Πολιτικά κόμματα με αστική συνείδηση
Γράφει ο Στρατής Στρατήγης
Η αστική συνείδηση δεν είναι ταξικό γνώρισμα και δεν προϋποθέτει την ύπαρξη αστικής τάξης. Εξ άλλου στην Ελλάδα δεν υπήρξε ποτέ διαμορφωμένη και εμπεδωμένη αστική τάξη και το μεγάλο κοινωνικό πλεονέκτημα της χώρας ήταν και είναι πάντα ἡ κοινωνική της κινητικότητα.
Ελάχιστοι είναι εκείνοι πού αναδείχτηκαν στην κοινωνία, στην πολιτική, στις επιχειρήσεις, στις επιστήμες ή στις τέχνες οπό «καταγωγή». Οι περισσότεροι, οι επιφανέστεροι και οι πιο δημιουργικοί προερχόντουσαν –μια, το πολύ δύο γενιές πίσω– οπό μεσαία ἤ και λαϊκά και αγροτικά κοινωνικά στρώματα, πού με θυσίες των ιδίων, των γονιών και των δικών τους και με μόρφωση και σκληρή εργασία ξεχώρισαν. Απέκτησαν όμως συγχρόνως και αστική συνείδηση και με αυτή «κατέβηκαν», όπως λέγαμε, στην πολιτική.
Πρωταρχικό συστατικό της αστικής συνείδησης είναι ἡ αποδοχή της «κοινωνικής σύμβασης», του «contrat social» όπως επικράτησε να λέγεται μετά τον Ρουσσώ, αλλά πού σαν έννοια της πολιτικής φιλοσοφίας υπάρχει οπό την εποχή των δικών μας κλασσικών. Είναι ο οικειοθελής περιορισμός της επιδίωξης του ιδίου συμφέροντος προς χάριν του κοινού, πού σαν όφελος έχει την δημιουργία μιας οργανωμένης και ιεραρχημένης έννομης κοινωνίας πού προστατεύει την ατομική ελευθερία και εξασφαλίζει την ευδαιμονία όλων των πολιτών. Τήρηση των νόμων και ορισμένων βασικών κοινωνικών αρχών και ηθικών εντολών, αποδοχή της ιεραρχίας, σεβασμό για το δημόσιο χρήμα και την περιουσία των άλλων, προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος, κοσμιότητα στη συναναστροφή και εγκράτεια στο βίο.
Ισχυρίζομαι ότι οι περισσότεροι οπό μάς πού πρωτοπολιτευτήκαμε μετά το 1974, τότε γύρω στα 40 μας, στη Νέα Δημοκρατία, στην Ένωση Κέντρου Νέες Δυνάμεις και σε άλλα οστικά κόμματα, είχαμε πρωτίστως οστική συνείδηση. Είχαμε, κυρίως οπό φιλοδοξία, μερικοί και οπό οικογενειακή παράδοση, γνήσια διάθεση υπηρέτησης του δημοσίου συμφέροντος και προσφοράς στα κοινά. Είχαμε ήδη διανύσει κάποια επαγγελματική ή επιστημονική πορεία με επιτυχία, πολλοί είχαμε αγωνισθεί για ιδανικά, εναντίον της Δικτατορίας, είμαστε γνωστοί και είμαστε αποδεκτοί στον ευρύτερο κοινωνικό μας περίγυρο. Αναδεικνυόμαστε μέσα οπό την κοινωνία στους κομματικούς σχηματισμούς. Είχαμε επίσης υπολογίσει ότι ἡ ανάμιξη μας στην πολιτική, πέρα οπό χρόνο, θα μας κόστιζε και δικό μας χρήμα. Την όποια εξουσία σε όποιους οπό μάς δόθηκε, την ασκήσαμε υπέρ του δημοσίου συμφέροντος, αγνοώντας ακόμη και το προσωπικό πολιτικό κόστος πού θα μας κόστιζε την επανεκλογή. Τέλος επιλέξαμε σαν πρότυπα πολιτικής συμπεριφοράς και ήθους, εξέχοντες μεγαλύτερους οπό μάς πολιτικούς της εποχής με τα ίδια με μάς χαρακτηριστικά και άψογη πολιτική συμπεριφορά.
Πολλοί οπό μάς ή απέτυχαν ή απογοητευμένοι οπό την ανάμιξή τους στα κοινά, επέστρεψαν στον ιδιωτικό βίο. Μπορεί στην πορεία να είχαμε φθαρεί αλλά δεν είχαμε διαφθαρεί.
Δυστυχώς εδώ και πάνω οπό 30 χρόνια τα πράγματα άλλαξαν ριζικά. Ἡ Μεταπολίτευση το 1974 συνέπεσε με την εμφάνιση, ενός μεγάλου τμήματος του ελληνικού λαού πού είχε υποστεί διώξεις και είχε κρατηθεί μετεμφυλιακά όχι μόνο στο πολιτικό περιθώριο, αλλά είχε αποκλεισθεί με απαράδεκτα μέτρα οπό την συμμετοχή στην οικονομική πρόοδο των δεκαετιών του ‘50 και ‘60. Ἡ συμπεριφορά αυτή των νικητών της εμφύλιας σύρραξης, ἡ ιδεολογική ψυχροπολεμική αντίληψη, οι πελατειακές σκοπιμότητες των τότε κομμάτων εξουσίας, οι δυσλειτουργίες του κοινοβουλευτικού πολιτεύματος πού κατέληξαν στην επιβολή της Δικτατορίας, είχαν δημιουργήσει ένα καταπιεστικό πολιτικό και κοινωνικό καθεστώς πού επέβαλε την αλλαγή του. Αυτή την έτοιμη εκλογική μάζα, πού δίκαια ζητούσε ενσωμάτωση στην πολιτική, κοινωνική και οικονομική ζωή του τόπου, είχε ήδη διακρίνει ὁ Ανδρέας Παπανδρέου πριν οπό την Δικτατορία. Τοποθέτησε άνετα τον εαυτό του επί κεφαλής της όταν γύρισε οπό την εξορία, την ονόμασε ΠΑΣΟΚ, με κύριο σύνθημα το ίδιο το ζητούμενο: την λέξη «ΑΛΛΑΓΗ».
Μαζί όμως με την δίκαιη και επιβεβλημένη οπό τούς καιρούς κατάργηση του προϋπάρχοντος καθεστώτος, θυσιάστηκε ἡ «οστική συνείδηση». Σημαίες και σύμβολα άρνησής του, έγιναν ἡ έλλειψη σεβασμού προς νόμους, θεσμούς και ιεραρχίες, ὁ λαϊκισμός, ἡ προσποιητή ελευθεριότητα, ἡ χυδαία έκφραση, ὁ προκλητικός τρόπος διαβίωσης και ἡ κραυγαλέα επίδειξη τοῦυ νεοαποκτηθέντος, πολλές φορές άνομου, πλούτου. Δημιουργήθηκαν σε όλα τα κοινωνικά στρώματα αντίστοιχα πρότυπα, κυρίως όμως στον κόσμο των ΜΜΕ, των επιχειρήσεων και των επαγγελμάτων και αγνοήθηκαν τα παλαιά. Κανόνας ζωής έγινε ἡ με κάθε μέσο και με απροκάλυπτη βιασύνη επιδίωξη πολιτικής, κοινωνικής και οικονομικής ανέλιξης όχι πλέον φυσιολογικά και ήπια, μέσα οπό την κοινωνία όπως παλιά, αλλά μέσω των κομματικών σχηματισμών και των συνδικαλιστικών φορέων τους. Ἡ συμπεριφορά αυτή διείσδυσε σε όλους τούς κομματικούς σχηματισμούς αλλά κυρίως φάνηκε στα κόμματα εξουσίας και χαρακτήρισε ένα μεγάλο αριθμό αυτών πού πολιτεύτηκαν οπό τότε. Ἡ πολιτική έγινε γι’ αυτούς κύριο επάγγελμα και ἡ παραμονή του σ’ αυτό μοναδική βιοτική διέξοδος. Από εκεί προέκυψε ἡ διαπλοκή και ἡ εκτεταμένη διαφθορά.
Σήμερα ἡ ΔΡΑΣΗ, με επί κεφαλής τον Στέφανο Μάνο, έναν ανεπίληπτο ηθικά πολιτικό, με την καλλίτερη πρωτοποριακή «εργογραφία» οπό τις θέσεις εξουσίας πού είχε κατά καιρούς, είναι το κόμμα πού εκφράζει –όπως εύστοχα δήλωσε κατά την ίδρυσή της το 2009, ο Γιάννης Μπουτάρης– τήν «Αστική συνείδηση». Έχει συγκεντρώσει γύρω του νέους με αστική συνείδηση περί τα 40, όπως εμείς το 1974, πού κατεβαίνουν στην πολιτική αντί νά αναρριχώνται από κομματικούς σωλήνες.
Όποιο και να είναι το εκλογικό αποτέλεσμα θα είναι προς τιμήν τους ότι αναμείχθηκαν για πρώτη φορά στα κοινά με την ΔΡΑΣΗ. Και όποια ψήφο πάρουν δεν θα είναι «χαμένη», αλλά ψήφος «ελπίδας» για ένα καλλίτερο πολιτικό μέλλον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου