Γράφει
η Εύα
Τσαροπούλου
Θέμα
των ημερών, ο οδηγός του ΚΤΕΛ Κορινθίας, που κατέβασε ένα δεκάχρονο αγόρι από
το λεωφορείο, γιατί του έλειπε η σχολική ταυτότητα, που θα του επέτρεπε να
ταξιδέψει δωρεάν και δεν είχε να πληρώσει το ένα ευρώ της διαδρομής των έξι
χιλιομέτρων από το σχολείο ως το σπίτι του.
Δύσκολο
να παρακάμψει κανείς την είδηση, αλλά κι από πού να την πιάσω και να μην
λερωθώ:
Η
καθυστέρηση του σχολείου να δώσει στα παιδιά τις σχετικές ταυτότητες, ενώ τα
μαθήματα έχουν ξεκινήσει τόσο καιρό τώρα.
Η
απίστευτη σκληρότητα που έδειξε ο οδηγός απέναντι σε ένα μικρό παιδί, ο οποίος
όντας
μέτοχος ο ίδιος στα ΚΤΕΛ, γνώριζε πολύ καλά για την καθυστέρηση που
υπήρχε στο ζήτημα της ταυτότητας και για τις συνεννοήσεις που είχε κάνει το
ΚΤΕΛ με τα σχολεία να δέχεται τη δωρεάν μετακίνηση των μαθητών μέχρι να
διευθετηθεί το ζήτημα.
Η
ευθύνη που θα είχε εάν συνέβαινε κάτι στο παιδί, όταν το άφησε στη μέση του
δρόμου, τόσο μακριά απ’ το σπίτι του, χωρίς να γνωρίζει αν είχε τη δυνατότητα
να ειδοποιήσει τους γονείς του να έρθουν να το παραλάβουν – ευτυχώς και για το
παιδί και για τον ίδιο – δεν συνέβη τίποτα.
Οι
δηλώσεις του υπεύθυνου του ΚΤΕΛ, ο οποίος δήλωσε ότι θα τιμωρηθεί
παραδειγματικά ο οδηγός για τη συμπεριφορά του, συμπεριφορά όμως που ταυτόχρονα
ήταν τυπικά σωστή, αφού στην ουσία τι έκανε; Απλώς κατέβασε επιβάτη που δεν
είχε να πληρώσει το αντίτιμο, κάτι που είναι σ’ αυτά που οφείλει να κάνει.
Παράλογο;
Όχι και τόσο.
Πού λέει πως το τυπικά σωστό χρειάζεται να είναι
και ηθικό μαζί;
Πιο
πολύ απ’ όλα τα παραπάνω εγώ στέκομαι σε εκείνους τους «άλλους» επιβάτες του
ίδιου λεωφορείου:
Που
παρακολούθησαν όλη τη σκηνή χωρίς να συμμετέχουν. Ένας ωρυόμενος οδηγός ζητούσε
από ένα δεκάχρονο, που κρατούσε τη σχολική του τσάντα, να αποδείξει ότι είναι
μαθητής! Κι αυτοί κοιτούσαν απαθείς τον παραλογισμό να εξελίσσεται μπροστά στα
μάτια τους.
Που
θα μπορούσαν να είχαν εμποδίσει τον οδηγό να κατεβάσει το παιδί. Αλλά μάλλον
ήταν απασχολημένοι να κοιτάζουν το ρολόι τους, ίσως εκνευρισμένοι κι απ’ την
καθυστέρηση.
Που,
αν δεν μπορούσαν να το κάνουν αυτό, θα μπορούσαν έστω να είχαν δώσει εκείνοι το
ένα ευρώ του αντιτίμου, τόσο μόνο κόστιζε η εξασφάλιση ότι ένα μικρό παιδί, που
θα μπορούσε να είναι το δικό –τους- παιδί δεν θα κινδύνευε μόνο του, παρατημένο
σε έναν επαρχιακό δρόμο. Αλλά όχι, δεν ήταν δική τους δουλειά και τα ευρώ δεν
περισσεύουν στις μέρες μας.
Απάθεια.
Αδιαφορία. Δύο απολύτως «στερητικές» λέξεις, ξαφνικά απέκτησαν αξία στην εποχή
μας!
Την
αξία που τους δίνουν οι άνθρωποι που προτιμούν να ψοφήσει η κατσίκα του
γείτονα.
Την
αξία της ρήσης: «Μακριά απ’ τον κώλο μου κι ας είν’ και στ’ αδελφού μου»!
Αξία
όχι μεγαλύτερη απ’ αυτό ακριβώς το ένα ευρώ, που έλειπε απ’ τον πιτσιρικά, που
ήταν πολύ τυχερός ώστε να μην θυμούνται το όνομά του ως μία ακόμα παράπλευρη
απώλεια της κρίσης.
Γιατί
αυτή ακριβώς είναι η κρίση της εποχής:
Κρίση βαθιά ηθική, που χρησιμοποιεί την οικονομία
ως βρακί, για να καλύψει τ’ απόκρυφά της…
Μια
καλή δικαιολογία. Είναι αρκετά καλή άραγε;
Πώς
είναι δυνατόν να υποφέρει ο διπλανός σου κι εσύ να στέκεις απαθής;
Πώς
είναι δυνατόν να βλέπεις να γκρεμίζονται πόλεις, χώρες ολόκληρες, πολιτισμοί κι
εσύ να είσαι απαθής;
Πώς
γίνεται να ακούς ότι πνίγονται άνθρωποι στα νερά των δικών σου νησιών κι εσύ να
είσαι απαθής;
Μωρέ,
ξέρεις τι καταλαβαίνω;
Νομίζω εξέλιξες την απάθεια που είχες από πάντα.
Είναι
σαν παίρνεις μικρές μικρές δόσεις δηλητήριο, έτσι αν η δόση σταδιακά μεγαλώσει,
δεν παθαίνεις τίποτα.
Γκρίνιαζες
που στηνόσουν στις ουρές, για να πληρώσεις ένα παράβολο στην Εφορία, αλλά κάπου
αδιαφορούσες, το είχες δεδομένο ότι «εδώ έτσι γίνεται, στήνεσαι και
περιμένεις».
Έπρεπε
να βγάλεις μία άδεια στην πολεοδομία και ήταν τόση η χαρτούρα που σου ζήταγαν
και τα πήγαινε έλα - πέρα δώθε, αλλά εντάξει «εδώ έτσι γίνεται, η γραφειοκρατία
βασιλεύει».
Νευρίαζες
που εσύ έπρεπε να είσαι κάθε μέρα στη δουλειά, ενώ ο συνάδελφός σου μπορούσε να
κάνει μήνες να πατήσει, χωρίς συνέπειες, αλλά δεν έκανες τίποτα για να το
καταγγείλεις, διότι τι θα έβγαινε; «Εδώ έτσι γίνεται, όποιος έχει μέσο,
επιβιώνει».
Δεν
έβρισκες κρεβάτι να χειρουργηθεί η φουκαριάρα η μάνα σου, αν δεν έσκαγες
φακελάκι στο γιατρό, αλλά δεν τον έβγαλες ποτέ στο ντελάλη, διότι «εδώ έτσι
γίνεται και πάλι καλά να λες, που δώσαμε μόνο τόσα».
Θύμωσες
που ο γιος του διπλανού σου πήρε καλή μετάθεση στο στρατό, επειδή είχε γνωστό
στρατηγό, αλλά κυρίως επειδή ο δικός _σου_ γνωστός δεν σου εξασφάλιζε εξίσου
καλή μετάθεση για τον δικό σου γιο. Βλέπεις «εδώ έτσι γίνεται, το μεγάλο ψάρι
τρώει το μικρό».
Κι
άλλα, πλείστα όσα παραδείγματα μικρών δόσεων δηλητηρίου που έπαιρνες σιγά-σιγά
εδώ και χρόνια στη ζωή σου, που φοβάμαι καημένε μου σ’ έκαναν συνένοχο σε μια
σειρά μικρά και μεγάλα εγκλήματα καθημερινότητας.
Συνένοχο,
γιατί δεν έκανες τίποτα για να τα αποτρέψεις.
Συνένοχο,
γιατί τους επέτρεψες με την αδιαφορία σου, με την απάθειά σου να συνεχίσουν να
συμβαίνουν.
Και
ξέρεις; Συνεχίζεις να εξελίσσεσαι σε εξαιρετικό συνένοχο όσων συμβαίνουν σήμερα
γύρω σου.
Στο
σπίτι του γείτονα, στο σχολείο του παιδιού σου, στην κατάληψη του πανεπιστημίου
της πόλης σου, στην κλοπή του διπλανού μπακάλικου, στο βιασμό μικρών παιδιών,
στις παράνομες υιοθεσίες, στο μπάχαλο της Βουλής.
Έχεις
μερίδιο της ευθύνης, μικρό ή μεγάλο.
Στη
χειρότερη περίπτωση είσαι εσύ ο δράστης.
Στην
καλύτερη περίπτωση, είσαι ο μικρός εκείνος ασήμαντος παρατηρητής που περνάνε
όλα δίπλα σου, χωρίς να κάνεις τίποτα γι’ αυτά.
Όχι, ψέματα, κάτι κάνεις γι’ αυτά: Κάνεις ότι δεν
τα βλέπεις!
Επιτρέπεις
να σκοτώνονται δίπλα σου παιδιά για να τους πάρουν τα όργανά τους και κλείνεις
τ’ αυτιά στα ουρλιαχτά τους…
Αποδέχεσαι
την τρέλα της Πίστης ως καλή δικαιολογία για τόσα και τόσα εγκλήματα εις βάρος
των λαών κι αφήνεις «στα χέρια του Θεού» την τιμωρία, εκείνου του ίδιου του
Θεού που ποτέ δεν τα ζήτησε…
Τρέφεις
τους φοροφαγάδες, προσφέροντάς τους ευκαιρίες να συνεχίζουν να ζουν εις βάρος
σου…
Ποδοπατάς
κάθε συναίσθημα του άλλου, μόνο στο όνομα ενός ακατανόητου «να περνάμε καλά»,
που σχεδόν ποτέ δεν το βλέπετε με τον ίδιο τρόπο…
Πανηγυρίζεις
κάτω από πανό, των οποίων τα συνθήματα δεν μπορείς καν να καταλάβεις…
Γίνεσαι
πρόβατο κι ακολουθείς ανόητους και συμφεροντολόγους μικροπολιτικούς ηγέτες…
Φταις…
Φταίω…
Για
όλο τον παραλογισμό που βλέπουμε να περνάει μπροστά απ’ τα μάτια μας και του
ανοίγουμε το δρόμο, κάνοντας πως δεν πιστεύουμε στα μάτια μας...
Για
ένα ευρώ που έλειπε από έναν πιτσιρικά που ξώμεινε στην άκρη του δρόμου…
Είναι
αυτό το ένα ευρώ αξιοπρέπειας που δίνουμε κάθε φορά, για να αγοράσουμε απάθεια.
Ενός
ευρώ απάθεια…
Προσέχετε πολύ τι θα γράψετε στο βιβλίο της ζωής σας διότι, όπως ο Sting μας λέει: «For the
end
is
a
mystery
no
one
can
read
In
The
Book
Of
My
Life»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου