Σάββατο 17 Ιανουαρίου 2015

Μεταξύ μας με καφέ και με τσιγάρο (No 8)

Το εβδομαδιαίο χρονογράφημα του grpost,
δια χειρός Πέμυς Γκανά

Ένα σμάρι κορίτσια…

   

Οι φωνές τους με ξαφνιάζουν.
Ταράζουν την επίπλαστη ηρεμία.
Γέλια δυνατά, γάργαρα, αμόλυντα.
Κόκκινα κραγιόν και ελαφρά πουδραρισμένα πρόσωπα, που έστω και έτσι μυρίζουν νιότη.
Μαλλιά μακριά ξεπροβάλλουν ατίθασα κάτω από τους γκρίζους σκούφους.
Λαμπερά μάτια φρέσκα, πράσινα, γαλανά και κατάμαυρα σαν εκείνα που υμνούσε ο Αγγελόπουλος.
Φρεσκάδα.
Πολύχρωμα κασκόλ πέφτουν ανέμελα πάνω
σε ολόμαυρα ρούχα.
Μιλάνε ψιθυριστά και γελάνε δυνατά.
Διαβάζω την ίδια παράγραφο ξανά και ξανά...
Μα δεν μπορώ να συγκεντρωθώ.
Άθελα μου τις ακούω.
Μιλάνε για εξετάσεις και αγόρια.
Κρυφογελώ...
Πότε να ήταν άραγε η τελευταία φορά που μίλησα για ¨αγόρια¨...
Ταξιδεύω μαζί τους, αφουγκράζομαι την αθωότητα, την ανεμελιά την ξεγνοιασιά τους.
Με την ζωντάνια τους δημιουργούν ζωή στην συνήθως βουβή αποβάθρα.
Κεφάλια γυρίζουν βαριεστημένα ή απορημένα και τις κοιτάνε.
Χαμόγελα σχηματίζονται, χρώματα ξεπηδούν και βάφουν κόκκινο ζωντανό, σπαρταριστό, τον μουντό σταθμό.
Ένα από τα κορίτσια ανοίγει την τσάντα της.
Τεράστια!
Βιβλία και χτένες.
Βγάζει ένα χάρτινο σακουλάκι.
Ανακυκλώσιμο.
Δαγκώνει την τυρόπιτα.
-Τι κάνεις; απαγορεύεται, της λένε οι φίλες της.
-Και τι έγινε; απαντά μπουκωμένη.
Δεν μιλούν για ένα δευτερόλεπτο και μετά σκάνε στα γέλια...
Μικρά κομμάτια από το λαδωμένο φύλλο πέφτουν στο πάτωμα.
Τρακτερωτές μπότες τα πατάνε.
Λιώνουν από το βάρος και ένας μικροσκοπικός λεκές μένει να στέκει εκεί ,σαν την μόνη απόδειξη πως η χαρούμενη παρέα βρισκόταν για λίγο στο σταθμό.
Σε λίγο θα περάσουν όμως και θα το καθαρίσουν και τα πάντα θα χαθούν....
Την καρδιά μου γρατζουνάει λύπη...
Για λίγο.
Μπαίνουν χαρούμενες στο συρμό.
Χρωματίζουν και εκεί μέσα τις αύρες των ανθρώπων.
Μπαλόνια πολύχρωμα φουσκωμένα με αισιοδοξία, δύναμη και χαρά...
Δεν τις ακολουθώ.
Στέκομαι με το βιβλίο μου στα χέρια και τις κοιτώ.
Οι πόρτες κλείνουν.
«Προσέξτε το διάκενο».
Υψώνω το χέρι μου σε χαιρετισμό.
Κάποια με βλέπει.
Γελά, μιλά στις άλλες.
Γυρνάνε απότομα και με χαιρετάνε.
Στέλνουν φιλιά.
Χαμόγελα αστραφτερά, αήττητα.
Γελώ με την σειρά μου.
«Στο καλό», εύχομαι.
Αγνοώ πως μια γυναίκα μεγαλύτερη κοιτάζει και μένα...
Ακούω μόνο σαν από μακριά να μουρμουρά τους στίχους του Νιόνιου...

«Τα κορίτσια τα καημένα και ούτε λέξη πια για αυτά»...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου