βομβαρδισμό του Κομπανί, δηλαδή μες στο 2014, συμπεραίνουμε αυτομάτως ότι
το προσφυγικό/μεταναστευτικό πρόβλημα στην Ελλάδα δεν οξύνθηκε τόσο λόγω
αρνητικών παγκόσμιων συγκυριών, όσο αρνητικών κυβερνητικών χειρισμών.
Η εκπεφρασμένη- και πάντως όχι αθέμιτη- επιθυμία
της ελληνικής κυβέρνησης να δημιουργήσει μία ασφαλή οδό διαφυγής στους
πρόσφυγες δεν έχει καμία ρεαλιστική βάση, εφόσον η Ελλάδα δεν συνορεύει
απευθείας με το κράτος προέλευσης και, σε κάθε περίπτωση, είναι κάτι τελείως
διαφορετικό από τη πολιτική ανοιχτών συνόρων.
Η διόγκωση του προβλήματος βρήκε τον κρατικό
μηχανισμό εντελώς ανέτοιμο και η κυβερνητική επιχειρηματολογία περί
ανθρωπιστικού προβλήματος απέναντι στις ευρωπαϊκές συστάσεις έτυχε της
αντιμετώπισης που της άξιζε. Αγνοήθηκε. Το ότι το πρόβλημα έχει ανθρωπιστική
πλευρά δεν σχετίζεται με το πόσο καλά κάνει το κράτος τη δουλειά του. Η ορθή
καταγραφή των προσώπων εντός της επικράτειάς του είναι, αν όχι η βασικότερη,
από τις βασικότερες υποχρεώσεις του, είτε μιλάμε για γηγενείς είτε για
αλλοδαπούς, είτε εν καιρώ ευμάρειας είτε εν καιρώ κρίσης. Ας κάναμε ως χώρα τα
αυτονόητα και ας συνέχιζε η αριστερά να πουλάει ευαισθησία στο κοινό της. Ούτως
ή άλλως, ανθρωπιστική κρίση θα υπήρχε ακόμα κι αν τα σύνορα της Ελλάδας ήταν
αδιαπέραστα.
Σίγουρα η Ευρώπη έχει ευθύνες στο ζήτημα και
μάλιστα σοβαρές. Το Δουβλίνο ΙΙ είναι μία προβληματική συμφωνία και, μεσούσης
της κρίσης, τα κράτη έχουν πάρει τα ηνία από την Ένωση στην παραγωγή πολιτικής.
Αλλά για το ότι η Ελλάδα δεν λογίζεται ως σοβαρός εταίρος, είναι μόνο δική της
ευθύνη. Και ας μην ξεχνάμε πως η χώρα μας έπαιξε τον δικό της ρόλο στην θεσμική
υποβάθμιση της Ένωσης, με τελευταίο παράδειγμα την επιμονή στο δημοψηφίσμα του
περασμένου καλοκαιριού, τορπιλίζοντας έτσι την τελευταία πραγματική (και
ουσιαστική σε επίπεδο αλληλεγγύης) πρωτοβουλία της Ένωσης- την πρόταση
Γιουνκέρ.
Όλα τα παραπάνω λάθη, σε καιρούς κρίσιμους, μπορούν
να στοιχίσουν ακριβά.
Β.
Αιγαίο
Όσο κι αν κατηγορήσει κανείς τις προηγούμενες κυβερνήσεις
για σιωπηρή ανοχή στις τουρκικές προκλήσεις, οφείλει να παραδεχτεί ότι τόσα
χρόνια το πρόβλημα το είχε η Τουρκία. Όποτε οι φορείς της τουρκικής διπλωματίας
προσπαθούσαν να διεθνοποιήσουν τις- κατά Τουρκία- διαφορές των δύο χωρών στο
Αιγαίο, οι ευρωπαίοι αξιωματούχοι τους παρέπεμπαν στην Ελλάδα: «Πρώτα βρείτε τα
μεταξύ σας και μετά μιλάμε».
Και για την Ελλάδα αρκούσε να κάνει το ελάχιστο. Να
μην ανοίγει συζήτηση για αυτά που θεωρούνται δεδομένα.
Τώρα το πρόβλημα το έχει η Ελλάδα. Για να είμαστε πιο συγκεκριμένοι, το πρόβλημα το
έχει όλη η Ευρώπη, αλλά για τη λύση του παρακάμπτει την Ελλάδα, επειδή δεν την
θεωρεί αξιόπιστο συνομιλητή. Και πώς θα μπορούσε να γίνει αλλιώς, εφόσον η χώρα
συστηματικά αγνοεί τις συμβατικές υποχρεώσεις της. Έτσι, οι πρωτοβουλίες της
Ευρώπης για λύση, αντί να οφελούν την Ελλάδα, την ζημιώνουν, καθώς η τελευταία
απουσιάζει από συζητήσεις επί θεμάτων που την αφορούν άμεσα.
Το αποτέλεσμα είναι να έρχεται η ελληνική κυβέρνηση
προ τετελεσμένων στο ΝΑΤΟ, κάτι που ίσως είναι περισσότερο σοβαρό από όσο
φαίνεται.
Και δεν λέμε ότι οι Τούρκοι μάς πήραν ξαφνικά το
Αιγαίο. Λέμε ότι, όταν συζητά η Τουρκία για το Αιγαίο με οποιονδήποτε άλλον
πλην Ελλάδας και την παίρνουν στα σοβαρά, τότε έχει γίνει αδιαμφισβήτητα ένα
βήμα πίσω για τη χώρα μας, απέναντι στη πάγια θέση της Τουρκίας περί
συνδιαχείρισης.
Γ.
ΠΓΔΜ
Και ας υποθέσουμε ότι στο θέμα του Αιγαίου οι
ανησυχίες μας είναι υπερβολικές. Δεν μπορούμε να πούμε όμως το ίδιο για αυτό
που συμβαίνει στα σύνορα με τη ΠΓΔΜ: Τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης
συνδράμουν στη προσπάθεια ενός τρίτου (εκτός Ένωσης) κράτους να κλείσει τα
σύνορά του σε ένα κράτος-μέλος της Ένωσης! Μετά και από αυτό, δεν είναι υπερβολικό
να πούμε πως έχουμε de facto αποκοπεί
από την Ευρώπη.
Δ. Grexit
Όπως προείπαμε, έχει και η Ευρώπη τις ευθύνες της
για τη χαλαρότητα των δεσμών ανάμεσα στα κράτη-μέλη, όμως η ελληνική κυβέρνηση
αρνείται να δουλέψει επάνω στα προβλήματα που την ταλανίζουν, εξάγοντας μέρος
από αυτά στους εταίρους της. Παράλληλα, έχει χάσει ουσιαστικά το δικαίωμα να
ζητήσει τη βοήθειά τους εξ αιτίας του αντιευρωπαϊσμού που έχει καλλιεργήσει στη
χώρα και, επιπλέον έχει χάσει και τον άτυπο τίτλο του ισότιμου συνομιλητή, εξ
αιτίας της αδράνειάς της. Μια χώρα που δεν μπορεί να εγγυηθεί τίποτα, δεν
μπορούν να της εγγυηθούν τίποτα και δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο χρόνος είναι
αμείλικτος.
Υπό τις παρούσες συνθήκες, το ζήτημα πλέον δεν
είναι να φύγει αυτή η κυβέρνηση. Αυτό, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, θα
συμβεί.
Το ζήτημα είναι πόση ζημιά θα κάνει μέχρι να φύγει.
Πολιτικά
έχουμε ήδη βγει από την Ευρώπη.
Μένει το νόμισμα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου