Γράφει
η Εύα Τσαροπούλου
Ξεκίνησα να γράφω τις μικρές μου ιστορίες μάλλον από την
αδυναμία μου να ζωγραφίσω. Το χέρι μου, μέχρι και σήμερα ακόμα, το μόνο που
μπορεί να ζωγραφίσει είναι ένα σπιτάκι στο δάσος, με καμινάδα απ’ την οποία
βγαίνει καπνός, χειμώνα-καλοκαίρι και αυτό που έχω καταφέρει να «εξελίξω» στη
ζωγραφική μου ικανότητα, είναι τα κουρτινάκια στα παράθυρα αυτού του σπιτιού,
γιατί δίνω σημασία και στη λεπτομέρεια, βλέπεις. Βέβαια, εξακολουθώ να
σχεδιάζω
τα λουλούδια που φύονται γυρωτρίγυρα στο ίδιο μέγεθος με τα δέντρα, αλλά αυτό
είμαι σίγουρη ότι κρύβει από κάτω του κάποια ψυχολογική προέκταση, για την
οποία επαφίεμαι στους ψυχολόγους του μέλλοντος να αποφανθούν.
Αδυνατώντας να ζωγραφίσω λοιπόν, έμαθα να παίρνω τις
λέξεις, να τις βουτάω στη συναισθηματική μου παλέτα και μ’ αυτές να φτιάχνω
εικόνες, μικρά παράθυρα στο φως της καθημερινότητας, άλλοτε για να τη μισοκρύψω
σαν νέος ιμπρεσιονιστής, άλλοτε για να την αναδείξω με άλλα χρώματα, λιγότερο
γκρίζα απ’ αυτά που εκείνη πολλές φορές διαθέτει κι άλλοτε, απλώς
φωτογραφίζοντάς την έτσι ακριβώς όπως είναι, αφού η ίδια η ζωή δεν έχει στ'
αλήθεια ανάγκη καμία τέχνη για να υμνηθεί· μπορεί πολύ καλά κι από μοναχή της…
Φαίνεται πως η επιθυμία μου να «βλέπω»
αυτά που διαβάζω με έχει στοιχειώσει, έτσι σε κάθε τι που πέφτει στα χέρια μου,
αναζητώ εκείνο το παράθυρο που θα με πάει στον πιο κοντινό ζωγραφικό πίνακα,
αναζητώ εκείνο το μονοπάτι που θα με ταξιδέψει στο χώρο και στο χρόνο, σ’ ένα
ταξίδι γεμάτο χρώματα, μυρωδιές κι ακούσματα.
Βλέπεις, εγώ δεν είμαι ζωγράφος, αλλά
ούτε και συγγραφέας κατάφερα να είμαι. Μία μικρή θαυμάστρια αυτής της υπέροχης
τέχνης της έκφρασης είμαι και πάντα στέκομαι με δέος μπροστά σε αυτούς που
κατάφεραν στ’ αλήθεια να είναι, αυτούς που δεν μπορούν να ζήσουν χωρίς αυτό.
Το μόνο παιδικό όνειρο που κατάφερα να
υλοποιήσω ήταν αυτό που έλεγε πως όταν μεγαλώσω θα γίνω αναγνώστης!
Έτσι ξεκίνησα να διαβάζω τον KAIRLOV, μια καλοκαιρινή, πολύ ζεστή μέρα, ζωσμένη με την καλή
διάθεση να πω απλώς μια γνώμη σε μία φίλη, που τη νόμιζα -σαν κι εμένα- ένα
κορίτσι της διπλανής πόρτας και με την προσδοκία πως θα ξεχνιόμουνα λίγο από τη
δική μου καθημερινότητα, που, εκείνο ειδικά το πρωινό, έμοιαζε μάλλον ασήκωτη.
Η προσδοκία μου επαληθεύτηκε· ο πύργος
με «ρούφηξε» μέσα στο επιβλητικό οικοδόμημά του, με έκανε ένα με τους
τοίχους του, τόσο που δεν υπήρχε χώρος πια για τίποτε άλλο! Ένα μαγικό ταξίδι
μέσα στο χιόνι και στο κρύο έριξε τη θερμοκρασία εκείνης της πολύ ζεστής μέρας
και οι χαρακτήρες ζωντάνεψαν μπροστά στα μάτια μου, όχι σαν ένας απλός πίνακας,
αλλά σαν ολόκληρη ζωγραφική έκθεση!
Βρέθηκα να περπατώ δίπλα σε γυναίκες
απλές, μα ίσως όχι και τόσο απλές, κοντά σε δούκισσες και σε τσαρίνες. Άλλες
ήταν όμορφες, άλλες σκληρές, μα όλες με έμπαζαν μέσα στο κεφάλι τους, μου
χάριζαν κομμάτια απ’ την καρδιά τους.
Μετά ήσαν κι όλοι εκείνοι οι
εκπληκτικοί, τόσο στιβαροί άνδρες! Ο καθένας είχε να καταθέσει τη δική του
ιστορία, αλλά ήταν το παράστημα, οι στολές, απ’ τα στιβάνια μέχρι το τελευταίο
καλογυαλισμένο κουμπί τους, που με ταξίδεψαν σε μάχες σώμα με σώμα, με έκαναν
να θρηνώ τους θανάσιμα λαβωμένους, τους τυλιγμένους μέσα στις σημαίες της
ένδοξης αυτοκρατορίας, στο όνομα της οποίας πολεμούσαν, δικαιώνοντας τους
βασιλιάδες που θεωρούσαν, από καταβολής κόσμου κι ανεξαρτήτως φυλής, πως όσα
γίνονταν οφείλονταν σ’ αυτούς.
Εικόνες! Άπειρες εικόνες! Γεύσεις,
μυρωδιές...όλα εκεί, δίπλα μου, με παρέσυραν, με έκαναν να ξεχάσω και τη ζέστη
της ημέρας και τη μαυρίλα της σκέψης μου και με κατέκλυσαν από μία πρωτόγνωρη
αγωνία για το τι θα συνέβαινε στο τέλος…
Είχε αρχίσει να νυχτώνει πια, όταν
εγκατέλειψα με μεγάλη μου λύπη τον επιβλητικό πύργο. Μια υποχρέωση με τράβηξε
βίαια από μέσα του, αλλά κι αν αυτό μετριέται στις χασούρες, η δημιουργία της
προσμονής για να τον ξαναβρώ ήταν ένα πρωτοφανίστικο κέρδος.
Όταν το ταξίδι στην παγωμένη
Λευκορωσία ολοκληρώθηκε τελικά, έμεινα να σκέφτομαι τι είναι εκείνο που
κερδίζει κανείς διαβάζοντας ένα βιβλίο, ένα οποιοδήποτε βιβλίο.
Ο Βολταίρος είχε πει πως με τα βιβλία
συμβαίνει ό,τι ακριβώς με τους ανθρώπους: Ένας μικρός αριθμός είναι
σημαντικά κι όλα τα υπόλοιπα χάνονται στο πλήθος.
Ωστόσο, είναι αλήθεια πως ένα καλό
βιβλίο κι ένα κακό βιβλίο εμπεριέχουν ακριβώς τον ίδιο κόπο. Και μέσα σε κάθε
ένα απ’ αυτά, είτε καλό, είτε κακό, ο αναγνώστης μπορεί να βρει μια φράση που
τον χαστουκίζει πολύ δυνατά στο πρόσωπο, ωσάν ο συγγραφέας να τον είχε στο νου
του όταν το αράδιαζε στο χαρτί. Ακόμα και το χειρότερο απ’ αυτά, μπορεί να μας
δώσει κάτι για να σκεφτούμε.
Πόσο μάλλον όταν αυτό ανήκει στα
καλύτερα που έχουμε διαβάσει!
Ο KAIRLOV μου ξαναθύμισε δύο αλήθειες
που έχω πάντα την τάση να ξεχνώ:
Η μία αλήθεια είναι πως ματαιοπονώ
όταν προσπαθώ να φτιάξω τη ζωή μου έξω απ’ το μαγικό κόσμο των βιβλίων, ίσως
γιατί εγώ μόνο έτσι την έμαθα· εισπνέοντας τη μεθυστική, σχεδόν οπιώδη μυρωδιά
του μελανιού. Κάθε μία προσπάθεια που γίνεται -είτε από μένα, είτε από άλλους-
να κατέβω απ’ το ροζ συννεφάκι που με οδηγεί η φαντασία μου είναι μάλλον
πληκτική απόπειρα, που δημιουργεί έναν άλλο άνθρωπο, που στ’ αλήθεια δεν είμαι
εγώ και με τον οποίον τελικά δεν θέλω να έχω καμία σχέση. Είμαι για πάντα
τσακωμένη!
Η άλλη αλήθεια είναι πως συχνά λαθεύω
στην κρίση μου για τους ανθρώπους, απόρροια ακριβώς αυτού του φανταστικού
κόσμου στον οποίον ζω. Η φίλη μου, η πνευματική «μητέρα» αυτού του βιβλίου, δεν
είναι το κορίτσι της διπλανής πόρτας όπως, λαθεμένα, νόμιζα. Είναι μια
εξαιρετική «ζωγράφος», μια καλλιτέχνης, που πήρε τα πινέλα της και ζωγράφισε
τοπία, άλλοτε κρύα, γκρίζα, σκοτεινά κι άλλοτε φωτεινά, θερμά και γεμάτα
χρώματα, μπαίνοντας στο κεφάλι μου, χτίζοντας για μένα μια ολάκερη φιλοσοφία
από εικόνες…
Δεν ξέρω πολλά κορίτσια σε πόρτες
διπλανές που να μπορούν να το κάνουν αυτό...και χαίρομαι ιδιαίτερα που ξέρω ένα
κι ας μην είναι της διπλανής πόρτας.
Η Πέμη Γκανά, τιμώντας με, με τοποθέτησε
ανάμεσα σε αυτούς που ισότιμα θα μιλήσουν για το δικό της δημιούργημα. Με έβαλε
στο δικό της κόσμο και μου ζήτησε να της πω πώς μου φαίνεται. Με τι μοιάζει.
Μου ζητάει να της ζωγραφίσω με τη σειρά μου, τον δικό της πύργο, με τα δικά μου
μάτια…
Μεγάλη ευθύνη, αφού ποτέ δεν ξέρεις τι θα συμβεί, αν απλώς αλλάξεις την οπτική γωνία απ’ την οποία θα
κοιτάξεις το κάθε τι…
Το σίγουρο είναι πως δικαίωσε εκείνους
που λένε πως ένα καλό βιβλίο μας κάνει μετανάστες, απομακρύνοντάς μας απ’ τα
σπίτια μας και φτιάχνοντας για μας καινούργια σπίτια, αλλού.
Την ευχαριστώ, γιατί έφτιαξε έναν
ολόκληρο πύργο και μου τον χάρισε για σπίτι μου...
Επίκαιρο όσο ποτέ:
https://www.youtube.com/watch?
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου