Όταν τον Δεκέμβριο του 1939, στην Αθήνα, ο Ευάγγελος κι η Αρετή Τσοχατζοπούλου έφεραν στον κόσμο τον πρωτότοκο γιο τους, τον Αθανάσιο –Απόστολο, ουδείς μπορούσε να φανταστεί ότι αυτό το παιδί θα έφτανε στο παρά ένα της πρωθυπουργίας της χώρας, θα γινόταν ο πιο έμπιστος άνθρωπος της οικογένειας Παπανδρέου που θα διαφέντευε τον τόπο για τα επόμενα 70 χρόνια, αλλά κι ο μεγαλύτερος λωποδύτης.
Τα παιδικά κι εφηβικά του χρόνια τα πέρασε ανέμελα στη Θεσσαλονίκη, εν μέσω ερώτων, ξεγνοιασιάς, συνεχών γλεντιών και μπάσκετ.
Γνήσιος Παοκτζής, αγάπησε το μπάσκετ κι έγινε ένα ελπιδοφόρο small forword.
Τότε, απέκτησε και το πρώτο του «παρατσούκλι».
Οι φίλοι του τον φώναζαν «Τσόχα», από τις πρώτες δυο συλλαβές του επωνύμου του.
Αργότερα, εξαφανίστηκε το «Τσόχα», μπήκε στο συρτάρι και το επίθετό του κι άρχισαν όλοι να τον φωνάζουν «Άκη».
Ανήσυχος εκ πεποιθήσεως, δεν άργησε να συναντηθεί με την πολιτική και δη την Αριστερά.
Το κλίμα, στην Ελλάδα της εποχής δεν τον σηκώνει.
Τελειώνοντας το Γυμνάσιο, παίρνει την μεγάλη απόφαση, με την συνδρομή της οικογένειάς του.
Σπουδές στη Γερμανία και δη στο Μόναχο και την Πολυτεχνική Σχολή.
Μεταξύ γλεντιών και «ασωτίας» καταφέρνει να πάρει το πτυχίο του ως Πολιτικός Μηχανικός.
Στο μυαλό του στριφογυρίζει η σκέψη να γυρίσει στην Ελλάδα, όπου οι δουλειές στην οικοδομή, με την ανοικοδόμηση της Ελλάδας, αφήνουν πολλές υποσχέσεις για ένα άνετο μέλλον.
Γρήγορα διώχνει τις σκέψεις επιστροφής του και συνειδητοποιεί ότι η ζωή του δεν μπορεί να είναι πουθενά αλλού, πλην της Γερμανίας.
Ξεκινά να δουλεύει σε μια μεγάλη τεχνική εταιρεία και ταυτοχρόνως παίρνει και δεύτερο πτυχίο, με την ειδικότητα του Πολιτικού Μηχανικού –Οικονομολόγου. Προοπτική του η ανάληψη επιτελικών θέσεων σε τεχνικές εταιρείες που αναλαμβάνουν μεγάλα τεχνικά έργα ανά την Ευρώπη.
Πράγματι, για πολλά χρόνια θα δουλέψει σε εταιρείες που έχουν αναλάβει δημόσια έργα στην Αυστρία, την Ιταλία, την Ελβετία και φυσικά στη Γερμανία.
Στις επαγγελματικές του διαδρομές, έχει αρωγό την Γερμανίδα σύντροφο της ζωής του, την Γκούντρουν Μολντεχάουερ, με την οποία γνωρίστηκαν το 1964.
Ο «μύθος» λέει ότι ο Άκης εργαζόμενος σε μια εταιρεία που καθάριζε τα τζάμια ενός ουρανοξύστη, είδε κι ερωτεύθηκε την μετέπειτα σύζυγό του, σκαρφαλωμένος στην ηλεκτρική σκάλα που τον ανέβαζε στο γραφείο που εργαζόταν εκείνη.
Ο έρωτάς τους επισφραγίστηκε με τη γέννηση των δυο παιδιών τους.
Μέχρι το 1968, η έννοια της πολιτικής ενασχόλησης ήταν παντελώς ξένη για τον Άκη Τσοχατζόπουλο.
Ήταν, όμως κι η χρονιά που σημάδεψε ανεξίτηλα την πορεία, τόσο του ίδιου όσο και της οικογένειάς του.
Τον Φεβρουάριο του 1968, επιχειρεί να επιστρέψει στη Θεσσαλονίκη για να συναντήσει την πατρική του οικογένεια, φίλους, να θυμηθεί τα παλιά του στέκια, να ξαναζήσει έστω και λίγο τα παλιά.
Η χούντα, του απαγορεύει την είσοδο στην Ελλάδα και ταυτοχρόνως, με βάση τις «παλιές αμαρτίες», του αφαιρεί την ιθαγένεια.
Στα τέλη του ίδιου έτους, γνωρίζει τον Ανδρέα Παπανδρέου στη Φρανκφούρτη, σε μια επίσκεψη του μόλις απελευθερωμένου από την χούντα πολιτικού, όταν επιχειρούσε να δημιουργήσει το ΠΑΚ.
Ο «έρωτας» είναι κεραυνοβόλος.
Ο Παπανδρέου γίνεται ο μέντοράς του και του δίνει την δυνατότητα να ασπαστεί τον Σοσιαλισμό, αφήνοντας κατά μέρος τις Αριστερές ουτοπίες.
Μετά την αναχώρηση του Ανδρέα Παπανδρέου από την Γερμανία, ο Άκης γίνεται η φωνή και τ’ αυτιά του.
Όπου σταθεί κι όπου βρεθεί εξαπολύει μύδρους εναντίον των Συνταγματαρχών και ύμνους για τον Παπανδρέου.
Γίνεται μέλος του ΠΑΚ και αναλαμβάνει σχεδόν τα πάντα που έχουν σχέση με την οργάνωση της Γερμανίας. Από τα οργανωτικά, μέχρι τα οικονομικά.
Σύντομα, γίνεται υπεύθυνος για το ΠΑΚ σ’ όλη την Δυτική Ευρώπη.
Η πτώση της χούντας μετά το αδιέξοδο που η ίδια δημιούργησε στο εσωτερικό αλλά και στο εξωτερικό με τις μοιραίες αποφάσεις κι ενέργειές της στην Κύπρο, τον φέρνει στην Ελλάδα, με απόσταση «ασφαλείας» από τα καυτά γεγονότα του Ιουλίου του 1974.
Έφτασε στην Αθήνα, γίνεται εκ των συνιδρυτών του ΠαΣοΚ κι έκτοτε ακολουθεί τον Ανδρέα Παπανδρέου σε κάθε του βήμα, σε κάθε του κίνηση.
Γίνεται, ακόμη κι ο «προστάτης» του Ανδρέα στα διάφορα νυχτοπερπατήματά του, αλλά και τις ουκ ολίγες «περιπέτειές» του.
Είναι η εποχή που αρχίζει σιγά σιγά να γίνεται γνωστό το ανέκδοτο της ώρας.
Ρωτάει ο Ανδρέας: Τι ώρα είναι;
Απαντάει ο Άκης: Ότι πεις εσύ πρόεδρε.
Είναι σταθερός πολέμιος των πολιτικών Καραμανλή για την είσοδο της Ελλάδας στην ΕΟΚ, αλλά στο ραγδαίως ανερχόμενο ΠαΣοΚ, δεν μπορεί να ξεχωρίσει από τον σωρό εκείνων που προστρέχουν –ακόμη και άκρως τυχοδιωκτικά- στις τάξεις του.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου, δεν τον αφήνει ακάλυπτο.
Τον περιλαμβάνει σε εκλόγιμη θέση στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας του ΠαΣοΚ, στις εκλογές του 1981. Κίνηση που σχολιάστηκε ιδιαιτέρως αρνητικά τότε, με δεδομένο ότι στο συγκεκριμένο ψηφοδέλτιο συμπεριλαμβάνονταν καταξιωμένα πρόσωπα της επιστήμης και της πολιτικής, που δεν μπορούσαν και δεν έπρεπε να βγαίνουν στο πεζοδρόμιο προς άγρα ψήφων.
Αλλά, μπροστά στον παντοδύναμο Παπανδρέου, ουδείς μπορούσε να εκφράσει οποιαδήποτε αντίρρηση.
Έκτοτε, αναλαμβάνει υπουργεία κρίσιμα και ουσιαστικά για την διακυβέρνηση του τόπου. Σε κανένα απ’ αυτά δεν διακρίνεται ιδιαιτέρως, ούτε άλλωστε υπάρχει στην σύγχρονη πολιτική ιστορία κάτι που φέρει την σφραγίδα του.
Υπήρξε άριστος διεκπεραιωτής των αποφάσεων του Παπανδρέου και των κομματικών οργάνων του ΠαΣοΚ και εκ των βασικών συντελεστών της κομματικής άλωσης του Κράτους και της αποσάθρωσης κοινωνίας και οικονομίας.
Γίνεται ένα με τους συνδικαλιστές, δημιουργεί τον δικό του προσωπικό μηχανισμό εντός του Κινήματος, εκλέγεται κι επανεκλέγεται άνετα μέχρι και τις εκλογές του 2004 και πολύ δύσκολα στις εκλογές του 2007.
Είναι ο ένας της περίφημης τρόικας, που ισοδυναμούσε με τη συλλογική υπαρχηγία του ΠαΣοΚ, μαζί με τους Γιώργο Γεννηματά και Κώστα Λαλιώτη.
Χαρακτηρίζεται από την σθεναρή αντίστασή του σε κάθε τι εκσυγχρονιστικό επιχειρείται εντός του ΠαΣοΚ και καταγράφεται ως ένας –ο κυριότερος- διάδοχος του ήδη άρρωστου Παπανδρέου.
Είναι ένας εκ των κοντινότερων ανθρώπων του Παπανδρέου, όταν ξέσπασε το τεράστιο σκάνδαλα Κοσκωτά, αλλά κι όταν άρχισαν να βλέπουν το φως της δημοσιότητας οι υποθέσεις του προσωπικού του βίου.
Αποτελεί τον πλέον αυθεντικό εκφραστή του «παπανδρεϊσμού», του λαϊκισμού και του αναχρονισμού κι ένας εξ εκείνων που ταύτισαν στην πράξη το Κράτος με το ΠαΣοΚ.
Με τον Παπανδρέου εξουθενωμένο από τα προβλήματα της καρδιάς του κι αδύναμο να ανταπεξέλθει στα καθήκοντά του, ο Άκης Τσοχατζόπουλος διατελεί αναπληρωτής πρωθυπουργός της Ελλάδας και εκπροσωπεί την Ελλάδα στην σύνοδο κορυφής των Κρατών –Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη Μαδρίτη.
Το σπίτι της Εκάλης, αντικαθιστά ουσιαστικά το Μέγαρο Μαξίμου κι όλες οι αποφάσεις για το μέλλον του τόπου εκπορεύονται από μια ομάδα που περιλαμβάνει την σύζυγο του Ανδρέα Παπανδρέου και τον Άκη Τσοχατζόπουλο.
Με την παραίτηση του Παπανδρέου, τον Ιανουάριο του 1996, ο Άκης Τσοχατζόπουλος θέτει υποψηφιότητα για να αναδειχθεί νέος πρωθυπουργός, από την κοινοβουλευτική ομάδα του ΠαΣοΚ.
Θεωρείται το αδιαφιλονίκητο φαβορί, δεδομένου ότι στηρίζεται τόσο από το κόμμα, όσο και από συνδικαλιστές, Τύπο και μερίδα της Αριστεράς.
Στην ψηφοφορία που ακολούθησε, θεωρήθηκε τεράστια έκπληξη η ισοψηφία του με τον Κώστα Σημίτη (από 53 ψήφους), ενώ τρίτος βρέθηκε ο Γεράσιμος Αρσένης.
Ακόμη και τότε, θεωρήθηκε ότι με τον έναν ή άλλο τρόπο θα ηγηθεί του τόπου από τον πρωθυπουργικό θώκο, δεδομένων των «Αριστερών» καταβολών του Αρσένη.
Στο διάστημα μέχρι την επαναληπτική ψηφοφορία, συνέβησαν πολλά και διάφορα.
Κορυφαία στελέχη του παπανδρεϊκού «κλίματος», τον άφησαν μετέωρο και στήριξαν Σημίτη, με φυσικό επακόλουθο την ήττα του.
Έλαβε 75 ψήφους, έντεκα λιγότερες από το νέο πρωθυπουργό.
Παρά το τεράστιο σοκ από την απρόσμενη ήττα του, τον Ιούνιο του ίδιου έτους διεκδίκησε την προεδρία του ΠαΣοΚ, στο συνέδριο που ακολούθησε τον θάνατο του Ανδρέα Παπανδρέου.
Έχασε και πάλι.
Έκτοτε, συμβιβάστηκε με την ιδέα του Νο2, παρά το γεγονός ότι ποτέ δεν σταμάτησε τον κλεφτοπόλεμο στον Σημίτη.
Ζήτησε σε όλες τις «σημιτικές» κυβερνήσεις το υπουργείο Εθνικής Άμυνας, ενώ είναι πλέον ολοφάνερη η απογοήτευσή του.
Παρ’ όλα αυτά και παρά το γεγονός ότι η μεγαλύτερη περίοδος της υπουργίας του θα στιγματιστεί από συνεχείς αδιαφανείς ζώνες, ο Άκης δεν μπορεί να κρύψει μέρος της κολοσσιαίας περιουσίας που είχε αποκτήσει.
Μιας περιουσίας που δεν μπορούσε να δικαιολογηθεί η απόκτησή της από τη μισθοδοσία ενός βουλευτή ή υπουργού.
Σ’ αυτή την καμπή της ζωής του, γνωρίζει την υπάλληλο της ΔΕΗ Βίκυ Σταμάτη και ξεκινούν ένα ειδύλλιο που σύντομα θα φτάσει στα δευτερότριτα κουτσομπολίστικα έντυπα.
Η κατιούσα έχει αρχίσει.
Το 2004, παντρεύεται στη Θεσσαλονίκη, με πολιτικό γάμο την αγαπημένη του, ενώ την ίδια ώρα βοά η Αθήνα για τα ανταλλάγματα του διαζυγίου του.
Λίγο μετά, ο χλιδάτος θρησκευτικός του γάμος στο Παρίσι ξεσηκώνει σάλο.
Η γαμήλια δεξίωση στο περίφημο «4 Seasons», με θέα τον Πύργο του Άιφελ, μοιάζει βγαλμένη από τα παραμύθια του Περονισμού.
Τότε, αρχίζει να πλανάται σε όλη την κοινωνία το ερώτημα:
«Που βρήκε ο Άκης τόσα λεφτά, για τέτοιο γάμο»;
Είναι η αρχή του τέλους.
Την άνοιξη του 2010, με δημοσιεύματα εφημερίδων («Καθημερινή» και «Πρώτο Θέμα») αποκαλύπτεται ότι η σύζυγος του Άκη, αγόρασε έναντι ενός εκατομμυρίου ευρώ, το περίφημο σπίτι της οδού Αεροπαγίτου από offshore εταιρεία.
Και, μάλιστα, τρεις μόλις ημέρες πριν την ψήφιση του νόμου 3842 «περί αποκατάστασης φορολογικής Δικαιοσύνης και αντιμετώπισης της φοροδιαφυγής».
Ο νόμος πενταπλασίαζε τη φορολογία ακινήτων που ανήκουν σε υπεράκτιες (offshore) εταιρίες.
Προφανώς ο Άκης, ήθελε να προλάβει.
Ξεσπάει νέος σάλος.
Η έρευνα αποκαλύπτει ότι ένας εκ των παλιών ιδιοκτητών του σπιτιού, ήταν κι η offshore εταιρεία Torcaso, που είχε αναμιχθεί και στο «σκάνδαλο» του Βατοπεδίου.
Προς στιγμήν έγιναν πολλοί συνειρμοί, ενώ γράφτηκαν απίστευτα πράγματα στο διαδίκτυο.
Ο Άκης, άρχισε να «παίζει» επίθεση εναντίον εκείνων που αποκάλυπταν το ζήτημα και το ερευνούσαν.
Άρχισε να απειλεί με μηνύσεις και να ζητά τη στήριξη του ΠαΣοΚ.
Ο πρόεδρος του ΠαΣοΚ, Γιώργος Παπανδρέου, αντιλαμβανόμενος την «καυτή πατάτα» για το κόμμα του, ζήτησε να παραπεμφθεί το θέμα στην Επιτροπή Διαφάνειας του Κινήματος.
Ταυτοχρόνως, η Ελένη Ράϊκου, προϊσταμένη της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνων, διατάζει προκαταρκτική εξέταση για το θέμα, ενώ έρευνες ξεκινά και το ΣΔΟΕ.
Λίγες ημέρες μετά, με το θέμα να «πρωταγωνιστεί» στην επικαιρότητα, η Επιτροπή Διαφάνειας του ΠαΣοΚ αναστέλλει την κομματική ιδιότητα του Άκη, με αφορμή όσα συνεχώς αποκαλύπτονταν.
Ο Τσοχατζόπουλος με το ίδιο αγέρωχο ύφος δηλώνει ότι «σκοτεινές δυνάμεις επιζητούν την πολιτική του εξόντωση».
Ποια, όμως, πολιτική εξόντωση, όταν ο ίδιος ο λαός τον έχει εξοντώσει, μη εκλέγοντάς τον βουλευτή;
Κι ενώ οι εισαγγελικές έρευνες συνεχίζονταν, ενώ το ΣΔΟΕ εξακολουθούσε να βρίσκεται πίσω από ίχνη offshore εταιρειών, η Βουλή με επιτροπή της ερευνά σκάνδαλα που ήδη έχουν δει το φως της δημοσιότητας, στα οποία φέρεται να συμμετέχει ο Άκης, με κορυφαίο το σκάνδαλο της Siemens.
Στο πόρισμα αναφέρεται:
“Ο κ. Τσοχατζόπουλος ελέγχεται για τις ενέργειές του ως υπουργός Εθνικής Άμυνας την περίοδο από το 1996 έως 2001. Η επιτροπή συνδυάζει τις παραγγελίες εξοπλιστικών συστημάτων που έγιναν επί υπουργίας του με τις ομολογίες των διαχειριστών των «μαύρων» ταμείων της Siemens ότι «λάδωσαν» για τα Patriot”.
Στις 17 Ιανουαρίου του 2011, ξεσπάει κι άλλο σκάνδαλο με πρωταγωνιστή τον ίδιο.
Ελέγχεται από το ΣΔΟΕ για ξέπλυμα μαύρου χρήματος και παραβίαση φορολογικού κώδικα.
Η Αθήνα κι όλη η Ευρώπη βοά.
Συνεχώς αποκαλύπτονται «σημεία και τέρατα».
Τον Φεβρουάριο του 2011, το γερμανικό περιοδικό Der Spiegel, δημοσιεύει ότι ο Άκης Τσοχατζόπουλος συμμετείχε στην υπόθεση δωροδοκιών της Feroostaal, ενώ η Real News δημοσιεύει στοιχεία που τον εμπλέκουν στις περιβόητες μίζες των υποβρυχίων.
Ο Άκης ξαναβγαίνει στην επίθεση.
Προχωρά σε μηνύσεις, τόσο εναντίον του Der Spiegel, όσο και της Real News.
Η Βουλή, μέσω Επιτροπής της, αποφασίζει τον έλεγχο του «Πόθεν Έσχες» του Άκη, στις 31 Μαρτίου του 2011, με στόχο να διαπιστωθεί αν εκείνος έχει προβεί σε παρατυπίες και το κατά πόσο αληθή είναι τα φορολογικά στοιχεία που παραθέτει τα τελευταία χρόνια.
Ο Τσοχατζόπουλος, στριμωγμένος για τα καλά από τις αποκαλύψεις, πετάει την μπάλα στην κερκίδα, ζητώντας να γίνει έλεγχος σε όλους τους…βουλευτές.
Όμως, η πορεία προς τον γκρεμό και τα κάγκελα του Κορυδαλλού, είναι πλέον μη αναστρέψιμη.
Στα μέσα Απριλίου του 2011, ο Άκης χάνει τη μπάλα κάτω από τα πόδια του και δη οριστικά.
Η διαμάχη που ξεσπά ανάμεσά του και στην κοινοβουλευτική ομάδα του ΠαΣοΚ, γίνεται πρωτοσέλιδο σε εφημερίδες, τηλεοράσεις και ραδιόφωνα.
Το κόμμα του, το κόμμα στο οποίο ήταν παντοδύναμος, που έφτασε μια κλωστή από την προεδρία του και την πρωθυπουργία, τον άφηνε έκθετο.
Πρότεινε τη σύσταση προκαταρκτικής επιτροπής για το σκάνδαλο των υποβρυχίων.
Ο Άκης, ως θηρίο στο κλουβί, άρχισε να ισχυρίζεται ότι το κόμμα του, σε σύμπνοια με τη Νέα Δημοκρατία, επιχειρούν να τον εξοντώσουν.
Ο Παπανδρέου αντιδρά σε όλες τις γραφικότητες του πρώην κορυφαίου στελέχους του κόμματός του και αγαπημένου του πατέρα του.
Δίνει εντολή και τον διαγράφουν!
Έκτοτε, οι εξελίξεις είναι ραγδαίες.
Ο άλλοτε «ωραίος Μπρούμελ» του ΠαΣοΚ, συλλαμβάνεται, προφυλακίζεται, καταδικάζεται για τις ελλείψεις του «Πόθεν Έσχες» και πριν λίγες ώρες βρίσκεται ένοχος για τις τεράστιες μίζες.
Η πτώση κι ο απόλυτος εξευτελισμός του εκ των πρωταγωνιστών του παπανδρεϊσμού, που εγκαταλελειμμένος από φίλους και συντρόφους αναμένει πλέον να μάθει πόσα χρόνια θα μείνει πίσω από τα κάγκελα, είναι ηχηρή απάντηση σ’ εκείνους που πιστεύουν ακόμη ότι η πολιτική και οικονομική εξουσία είναι στο απυρόβλητο…
Το «Ένοχος» που ακούστηκε σήμερα στο Δικαστήριο, ας σηματοδοτήσει μια άλλη Ελλάδα…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου