Γράφει
ο Νίκος Γ. Σακελλαρόπουλος
Η πολυανεμενόμενη τηλεμαχία των πολιτικών αρχηγών, ήταν
τελικά μια ανάλατη σούπα.
Με ασφυκτικούς κανόνες που επέβαλλαν τα κόμματα, η
ελληνική κοινωνία παρακολούθησε ανιαρούς μονολόγους κι είναι βέβαιο ότι δεν
διαφωτίστηκε στο παραμικρό.
Οι ίδιοι κανόνες, στην ουσία υπονόμευσαν την ουσία και της
τηλεμαχίας, αλλά και του ίδιου του πολιτικού διαλόγου, αφού ενθάρρυναν τις κορώνες
και τα ύπουλα κτυπήματα κάτω από τη μέση, ενώ
βοήθησαν προκλητικά κάποιους
πολιτικούς αρχηγούς να πουν το ποιηματάκι τους αντί απαντήσεων στις ερωτήσεις
που του υπεβλήθησαν.
Ακόμη κι η εμφανισθείσα καινοτομία, δηλαδή η δυνατότητα
των αρχηγών να ερωτούν ο ένας τον άλλον, ουσιαστικά και τυπικά δεν προσέδωσε το
παραμικρό στη συζήτηση, αφού αναλώθηκε σε μονολόγους χωρίς να δίνεται η
δυνατότητα απαντήσεων ή διαλόγου.
Είναι σαφές, ότι και σ’ αυτόν τον τομέα βρισκόμαστε
χρόνια πίσω από τις προηγμένες Δυτικές χώρες.
Σ΄ αυτές, τους κανόνες δεν τους βάζουν τα κόμματα, αλλά
οι δημοσιογράφοι.
Κι είναι ξεκάθαρο ότι ενημέρωση και δημοσιογραφία υπό
κομματική κηδεμονία δεν μπορούν να συμβαδίζουν.
Η ικεσία του συντονιστή της τηλεμαχίας «σας παρακαλώ,
συμφωνήσαμε ότι δεν κάνουμε διάλογο», αποτελεί τη μέγιστη απόδειξη του
σουρεαλιστικού freak control που «πουλήθηκε» ως …διάλογος.
Φαντάζεστε σε πάνελ οποιαδήποτε χώρας του πολιτισμένου
κόσμου έναν πολιτικό αρχηγό να κατηγορεί ευθέως τον αντίπαλό του για διαφθορά
και ο κατηγορούμενος να μη μπορεί ν’ απαντήσει; Ο δε παρουσιαστής να παραμένει
άνευρος κι αποστεωμένος στη θέση του, μη ανοίγοντας το στόμα του;
Φαντάζεστε σε πάνελ οποιασδήποτε χώρας του πολιτισμένου
κόσμου έναν πολιτικό αρχηγό να ξαναλέει ότι θα καταργήσει τον ΕΝΦΙΑ που είχε
ξανακαταργήσει φραστικά πριν οκτώ μήνες, αλλά στην ουσία επέβαλλε και πάλι και
να μη μπορούν να του απαντήσουν οι δημοσιογράφοι και να του ζητήσουν εξηγήσεις;
Φαντάζεστε σε πάνελ οποιασδήποτε χώρας του πολιτισμένου
κόσμου έναν πολιτικό αρχηγό να ερωτάται για τις συνέπειες που θα έχει στην
κοινωνία το εθνικό νόμισμα που επαγγέλλεται κι εκείνος ν’ απαντά ότι φταίει το
μνημόνιο κι άλλα λόγια ν’ αγαπιόμαστε, χωρίς οι δημοσιογράφοι να έχουν το
δικαίωμα να ζητήσουν φορτικά απάντηση;
Επί της βραδιάς, τώρα.
Ο Αλέξης Τσίπρας ήταν έντονα
απολογητικός, σκυθρωπός, αμήχανος, διεκπεραιωτικός και διακατεχόμενος από εμφανή εκνευρισμό.
Μάλιστα, υπέπεσε σε τέσσερις γκάφες:
Υποσχέθηκε και πάλι την κατάργηση του ΕΝΦΙΑ.
Υπερασπίστηκε τον Μπαλτά της Παιδείας.
Υπερασπίστηκε την Τασία Χριστοδουλοπούλου, που ακόμη και
χθες δήλωνε ότι οι μετανάστες… συνέδραμαν στις οικονομίες των νησιών.
Τόνισε και πάλι ότι έβαλε την Ελλάδα επάνω από το κόμμα
του!
Δηλαδή, θα μπορούσε να γίνει το αντίθετο;
Ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης ήταν εμφανώς
τρακαρισμένος κι ιδιαιτέρως προσεκτικός
προκειμένου ν’ αποφευχθεί η οιαδήποτε πιθανότητα άτυχης στιγμής, ενώ έδωσε
έμφαση στην ιδιωτική πρωτοβουλία και τις επενδύσεις.
Όμως, σε καμιά στιγμή δεν ανέδειξε την αναμενόμενη εικόνα
ενός πολιτικού που είναι εν αναμονή πρωθυπουργός.
Πάντως, οφείλουμε να του προσδώσουμε τα εύσημα, αφού ήταν
ο μόνος που επιχείρησε να ζωντανέψει τους «νεκρούς» μονολόγους ενώ φάνηκε να
είναι ο μόνος που αδιαφορούσε για τον δήθεν καθωσπρεπισμό της τηλεμαχίας.
Χώρια που κάποια στιγμή που είχε ανοικτό μικρόφωνο είπε
αυτό που έβλεπαν κι ένιωθαν όλοι οι τηλεθεατές. Ότι, δηλαδή, οι θεατές θα
κλείσουν τις τηλεοράσεις.
Ο Παναγιώτης Λαφαζάνης ήταν επιεικώς
τραγικός, κάνοντας τον παρακείμενό του Αλέξη Τσίπρα να τρίβει τα χέρια του.
Δεν απάντησε επί της ουσίας και στον πυρήνα σχεδόν καμιάς
ερώτησης κι επέμενε –χωρίς ποτέ να εξηγήσει γιατί, με ποιον τρόπο και τι
κινδύνους περικλείει- στην επιστροφή στη δραχμή.
Ο Δημήτρης Κουτσούμπας κινήθηκε στη βάση της
γνωστής κασέτας, χωρίς για μια ακόμη φορά να ερωτηθεί σε ποια χώρα του
πολιτισμένου κόσμου εφαρμόζεται το μοντέλο που οραματίζεται και προτείνει.
Ήταν, πάντως, περισσότερο ανθρώπινος από τον «ξύλινο» και
«άχρωμο» Λαφαζάνη, με τον οποίο ουσιαστικό απευθύνονται στο ίδιο εκλογικό
ακροατήριο.
Ο Σταύρος Θεοδωράκης επιχείρησε να
καταθέσει τις προτάσεις του κόμματός του, δεν έκανε υπερβάσεις ή ακροβατισμούς,
εμφανίστηκε διαβασμένος κι εύστροφος αλλά έκανε τη γκάφα του.
Εμφάνισε ως πρόταση του κόμματός του για τις πολεοδομίες
ήδη ψηφισμένο νόμο!
Η Φώφη Γεννηματά, απλώς πέρασε τη βάση.
Αμήχανα επιχείρησε να πείσει ότι ξέρει να
διαπραγματεύεται, χωρίς να ερωτηθεί πού έμαθε και πώς το αποδεικνύει.
Το ίδιο αμήχανα επιχείρησε να πείσει για τις μεταρρυθμιστικές
προθέσεις του κόμματός της, όταν ταυτοχρόνως έκανε εκκλήσεις σ’ όσους
εγκατέλειψαν το ΠαΣοΚ για να επιστρέψουν....σπίτι τους!
Κι αυτό όταν είναι παγκοίνως γνωστό, ότι το εγκατέλειψαν
επειδή ακριβώς επιχείρησε –φραστικά κυρίως- να προβεί σε τομές που ενόχλησαν το
πελατειακό του σύστημα…
Ο Πάνος Καμμένος, μια από τα ίδια.
Με τις οι συνήθεις πρακτικές του με τις καταγγελίες
πυροτεχνήματα και τη λάσπη που εκτόξευσε εναντίον του Βαγγέλη Μεϊμαράκη, που
ανάγκασαν τον πρόεδρο της Ν.Δ. ν’ απευθυνθεί στον Αλέξη Τσίπρα και να τον
ρωτήσει:
«Ξέρω ότι θες να με κτύπήσεις, γιατί βάζεις τον Καμμένο
να κάνει τη βρόμικη δουλειά»;
Ο πρόεδρος των ΑΝΕΛ, με τη γνωστή του επιπολαιότητα
υπέπεσε και σ’ άλλη γκάφα.
Πήρε μια διαδικτυακή τρολιά εναντίον του ΠαΣοΚ και τη
μετέτρεψε σε πεδίο πολιτικής αντιπαράθεσης…
Πάντως, σίγουρα δεν βρίσκεται χαμένος, ειδικά στους ψηφοφόρους
που αναμένουν ατάκες χωρίς να ενδιαφέρονται για την αλήθεια και την ουσία.
Τέλος, οφείλω να τονίσω ότι μεταξύ των δημοσιογράφων, τις
εντυπώσεις κέρδισαν δυο πρόσωπα.
Η Σία Κοσιώνη κι ο Μάκης Γιομπαζολιάς!
Για διαφορετικούς λόγους…
Υστρ.
Πλέον των ανωτέρω, θα ήμουν ευτυχής αν μπορούσε κάποιος
να απαντήσει στο ερώτημα:
Σε ποιο κράτος του πολιτισμένου κόσμου και δη ευρωπαϊκό,
δυο αρχηγοί κομμάτων θα μιλούσαν σοβαρά και θα διαφωνούσαν για το είδος του
κομμουνισμού που επαγγέλλεται ο καθένας;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου