Γράφει
η Εύα
Τσαροπούλου
«Τι
τα θες, παιδάκι μου; Όλοι μια μέρα, δυο μέτρα γης θα πάρουμε», έλεγε η γιαγιά
μου η Ελένη, κάτι που –παιδάκι τώρα- το άκουγα τρελά αισιόδοξα: Οπωσδήποτε
κάποτε, κτηματίας θε να γενόμουνα!
Μεγαλώνοντας,
διαπίστωσα πως μόνο αυτό δεν εννοούσε η καημένη η γιαγιά μου.
Κι
αυτή δεν ήταν παρά μόνο η αρχή από μία σειρά άλλων, θλιβερά κωμικών
διαπιστώσεων:
Ότι υπάρχουν, για παράδειγμα, συγκεκριμένα
τελετουργικά, τα οποία έχουν αποφασίσει άλλοι για μένα –πριν από μένα- και
υποδεικνύουν, όχι μόνο το
πώς πρέπει να ζήσω, αλλά και το πώς πρέπει να πεθάνω!
Αυτά
λοιπόν ορίζουν πως, ως καλή βαφτισμένη χριστιανή, πρέπει να ταφώ (όταν πεθάνω,
αυτή είναι η δέουσα και λογική σειρά), να με κλάψουνε, να βυζοχτυπηθούνε, να
μαλλιοτραβηχτούνε, να φάνε τα ωραία τους τα κολλυβάκια, να μου σπάσουνε διάφορα
πιάτα με στάρια, να μου χύσουνε κρασί πάνω στο χώμα που θα με σκεπάσει, να μου
φυτρώσουν από πάνω μου ωραιότατες μπιγκόνιες και γενικώς, να μου κάνουν ένα
σωρό γελοία πράγματα που βεβαίως –κι ευτυχώς- δεν θα ζω για να τα πάρω χαμπάρι!
Κι
όλα αυτά, μόνο και μόνο διότι έτσι αποφάσισαν κάποιοι που έμπλεξαν διάφορα
δωδεκαθεϊστικά, πυθαγόρεια και χριστιανικά μαζί-μαζί, τα έκαναν αχταρμά κι
επειδή δεν ήξεραν τι να τα κάνουνε, έτσι που τα καταντήσανε, μου τα φορέσανε,
ίσα για να κάνω φούρλες ενοχλημένη, μέσα εκεί που θα με παραχώσουνε…
Πόσο επιμένουμε να γελοιοποιούμε τους ανθρώπους!
Ούτε όταν πεθάνουν δεν μπορούν να ησυχάσουν!
Διότι,
αφού περνάνε όλη αυτή την ταραχή του θανάτου, της ταφής και των συγγενών που
έχουν συγκεκριμένο προσκλητήριο στα τριήμερα, τα εννιάμερα, τα σαράντα, το
χρόνο, τα δίχρονα και πάει λέγοντας, μετά πρέπει να τους ξεθάψουν, για να
τσεκάρουν αν «έλιωσαν», δηλαδή αν οι σκουλήκοι έκαναν καλά τη δουλειά τους.
Σαν
τη μαγείρισσα, που ανοίγει το φούρνο να πάρει μάτι αν της εψήθηκε καλά το φαΐ.
Έλα
μου όμως, που στην εποχή μας, κάτι οι τροφές που τρώμε, κάτι τα συνθετικά που
έχουν μπει στη ζωή και στο πετσί μας, αργούμε να λιώσουμε!
Οπότε
άντε πάλι παράχωσέ τον σε παρτεράκι με λουλουδάκια, πιο ψηλά αυτή τη φορά «ν’ αναπνέει,
να λιώσει πιο γρήγορα».
Κι
όταν επιτέλους, δώσει ο Γιαραμπής και ό,τι απομείνει από μας είναι τα
μοντελάκια με τα οποία μας παράχωσαν, τότε παίρνουνε τα κόκκαλά μας και τα
βάζουνε σε κάτι κουτάκια και τα φυλάνε πάλι στο νεκροταφείο, διότι νααα τους
πάει να τα πάρουνε στο σπίτι και ό,τι θυμούνται από σένα οι αγαπημένοι σου
είναι να σε σιχτιρίζουν κάθε φορά που πάνε να πληρώσουν το «ενοίκιο» για τις
κοκκάλες σου (κι ήταν και βαριοκόκκαλη η συγχωρεμένη)!
Και
μετά μου λες: Σημασία δεν έχει πού βρίσκεται το κορμί, αλλά πού ταξιδεύει η
ψυχή… Τρίχες αποκάτσαρες!
Πριν
από μερικά χρόνια, θυμάσαι;
Είχε
γίνει πρώτο θέμα στις ειδήσεις δημοτικό κοιμητήριο, το οποίο ήταν τόσο… πυκνοκατοικημένο,
που σε παρακείμενο σχολείο είχε αρχίσει να ξερνάει το χώμα εκεί που έπαιζαν τα
μικρά κι έβγαζε υγρά και λιπαρές ουσίες.
Είχαν
φρικάρει οι κάτοικοι, αλλά βλέπεις η Εκκλησία τά ’θελε αλλιώς!
Πόσο
πιο απλό είναι αυτό που γίνεται εδώ και χρόνια σε όλα τα σημεία του
πολιτισμένου κόσμου και σε μερικά του «απολίτιστου», από ακόμα πιο παλιά:
Πεθαίνεις; Σε καίνε και τελειώνει η ιστορία σου. Οι δικοί σου παίρνουνε τις
στάχτες σου και μπορεί άφοβα να πάρει ο αέρας τα υπολείμματα της ύπαρξής σου
και να τα ταξιδεύει στην αιωνιότητα!
Αλλά
όχι! Εδώ είναι Ελλάδα! Αυτά δεν γίνονται!
Κι
αν εσύ, χρυσό μου, έχεις τέτοιες ταξιδιωτικές αναζητήσεις, μπορείς ωραιότατα να
πληρώσεις –πριν απ’ το μόνιμο- ένα προσωρινό ταξίδι μέχρι τη Βουλγαρία, για να
καείς εκεί. Ευτούνοι τα έχουνε λυμένα αυτά.
Εδώ
δεν δικαιούσαι να έχεις άποψη ή επιλογή για το τι θα απογίνεις, όταν με το καλό
εγκαταλείψεις το μάταιο ετούτο κόσμο. Έχει αποφασίσει άλλος. Ποιος;
Μα
ένα συμβούλιο ρασοφόρων που, μετά τις εκατομμυριοστές πιέσεις που δέχτηκε από
ενοχλητικούς «κοσμικούς», έβγαλε μία εγκύκλιο που λέει πως, άντε βρε, σας
επιτρέπουμε να καείτε, αλλά διαχωρίζουμε και τη θέση μας από σας, να ’μαστε
ξηγημένοι έτσι;
Δηλαδή,
ούτε μνημόσυνα, ούτε κηδείες, άντε να σας ψάλλουμε ένα τρισάγιο, αλλά αυτό μόνο
στο τσακίρ κέφι κι αν έχετε κολλητάρι τον κατά τόπο εκπρόσωπό μας...
Διότι
για μας, δεν θεωρείστε πλέον χριστιανοί, αφού επιλέγετε να κάνετε του κεφαλιού
σας το χαβά κι όχι αυτά που εμείς ωραιότατα σας έχουμε κανονισμένα!
Θυμάσαι
που σου έλεγα παλιότερα, πως τα θέματα της θρησκείας δεν τα έχω λυμένα;
Ε,
να, κάτι τέτοια είναι που με κάνουν να θέλω, αφού δεν μπορώ να τα λύσω, να τα
κόψω, όπως έκανε ο σχωρεμένος ο Μέγας Αλέξανδρος το Γόρδιο Δεσμό και τι καλά
που του’κανε!
Γιατί,
ρε κύριε, δεν δικαιούμαι να θεωρούμαι χριστιανή;
Επειδή
αντί να ταφώ, προτιμώ να σκορπιστούν οι στάχτες μου στο Αιγαίο;
Δεν
θέλω, ρε αδελφέ να με φάνε οι σκουλήκοι!
Προτιμώ
να με φάνε τα ψάρια, εσύ τι πρόβλημα έχεις με αυτό;
Να
’σουνα το ψάρι, να πω!
Τις μεγαλύτερες χυδαιότητες, να ξέρεις, άνθρωποι
τις έχουν εφεύρει!
Κανένας Θεός δεν ευθύνεται γι’ αυτές, εξάλλου έχει
δικά του θέματα να λύσει, υπαρξιακά. Να αποφασίσει αν υπάρχει ή δεν υπάρχει,
ποιος είναι, από πού έρχεται, γιατί όλοι απ’ αυτόν τα περιμένουν και τέτοια.
Όσο
για μένα;
Κανείς
δεν δικαιούται να μου πει πώς θα ζήσω ή πώς θα πεθάνω.
Κανείς
δεν δικαιούται να μου υπαγορεύσει τι θα πιστέψω και τι θα αμφισβητήσω.
Κανείς
δεν δικαιούται να παίρνει αποφάσεις για μένα, τις οποίες θα κάνει και νόμους
κατά το δοκούν.
Κανείς
δεν μπορεί να μου πει ότι είμαι λιγότερο Χριστιανή, Μωαμεθανή, Βουδίστρια ή
οπαδός της Καμπάλα ή ό,τι άλλο θέλω, από τον διπλανό μου, μόνο και μόνο επειδή
εγώ κάνω αυτή την επιλογή κι εκείνος την άλλη!
Κανείς
δεν δικαιούται να καταπατά τα δικαιώματά μου και τις ελευθερίες μου.
Έχω
δικαίωμα να πιστεύω στο Θεό μου -αν θέλω- και να δικαιούμαι κομμάτι της αγάπης
του, ανεξάρτητα με το πώς θα επιλέξω να ταξιδέψω προς τα εκείνον όταν, με το
καλό, φτάσει η ώρα μου.
Έχω
δικαίωμα να επιλέξω τι θα απογίνει το σαρκίο μου, όταν πια δεν θα μου
χρειάζεται και να δωρίσω τα όργανά μου σε κάποιον που θα του είναι χρήσιμα για
να συνεχίσει να ζει.
Έχω
δικαίωμα να μην θέλω να εξευτελίζομαι σε ανόητες τελετές που μόνο λύπη, κούραση
και βαρυγκόμια φέρνουν στους αγαπημένους μου, οι οποίοι δεν θα μπορούν να
απαλλαχθούν από μένα ούτε μετά το θάνατό μου!
Έχω
δικαίωμα να κάνω ό,τι θέλω με τον εαυτό μου, αρκεί να μην πειράζω, να μην θίγω
το διπλανό μου!
Είμαι
ελεύθερη κι εσύ που δεν σέβεσαι αυτή μου την ελευθερία, μάλλον έχεις μπερδέψει
τη δουλειά που σε βάλανε να κάνεις!
Εκπρόσωπος
του Θεού επί της γης ορίστηκες για να καθοδηγείς πνευματικά το ποίμνιό του, να
το καθοδηγείς, όχι να το μαστιγώνεις καθώς εκείνο βαδίζει!
Ούτε
να φτιάχνεις ηλίθιους νόμους που το εξευτελίζουν.
Ούτε
να μου λες ότι μου κάνεις χάρη που με αφήνεις να κάνω αυτό που θέλω, αλλά
"νίπτεις τας χείρας σου για όσα θα μου συμβούν μετά θάνατον".
Αν
πρέπει να τρομάξω από τέτοιες απειλές, αν πρέπει να υπακούσω σε τέτοιους
νόμους, να κατέβει Εκείνος να τους υπογράψει πρώτα και να μου τα πει ο ίδιος
όλα αυτά...
Και
τότε, βλέπουμε.
Ο
Θεός που μας διδάσκουν τα βιβλία και τον οποίο, εγώ που επιλέγω να καώ,
δικαιούμαι να τον πιστεύω όπως ακριβώς και ο διπλανός μου, που επιλέγει να
ταφεί –κι είναι επίσης σεβαστή η επιλογή του- δίδαξε την Αγάπη και μόνον αυτή.
Κι
αν κρατάω ένα πράγμα από Εκείνον, είναι αυτό κι είναι το μόνο ασφαλές και
σίγουρο:
Αγαπώ τους ανθρώπους, όσο αυτοί είναι δίπλα μου
ακόμα, όσο μπορούνε να το νιώσουνε.
Τους
ζεσταίνω τη ζωή, όσο μπορούν να αισθανθούν αυτή τη ζεστασιά μου.
Πάω
και πίνω καφέ με τις μεγάλες θείες μου, που νιώθουν μοναξιά, παίρνω τηλέφωνο
τους παππούδες μου, που αποζητούν παρέα. Όσο ζούνε! Όταν πια πεθάνουνε, κανένα
μαυροφόρεμα δεν θα δούνε, κανένα κόλλυβο δεν θα τους χορτάσει, κανένας θρήνος
δεν θα φτάσει στ’ αυτιά τους.
Η
φωνή μου όταν θα τους ρωτήσω τι κάνουν, όσο είναι ακόμα εδώ, αυτή ναι, αυτή θα
φτάσει…
Γι’ αυτό, αν κάτι θέλεις να κάνεις για να λέγεσαι
καλός χριστιανός, καλός άνθρωπος, καλός γιος ή κόρη, αγάπα τους ανθρώπους όσο
ζούνε κι ανασαίνουν ακόμα δίπλα σου.
Αγάπα τους και νοιάξου γι’αυτούς.
Όσο είναι ακόμα εδώ…
Αλλιώς,
όλα τα άλλα είναι μόνο θέατρο.
Κι
εκείνοι εξευτελίζονται με τις κηδείες, τα λουλούδια, τα κουραστικά τελετουργικά
κι εσύ χάνεις το χρόνο σου –και τα λεφτά σου- σε πράγματα
που κανέναν δεν θα ωφελήσουνε, γιατί τότε θα είναι πια αργά…
Κι αν θέλεις να το δούμε ακόμα πιο βαθιά, το νόημα,
φίλε, βρίσκεται σε εκείνα που επιλέγεις να κάνεις όσο είσαι στη ζωή, όχι σε
εκείνα που γίνονται όταν πια έχεις τελειώσει με δαύτην…
Έτσι
που λες έχει το πράγμα, εγώ επιλέγω –κι ευχή και κατάρα σας το αφήνω- όταν πεθάνω
να το κάψετε το ρημάδι το κορμί μου.
Κι
αν μέχρι τότε ακόμα κάποιοι ρασοφόροι προύχοντες δεν έχουν αλλάξει γνώμη, δεν
πειράζει, ας μην με ψάλλουνε, μνημόσυνα δεν θέλω.
Το καλύτερο μνημόσυνο θα μου το κάνουν εκείνοι που
θα έχουν ωφεληθεί απ’ την αγάπη μου, θα έχουν ζεσταθεί απ’ το χαμόγελό μου, θα
έχουν βρει καταφύγιο μέσα στην αγκαλιά μου.
Όσο αυτοί θα με θυμούνται, πάντα αθάνατη θα μένω…
«I don’t want miss a thing», απ΄ τους Aerosmith που
έχουν πιάσει το νόημα:
Τώρα να τα προλάβεις όλα. Εδώ. Τώρα που μπορείς…
ΜΠΡΑΒΩ ΦΙΛΗ ΜΟΥ ΕΥΑ, ΥΠΕΡΟΧΩ ΣΥΓΧΑΡΗΤΗΡΙΑ !!!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΣας ευχαριστώ πολύ, να είστε καλά :)
Διαγραφή