Παρασκευή 1 Απριλίου 2016

Ατελείωτη αξιολόγηση



Από τη Θεσσαλονίκη
γράφει
ο Μιχάλης Δεμερτζής


Είναι ηλίου φαεινότερο ότι οι δανειστές δεν είναι ιδιαίτερα πιεστικοί κατά τη τρέχουσα αξιολόγηση. Αν συγκρίνουμε την εν λόγω περίπτωση με τις πιέσεις που ασκήθηκαν στη κυβέρνηση Σαμαρά και, πολύ περισσότερο, στη κυβέρνηση Γ.Α. Παπανδρέου, η διαφορά είναι χαώδης.
Προκαλεί δε εντύπωση η ενδοτικότητα των θεσμών απέναντι στην απροθυμία της κυβέρνησης να περικόψει, έστω και σε μικρό βαθμό, κρατικές δαπάνες.
Μαθαίνουμε για παράδειγμα, πως το κουαρτέτο έχει
αποδεχθεί ότι το μεγαλύτερο μέρος της δημοσιονομικής προσαρμογής θα γίνει από το σκέλος των εσόδων.
Συνέπεια αυτού θα είναι ένας μεγάλος όγκος μέτρων, ώστε να επιτευχθεί το απαιτούμενο καθαρό δημοσιονομικό αποτέλεσμα, χωρίς ωστόσο να υπάρχει κάποια ουσιαστική επίδραση στην πραγματική αγορά.
Με λίγα λόγια, η οικονομική ύφεση καλά κρατεί και θα κρατεί για καιρό ακόμα.
Το πόρισμα από τα ΜΜΕ έχει ήδη βγει: Αιτία αυτής της στάσης είναι η εν Ελλάδι όξυνση της προσφυγικής κρίσης.
Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία, θα γίνουν υποχωρήσεις από τους δανειστές προς τη χώρα μας, ώστε να μη διαταραχθεί η κοινωνική ηρεμία και να καταστεί δυνατή η απορρόφηση των κραδασμών του εν λόγω προβλήματος.
Σε ένα σημαντικό βαθμό αυτό ισχύει, όμως, από την άλλη, δεν είναι ακριβώς έτσι τα πράγματα.
Το προσφυγικό ζήτημα είναι ένας ισχυρός καταλύτης, δεν είναι όμως η γενεσιουργός αιτία της ανεκτικότητας των δανειστών.
Απόδειξη για αυτό είναι το γεγονός πως τον περασμένο Ιούλιο υπεγράφη ένα μνημόνιο γεμάτο φορολογικά μέτρα.
Επί του περιεχομένου του, ενδεικτικά μόνο:
- Αναδρομικός διπλασιασμός φόρου για τους αγρότες.
- Τριπλασιασμός στον ειδικό φόρο κατανάλωσης στο αγροτικό πετρέλαιο.
- Από 55% στο 100% η προκαταβολή φόρου για μικρομεσαίους επιτηδευματίες.
- Κατάργηση έκπτωσης φόρου για την εφάπαξ εξόφληση φόρου εισοδήματος. κ.α.

Στον αντίποδα, η πρόταση των εταίρων πριν το δημοψήφισμα περιλάμβανε σημαντικές φορολογικές αυξήσεις μόνο στη περίπτωση του ΦΠΑ στα νησιά.
Επιπλέον, το συγκεκριμένο μέτρο αφαιρέθηκε λίγο αργότερα από τη πρόταση Γιουνκέρ.
Και σε ένα γενικότερο πλαίσιο, όλες οι προηγούμενες προτάσεις των δανειστών δεν μας αφήνουν το περιθώριο να αμφισβητήσουμε πως το τρίτο μνημόνιο ήταν εν πολλοίς κομμένο και ραμμένο στα μέτρα του ΣυΡιζΑ, πάντα στο βαθμό του εφικτού- ας μη ξεχνάμε ότι οι δανειστές φρόντισαν να διασφαλίσουν τα χρήματά τους με ένα νέο «ΤΑΪΠΕΔ», μεγέθους 50 δις.

Η φράση-κλειδί που εξηγεί αυτή την ευρωπαϊκή υποχώρηση είναι το λεγόμενο “blame game” («Ποιος φταίει;»).
Κατά την 17ωρη διαπραγμάτευση του Ιουλίου, θυμίζουμε ότι κυκλοφόρησε στα social media από ξένους δημοσιογράφους το σύνθημα “This is a coup” («Αυτό είναι πραξικόπημα»).
Εάν δινόταν (για άλλη μια φορά) η εντύπωση ότι θα αλλάξει η κυβέρνηση στην Ελλάδα εξ αιτίας της Ευρώπης, το “blame game” σε περίπτωση Grexit, θα βάραινε την τελευταία.
Και το κατά πόσο θα διαλυθεί η Ευρωζώνη σε περίπτωση Grexit, εξαρτάται από το ποιος κατά τις αγορές φταίει περισσότερο.
Αυτή η εξέλιξη ανάγκασε τους εταίρους να μειώσουν τη πίεση και απλά να εξασφαλίσουν ότι θα υπογράψει ο Αλέξης Τσίπρας ένα (οποιοδήποτε) μνημόνιο για να μην βγει τελείως από το πρόγραμμα και από την ευρωπαϊκή τροχιά η Ελλάδα.

Εν ολίγοις, με την διαρκή ανεκτική στάση που κρατούν οι εταίροι (από τότε έως και σήμερα), φροντίζουν ώστε η ευθύνη ενός μελλοντικού Grexit να τους βαραίνει όσο λιγότερο γίνεται. Στο μεταξύ, αφήνουν μία μη συνεννοήσιμη ελληνική κυβέρνηση να εκτίθεται, δίνοντας όσο το δυνατόν λιγότερα χρήματα.
Και είναι πολύ λογικό, γιατί όσο κι αν αυξηθούν τα εισπρακτικά μέτρα, οι οικονομικές εισροές στην Ελλάδα θα συνεχίσουν να καταλήγουν μέσα σε μία μαύρη τρύπα.
Χωρίς διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, κανένα ευρωπαϊκό κονδύλι δεν θα αποδώσει και αυτό οι εταίροι μας το γνωρίζουν πολύ καλά.
Δεν είναι καθόλου τυχαίο πως ο μεγαλύτερος όγκος χρημάτων για τη καταπολέμηση του προσφυγικού δίνεται στην Τουρκία.
Η Ελλάδα δεν είναι αξιόπιστος διαχειριστής τέτοιων ποσών, ακόμα και αν δημιουργήσει ανεξάρτητο ταμείο για το ζήτημα.

Με τα παραπάνω δεδομένα, οι ατελείωτες διαπραγματεύσεις και αξιολογήσεις βγάζουν περισσότερο νόημα.
Αν αιτία της καθυστέρησης ήταν μόνο το εν λόγω σοβαρό θέμα, θα είχε πιθανότατα τεθεί με τον έναν τρόπο ή τον άλλο στο τραπέζι.
Εντούτοις, επειδή είναι το “blame game” στη μέση και έχουν και οι δύο πλευρές σημαντικές ευθύνες για το προσφυγικό, καμία από τις δύο δεν έχει συμφέρον να το θέσει επίσημα.
Η Ευρώπη αισθάνεται πιο άνετα να απευθύνεται στη Τουρκία, ενώ, από την άλλη, το γεγονός ότι η ελληνική πλευρά το χρησιμοποιεί άτυπα, ανήκει στο πλαίσιο της γνωστής πλέον «καμικάζι» τακτικής των Συριζανέλ, που λέει ότι «αν καταστραφώ, σας παίρνω μαζί μου». Το πρόβλημα αυτής της τακτικής, όπως φάνηκε και πριν από ένα χρόνο, είναι πως η Ελλάδα είναι πολύ πιο κοντά στον γκρεμό από τους υπολοίπους.

Συμπερασματικά, οι εταίροι πληρώνουν τώρα την ασφυκτική και εν πολλοίς «γερμανική» πίεση στην αρχή της κρίσης, ανεχόμενοι την κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα.
Ωστόσο, το δικό μας τίμημα ως χώρα μπορεί να είναι πιο βαρύ από μερικά εκατομμύρια ευρώ.
Πάνω στη ζυγαριά του «Ποιος φταίει», τα κλειστά σύνορα βαραίνουν τη θέση της Ευρώπης, αλλά δεν ελαφρύνουν καθόλου αυτή της Ελλάδας, αφού η τελευταία είναι σταθερά αναξιόπιστη.
Η Ευρώπη δεν πρόκειται να λύσει τα προβλήματά μας για λογαριασμό μας, όσο δεν τη θέλουμε σαν σύμμαχο.
Θα έρχεται το κουαρτέτο, θα διαφωνούμε μαζί του, θα φεύγει, και όταν έρθει η ώρα για το «πιστωτικό γεγονός», λογικά η αξιολόγηση θα κλείσει υπό το βάρος του προσφυγικού, αλλά τα χρήματα θα φτάνουν ίσα ίσα για να αναπνέουμε.
Το αποτέλεσμα θα είναι η παγίωση της ελληνικής πορείας προς την παρακμή και με αυτό δεν φαίνεται να έχει κανένα πρόβλημα η παρούσα κυβέρνηση, καθώς παγιώνεται και η θέση της στην εξουσία. Η ανεκτικότητα των δανειστών τής πέρασε αυτό το μήνυμα και, όσο δεν ενδιαφέρεται η ίδια να βελτιώσει τη ζωή των πολιτών, η κατάσταση στο εσωτερικό θα επιδεινώνεται υπό τις σκιές της ύφεσης και του προσφυγικού, και μάλιστα με τρόπο απρόβλεπτο.
Στο μεταξύ, δύο πράγματα είναι σίγουρα.
Πρώτον, ασχέτως προσφυγικής κρίσης, δεν θα μας δίνουν οι εταίροι χρήματα για πολύ ακόμα χωρίς διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στον ορίζοντα.
Και δεύτερον, αν οι φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις της χώρας δεν αντιτάξουν μία πειστική πρόταση απέναντι στην ήδη εξελισσόμενη ενδυνάμωση των αντισυστημικών και αντιευρωπαϊκων κομμάτων, είναι δεδομένο πως η ζυγαριά του «Ποιος φταίει» θα βαρύνει ξεκάθαρα, πιθανόν και οριστικά, την (ανεπίδεκτη) Ελλάδα.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου