Από τη Θεσσαλονίκη
γράφει
η Αλεξάνδρα Γρηγορίου
Εκπαιδευτήκαμε
σε πολλά ως χειμάζουσα κοινωνία τα τελευταία χρόνια, εκτός ίσως απ’ την επιλογή
των σωστών διαχειριστών των κοινών μας.
Εκείνο που περίτρανα αποδείξαμε όμως
είναι ότι χωνεύουμε τα πάντα…
Κόπωση, αγανάκτηση, μένος και τελικά
αδιαφορία. Σαφής και ξεκάθαρη πλέον η πορεία των συναισθημάτων μας ως λαού που
ταλαιπωρείται επί 7ετία πλέον και μάλιστα
χωρίς διαφαινόμενη άρση του αδιεξόδου
που έχουμε περιέλθει.
Οι δομές κι η λειτουργία του κράτους, εν
πλήρη διαλύσει όπως ξεκάθαρα διαπιστώνει καθημερινά ο πολίτης όπου αναγκαστεί
να έχει συνδιαλλαγή ενώ οι προσφερόμενες υπηρεσίες του κράτους, τείνουν πλέον
στο ανύπαρκτο.
Το χειρότερο κι εκνευριστικότερο όλων
όμως, η πρόκληση των σημερινών κυβερνώντων, που γεωμετρικά αυξάνεται και
καταντάει ν’ αγγίζει τόσο πολύ τα όρια του γελοίου που πλέον ξεπερνά και τη
διάθεση για διακωμώδηση ή χιουμοριστική αντιμετώπιση.
Αν προχωρήσουμε όμως στις διαπιστώσεις,
ο καημός αυξάνεται κι ο πόνος δυναμώνει… ειδικά με την τραγική και πέραν κάθε
φαντασίας πλέον, ανοχή και την παροιμιώδη έλλειψη αντίδρασης από πλευράς των
πειραματόζωων που μας κατάντησαν.
Για λόγους που μάλλον χρήζουν πλέον
ψυχιατρικής έρευνας, ο άλλοτε υπερήφανος και φιλότιμος, αξιοπρεπής και
ονομαστός για τους αγώνες τους, λαός μας, αποδέχεται παθητικά ό,τι κι αν του
σερβίρουν, ότι σχεδιάζουν γι’ αυτόν χωρίς αυτός, την κατά μέτωπο επίθεση σε
ό,τι του απέμεινε και το χειρότερο όλων, την κοροϊδία του με την πλήρη
αναστροφή όλων όσων του είχαν υποσχεθεί, αποδεικνύοντας ότι τον εμπαίζουν.
Με ισχυρότερα όπλα τη νωθρότητα και την
αδιαφορία που πλέον μας συνοδεύουν ως λαό, όσοι πονηροί προσέλθετε προς εύκολη
επίτευξη οποιουδήποτε στόχου! Περιορισμός του ήδη περιορισμένου μετά τον αρχικό
περιορισμό του εισοδήματος που κάποτε είχαμε ενοχές που το κερδίζαμε,
επιβάρυνση της επιβαρυμένης μετά την αρχική επιβάρυνση, φορολογίας, διάλυση των
ημιανύπαρκτων τα τελευταία χρόνια, έτσι κι αλλιώς, δομών υγείας και παιδείας κι
οι παροχές του κράτους πλέον μηδαμινές παρά την υποτιθέμενη, στα χαρτιά
σχεδιαζόμενη αύξηση των εσόδων του.
Κι εμείς πώς αντιδρούμε; Χωρίς καμιά
απολύτως ενέργεια! Χωρίς καμιά, έστω και στοιχειώδη έκφραση πλέον, ούτε καν απ’
τα συνδικαλιστικά όργανα που απέμειναν. Καταπίνουμε αμάσητα ό,τι μας σερβίρουν,
δεχόμαστε ό,τι μας ανακοινώνουν, καταλύοντας τις κόκκινες γραμμές γρηγορότερα
κι απ’ τον άμεσο τρόπο που η ‘πρώτη φορά αριστερά’, ξεχνάει τις δικές της.
Κι όχι μόνο τα καταπίνουμε, αλλά
συρρικνώνουμε τις λειτουργίες και τις καθημερινές μας ακόμη δραστηριότητες αλλά
και τις βασικές μας ανάγκες, προσπαθώντας το αδύνατο: να καταφέρουμε να είμαστε
εντάξει στις υποχρεώσεις μας.
Η διαφαινόμενη αποτυχία κι αυτών των
προβλεπόμενων που στα χαρτιά δίνουν αριθμούς που ούτε κατά διάνοια θα καταφέρει
η πραγματική οικονομία ν’ αποδώσει, απλώς αποδεικνύει το μέγεθος της
προσπάθειας εκμετάλλευσης της παθητικής στάσης που παγιώσαμε πλέον ως λαός και
φυσικά θα μας συνοδεύει υποτιμητικά από δω και πέρα, όπως σαφώς αποτυπώθηκε στα
συνθήματα των πρόσφατων κινητοποιήσεων των Γάλλων.
Προφανώς ούτε κι αυτός ο παγκόσμιος
διασυρμός στάθηκε ικανός να μας ξυπνήσει οπότε συνεχίζουμε ακάθεκτοι να
παραμένουμε απαθείς και πάντως άνευροι κι ανενεργοί, να περιμένουμε, ένας Θεός
ξέρει τι κι από πού…
Ακόμη και κάποιες προσπάθειες που τέλος
πάντων γίνονται κατά καιρούς, για μαζικές κινητοποιήσεις και συγκεντρώσεις,
πέφτουν στο κενό, δίνοντας απλώς δύναμη και καταφέρνοντας συσπείρωση στους
αντίθετους, παρά βοηθώντας να καταγραφεί η, έστω και μικρή, έστω και λίγη
αντίδραση του λαού στα τραγικά που βιώνει.
Σα να μην τρέχει τίποτα λοιπόν,
ετοιμαζόμαστε για τα μπάνια του λαού όπως μάθαμε να τα λέμε, τις καλές εποχές,
εκείνες των παχιών αγελάδων, όσοι τέλος πάντων μπορούν να κάνουν μπάνια με την
έννοια των διακοπών, χωρίς να νοιαζόμαστε ιδιαίτερα για τίποτα απ’ όλα αυτά που
γίνονται, αποφασίζονται, έρχονται.
Κουρασμένοι από αναλύσεις και ειδικούς
που προειδοποιούν αλλά και στεγνοί από διάθεση για δράση ή αντίδραση, κάνουμε
ότι δουλεύουμε, κάνουμε ότι συνεχίζουμε, κάνουμε ότι ελπίζουμε, κάνουμε ότι ζούμε
τελικά.
Αραχτοί στον καναπέ, περιμένουμε να
κάνουμε και το «γκουκ» των μωρών, ως επιβεβαίωση του ότι χωνέψαμε τα πάντα,
πριν πάμε για ύπνο βαθύ απ’ τον οποίο ποσώς μας ενδιαφέρει ότι ακόμη και τα
όνειρα μας στέρησαν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου