Παρασκευή 25 Οκτωβρίου 2013

Ασυνέπεια, αριθμοί κι ο μεταρρυθμιστικός μονόδρομος

Πολύς λόγος γίνεται εσχάτως για την επικείμενη ρήξη της κυβέρνησης με την τρόικα εξ αιτίας της επιμονής των δανειστών μας για νέα μέτρα που θα καλύψουν το χρηματοδοτικό κενό που παρουσιάζεται το 2014.
Πολύς λόγος γίνεται επιπλέον για το ενδεχόμενο μετατόπισης της λύσης που αναμένεται να δοθεί για το ελληνικό χρέος, μετά τον Ιούνιο και τις ευρωεκλογές.
Όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοικτά.
Ακόμη κι οι επώδυνες ρήξεις.
Είναι, όμως, υπεύθυνοι μόνο οι δανειστές όπως αφήνεται να εννοηθεί από κυβερνητικά χείλη και διάφορες διαρροές;
Μήπως κι εμείς έχουμε τεράστιες ευθύνες για το τέλμα;
Μήπως δεν έχουμε υλοποιήσει δεσμεύσεις μας;
Ας τα δούμε αναλυτικά τι δεν έχουμε κάνει.


  1. Αστάθεια φορολογικού πλαισίου
Είναι σαφές ότι το πρόβλημα στη χώρα μας δεν είναι μόνο οι υψηλότατοι φορολογικοί συντελεστές, αλλά και η αστάθεια των φορολογικών εκταμιεύσεων.
Κανένας φορολογούμενος δεν είναι σε θέση να γνωρίζει στην αρχή κάθε έτους, τι θα κληθεί να πληρώσεις στο τέλος.
Επιπλέον, κατά τη διάρκεια του έτους, ο κάθε φορολογούμενος επιχειρηματίας «αναγκάζεται» να καταβάλλει έκτακτες εισφορές, φόρους, υπέρογκες ασφαλιστικές δαπάνες και εξωπραγματικά πρόστιμα που λειτουργούν ως μοχλοί εκβιασμών των φορολογικών αρχών προς τον επιχειρηματία.

  1. Υπερφορολόγηση
Είναι σαφές ότι η κυβέρνηση για να μη θίξει τα κακώς κείμενα κι ενοχληθούν οι κύριες δεξαμενές προσέλκυσης εύκολων ψήφων, εξακολουθεί να υπερφορολογεί τον πλούτο που δεν δημιουργείται.
Εν αντιθέσει με άλλες χώρες που βρίσκονται υπό το καθεστώς Μνημονίου, στις οποίες η φορολογία είναι πολύ μικρότερη.
Στην Πορτογαλία ανακοινώθηκε προσφάτως η μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων στο 23%.
Στην Ιρλανδία η φορολογία των επιχειρήσεων είναι στο 17%, στην Ρουμανία στο 16%.
Αντιθέτως στην Ελλάδα, η μη παραγωγή έργου σε άλλους τομείς όπως οι μεταρρυθμίσεις κι η αναδιάταξη του Δημοσίου, αναγκάζουν την κυβέρνηση να καταφεύγει σε υψηλή φορολογία για να βρίσκει πόρους.
Συνεπώς, αναγκαστικά οι επιχειρήσεις φορολογούνται με 26%, ενώ φορολογείται κι η διανομή μερίσματος με 10%, δηλαδή συνολικά 28,6%. Μαζί με τα έκτακτα φορολογικά μέτρα (χαράτσια, εισφορές κλπ), η συνολική φορολογική επιβάρυνση αγγίζει το 52%! 

  1. Αποκρατικοποιήσεις
Πλην των περιπτώσεων του ΟΠΑΠ και της ΔΕΣΦΑ, ουδέν άλλο έχει προχωρήσει
Οι δανειστές εκτιμούν ότι δεν υπάρχει ζέση από την κυβέρνηση, υπουργοί της οποίας αποφεύγουν να τις αγγίζουν, ενώ οι βουλευτές της με διάφορες προφάσεις τις εμποδίζουν.

  1. Δημόσιος Τομέας
Οποιαδήποτε αλλαγή στην αναδιάρθρωση των υπηρεσιών του δημοσίου συναντά «τοίχους» ενώ είναι σαφές ότι χωρίς μεταρρυθμίσεις δεν γίνεται τίποτα.
Θυμίζουμε, ότι πολλές φορές η χώρα μας διακύβευσε την δόση βοηθείας μόνο και μόνο για να μην αγγίξει το δημόσιο.
Θυμίζουμε ότι πολλές φορές στην ανάγκη εξεύρεσης πόρων επιβλήθηκαν μειώσεις μισθών και συντάξεων, αλλά δεν έγινε η παραμικρή κουβέντα για απολύσεις στο δημόσιο προκειμένου αυτές να αποφευχθούν.
Θυμίζουμε ότι το προηγούμενο καλοκαίρι η Ελλάδα καθυστέρησε να λάβει τη δόση της, επειδή δεν μπορούσε ή δεν ήθελε να αντιμετωπίσει την απομάκρυνση 80 υπαλλήλων.
Θυμίζουμε, ακόμη, ότι ουδείς εκ των άχρηστων και αντιπαραγωγικών δημοσίων επιχειρήσεων και οργανισμών καταργήθηκε ουσιαστικά.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα το περίφημο «Κέντρο Ερευνών για θέματα Ισότητος», που ανήκει στο υπουργείο Εξωτερικών (πρόεδρος τοποθετήθηκε εσχάτως η Εύα Καϊλή), το οποίο ελάχιστα προσφέρει στην κοινωνία, τη στιγμή που καταργήθηκε το απείρως χρησιμότερο Ινστιτούτο Μεταλλευτικών Μελετών

  1. Έλλειψη Αναπτυξιακού Σχεδίου
Ουδείς έχει ασχοληθεί για την εκπόνηση και σύνταξή του. Ούτε καν σε προσχέδιο.
Με ποιον τρόπο θα δημιουργηθούν οι αλλαγές στον παραγωγικό τομέα της παραγωγής, στον δημοσιονομικό τομέα και οπουδήποτε αλλού;
Ουδείς γνωρίζει, ουδείς έχει προτείνει στους δανειστές.

Αντ’ αυτών και πολλών άλλων, αναλωνόμαστε με την διαχείριση της καθημερινότητας, χωρίς να τηρούμε τις δεσμεύσεις μας και χωρίς να σχεδιάζουμε το «αύριό» της χώρας στις μεταμνημονιακές εποχές.
Κι είναι σαφές ότι κινδυνεύουν να πάνε χαμένες όλες οι θυσίες της κοινωνίας.
Ενώ ουδείς ασχολείται και με το τεράστιο γεγονός της εργασίας –ανεργίας.
Που, ενώ η χώρα έχει κρατήσει ανέγγιχτο τον δημόσιο τομέα της, μετρά ήδη 1.9 εκατομμύρια ανέργους (στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ) και 2,7 εκατομμύρια συνταξιούχους (στοιχεία του υπουργείου Εργασίας).
Δηλαδή, από τον συνολικό ελληνικό πληθυσμό, το 30% είναι συνταξιούχοι και το 20% άνεργοι.
Αν σ’ αυτούς προσθέσει κάποιος τους 650 χιλιάδες των δημοσίων υπαλλήλων και τους 200 χιλιάδες των ΔΕΚΟ, καταλαβαίνει κι ο πιο αδαής ότι το φως στο τούνελ χωρίς άμεσες κι ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις στο Δημόσιο, είναι ακόμη μακριά.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου