Γράφει
ο
Μιχάλης Δεμερτζής
Ο τίτλος του άρθρου προέρχεται από ατάκα που
ακούστηκε σε τραπέζι πρόσφατα, όπου το κυρίως θέμα ήταν φυσικά η παρούσα
πολιτική κατάσταση της χώρας.
Και αυτό, ενώ η τρέχουσα πολιτική επικαιρότητα
κινείται γύρω από τη Νέα Δημοκρατία.
Τι είναι αυτό που μας κάνει να ασχολούμαστε πάλι με
το ΠΑΣΟΚ, ένα κόμμα που- η αλήθεια είναι- δεν επηρεάζει τα πολιτικά δρώμενα του
τόπου όπως συνήθιζε άλλοτε..;
Σε εναλλακτική λοιπόν των περισσότερων "νεοδημοκρατικών" άρθρων των ημερών, εδώ θα ασχοληθούμε με το κόμμα του 6% και αυτό
γιατί, ιστορικά, έχει παίξει βασικό ρόλο στην παρούσα κατάσταση της χώρας.
Ανταποκρίνεται καθόλου στη πραγματικότητα λοιπόν ο
ισχυρισμός ότι «Όλη η Ελλάδα είναι ΠΑΣΟΚ»;
Μάλλον ναι.
Εφόσον εννοούμε το παπανδρεϊκό ΠΑΣΟΚ και όχι
το «μεταλλαγμένο»
που υπάρχει αυτή τη στιγμή.
Αυτό που κατάφερε ο Ανδρέας Παπανδρέου σαν ηγέτης
δεν είναι καθόλου ευκαταφρόνητο, αν σκεφτούμε ότι, πριν από αυτόν, η κοινωνία
ήταν πολιτικά κατακερματισμένη σε πολύ σημαντικό βαθμό.
Το νεοελληνικό πολιτικό πεδίο πέρασε από καταστάσεις
ρευστές στο πρώτο μισό του περασμένου αιώνα.
Υπήρξαν άλλοτε διακριτές πολώσεις (Βασιλικοί και
Βενιζελικοί κατά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο) και άλλοτε, υπό το πρίσμα ορατών
και «χειροπιαστών» σκοπών, εθνική συσπείρωση (πχ. 1940), αλλά και στις δύο
αυτές περιπτώσεις, η αίσθηση του «επείγοντος» ήταν που όριζε το πολιτικό
σκηνικό.
Στο δεύτερο μισό, αρχικά με τη λήξη του εμφυλίου,
αυτό το πεδίο καταστάλαξε στις αντίστοιχες με τη διεθνή συγκυρία διακριτές
τάσεις και, μετά τη χούντα κατέληξε σε στέρεους πολιτικούς σχηματισμούς,
περίπου όπως τους γνωρίζουμε και σήμερα.
Τη μαζική έκφρασή του όμως, τη βρήκε υπό το ηγετικό
πρόσωπο του Ανδρέα Παπανδρέου.
Α. Η Κοινωνία
Τη δεκαετία του 80, ο παπανδρεϊκός σοσιαλισμός
κινητοποιεί πολιτικά έναν λαό, με εγγεγγραμένη στο ένστικτό του πλέον μία
εντελώς στρεβλή, «ερήμην του Κράτους» δράση, η οποία δεν εδράζεται στη
δυτικοευρωπαϊκή νοοτροπία (ελεύθερη αγορά), αλλά στην οθωμανική.
Το πόσο
βαθιά είναι αυτή η δράση εγγεγραμένη στη κοινωνία μας φαίνεται, αν αντιληφθούμε
ότι πολλές φορές ανάμεσα στους Έλληνες πολίτες αυτοσκοπός δεν γίνεται η
εκάστοτε «εξωκρατική» πράξη, αλλά η διατήρηση της απόστασης από το κράτος μέσω
αυτής.
Είναι φοβερό αν σκεφτεί κανείς ότι υπάρχει στις
μέρες μας συμφωνία κυριών για να ξεγελάσουμε το κράτος (για παράδειγμα, με το
να μη κόβουμε απόδειξη, εμπιστευόμαστε πως κανείς δεν θα καταγγείλει τον άλλον
ως αμφότεροι «εχθροί» κράτους), αλλά δεν μπορεί να υπάρξει συμφωνία κυριών για
τη συνεργασία ως αγοραία συναλλαγή (για παράδειγμα, το ότι πρέπει να είμαι
παρών στο συνεργείο όταν θα μου φτιάχνουν το αμάξι, σημαίνει ότι δεν
εμπιστεύομαι τον ιδιώτη- επαγγελματία).
Αυτή η νοοτροπία ήταν ο ιδανικός συνένοχος για την
επί Παπανδρέου απαξίωση της δημόσιας διοίκησης, η οποία, αν δεν επήλθε
εσκεμμένα, επήλθε τουλάχιστον φυσιολογικά.
Αν προσθέσουμε σε αυτό την οικονομική ευμάρεια της
εποχής, θεσμοθετήθηκε από το παπανδρεϊκό ΠΑΣΟΚ ο ήδη υφέρπων κομματοκεντρικός
ατομικισμός, του οποίου κορυφαία έκφραση είναι η υπεραξία του διορισμού στο
δημόσιο.
Αυτή η θεσμοθέτηση διέλυσε ό,τι έμεινε από την ήδη
ασθενής ουσία του «κοινού συμφέροντος», δημιουργώντας μία κοινωνία της οποίας η
συνοχή στηρίζεται σε ένα «υδροκέφαλο» δημόσιο, σε έναν ασύμφορο ασφαλιστικό
τομέα και σε στεγανοποιημένες επαγγελματικές συντεχνίες.
Κι όταν μιλάμε για συνοχή, μιλάμε για ισχυρές
αντιστάσεις στην αλλαγή, οπότε και ο ισχυρισμός ότι η ελληνική κοινωνία «είναι
ΠΑΣΟΚ (ακόμα)» είναι μάλλον εύστοχος.
Β. Οι Πολιτικοί
Από την άλλη, το υπόλοιπο πολιτικό προσωπικό της
χώρας φαίνεται να παγιδεύτηκε και αυτό στη παραπάνω κατάσταση και αντί να
κομίσει εναλλακτικές προτάσεις, βάδισε στη «δοκιμασμένη συνταγή» του
παπανδρεϊσμού, πλειοδοτώντας προεκλογικά σε λαϊκισμό και ρουσφετολογία.
Και, αν θεωρήσουμε ότι και ο λαϊκισμός και το
ρουσφέτι προϋπήρχαν του ΠΑΣΟΚ, η επίδραση του τελευταίου φαίνεται ακόμα
καλύτερα μετεκλογικά, από το πώς δηλαδή κυβερνήθηκε ο τόπος και από άλλα
κόμματα.
Είναι πασιφανές πως η εξουσία στην Ελλάδα γνωρίζει
να δρέπει τους καρπούς που αποκομίζει από το εκλογικό σώμα μόνο με έναν τρόπο
και αυτός είναι να κομματικοποιεί το κράτος.
Αυτή ήταν η πολιτική μετεξέλιξη της επί Ανδρέα
Παπανδρέου μαζικοποίησης των κομμάτων, η οποία θα μπορούσε να μας έχει
κληρονομήσει και θετικά στοιχεία, αλλά φαίνεται πως, όπως προαναφέραμε,
συγκεκριμένα γνωρίσματα της ελληνικής νοοτροπίας ανέδειξαν κυρίως τα αρνητικά
της- τα οποία ζούμε και σήμερα- και
τα πέρασαν στους πολιτικούς θεσμούς.
Από τους διορισμούς ημετέρων και τους «γαλάζιους
συνδικαλιστές» (και όχι μόνο) της Νέας Δημοκρατίας, μέχρι τον ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη
Τσίπρα, είναι φανερό πως το θεσμικό περιβάλλον στην Ελλάδα δεν έχει αλλάξει
καθόλου- και δεν υπήρξε πρόθεση να αλλάξει- σε σχέση με τις δεκαετίες του ‘80
και του ‘90.
Ειδικά για τη σχέση ΣΥΡΙΖΑ/Τσίπρα με το «παλαιό
ΠΑΣΟΚ» έχουν γραφτεί ήδη τόσα πολλά, που δεν κρίνουμε σκόπιμο να τα αναλύσουμε
εδώ.
Αρκεί να πούμε- στα πλαίσια του παρόντος άρθρου-
ότι κατά τη γνώμη μας, κύριο αίτημα της πλειονότητας των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ
στις δύο τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις ήταν να μην αλλάξει τίποτα
ουσιαστικό στον τόπο, πέραν των διαχειριστών της εξουσίας. Αυτό το θεσμικό
περιβάλλον λοιπόν, που τροφοδοτείται από το πολιτικό και κοινωνικό status quo της
χώρας, είναι η απόδειξη πως «Όλη η Ελλάδα είναι ΠΑΣΟΚ»…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου