Γράφει
η Ζωή Σάκκουλα
Ψιλοχάλια καιρός και σήμερα…
Και θυμήθηκα μια εποχή που περιμέναμε
πώς και πώς να έρθει ο χιονιάς.
Μικροί μεγάλοι περιμέναμε να παίξουμε
χιονοπόλεμο, να δούμε τις νιφάδες του χιονιού, να τρέξουμε να γελάσουμε βρε
παιδί μου.
Χώρια… το κρύο καιρός για δύο….
Πρώτη φορά είδα χιόνι… όταν γεννήθηκα.
Έτσι μου είπαν οι γονείς μου.
Μα το είδα; τους ρώτησα.
Δεν έχει σημασία αν
το είδες, πάντως
τον Νοέμβριο στην Γερμανία ήταν 8 πόντοι το χιόνι. Χαμογέλασα, να εγώ γεννήθηκα
σε κλινική μεγάλη, σε χώρα με χιόνι…
Μετά ξαναείδα το 1982…μην ρωτήσετε την
ηλικία μου, κορασίδα είμαι στην καρδιά.
Από τότε.. μέχρι πριν λίγα, ας πούμε
τέσσερα -πέντε χρόνια, όλοι προσευχόμασταν να έρθει ο χιονιάς...
Κι ο καιρός για γέλια… για παιγνίδια,
για παρέα στο σπίτι μπροστά στο τζάκι ή έστω στο καλοριφέρ…
Τώρα φτάσαμε στο άλλο άκρο.
Στο άλλο άκρο;
Μπα χειρότερο.
Εδώ δε είναι άσπρο - μαύρο, εδώ είναι άσπρο
και χάος.
Η γιαγιά μου, σοφός άνθρωπος, λέει ότι
πια οι περισσότεροι κάνουν …γονατοκλησιά, για να μην έρθει το χιόνι και το
κρύο.
Τι λες καλέ γιαγιά; της είπα.
Κι εκείνη, μειλίχια με ρώτησε αν ξέρω
πώς τρυπάει τα χέρια το κρύο.
Ξέρεις τρυγόνα μου; Ξέρεις; απάντησε.
Ξέρεις ότι η Αννούλα η ξαδελφούλα σου, δεν μπορεί να
γράψει;
Καλοριφέρ γιαγιά;
Και πριν τελειώσω άρχισε να γελάει.
Τρυγόνα μου που ζεις; Ποιο καλοριφέρ
και κουραφέξαλα; Εδώ ο κόσμος δεν έχει να φάει… κι εσύ μιλάς για καλοριφέρ;
Αποφάσισα να βγω από το κλουβί μου….
Πήρα το αυτοκίνητο κα άρχισα να οδηγώ.
Πέρασα από δρόμους που περνούσα κάθε
μέρα.
Άνθρωποι κουρελιασμένοι στους δρόμους
σκεπασμένοι με χαρτόκουτα…
Άλλοι να ψάχνουν στα σκουπίδια για να
φάνε…
Παιδιά που περπατάνε και κοιτάζουν στο
περίπτερο την σοκοφρέτα… με μια λαχτάρα που δεν θα ήθελα εκείνη την στιγμή να
είμαι σοκολάτα.
Μα γιατί δεν τα έβλεπα όλα αυτά; Ζω
καλά; Έχω τα πάντα;
Όχι. …σκέφτομαι, αυτή η οφθαλμαπάτη
που ζούσα τόσο καιρό και με ξίνιζε…
Προσπαθώ, προσπαθώ… τίποτα, γυρνώ στο
σπίτι μου.
Ανοίγω την πόρτα , ζεστό το σπίτι Δόξα
σοι ο θεός, και κάθομαι στον καναπέ.
Προσπαθώ να ανοίξω την τηλεόραση..
Μάταια.
Τι στο καλό συμβαίνει;
Κατάλαβα.
Μια στοίβα χαρτιά εμποδίζουν το τηλεκοντρόλ
να δώσει σήμα.
Σηκώνομαι να τα παραμερίσω.
Άτσαλη…. Όλα κάτω τα έριξες…
ΕΝΦΙΑ, τέλη κυκλοφορίας, ΔΕΗ, ΕΥΔΑΠ,
ΟΤΕ, κάρτα, δάνειο, ασφάλεια…
Μαζεμένα εκεί το ένα να κάνει παρέα στο
άλλο μη τυχόν και νιώσουν μοναξιά.
Κάθε μέρα τους κάνω κι εγώ μη
μπορώντας να κάνω κάτι άλλο, άνεργη ούσα εδώ και δυο μήνες.
Στους οποίους σώθηκαν και τα προικιά της
τράπεζας.
Να γιατί δεν έβλεπα τι γίνεται στους δρόμους.
Γιατί σκεφτόμουν πως θα επιβιώσω.
Όχι να ζήσω. Να επιβιώσω.
Οι περισσότεροι έτσι καταντήσαμε.
Κι απ’ την τη λοβοτομή που μας έκαναν
δεν βλέπουμε όχι στο ένα μέτρο, αλλά ούτε και στη γωνία του καναπέ.
Εξ ου και δεν ξεσηκωνόμαστε…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου