Από
τη Θεσσαλονίκη
γράφει
ο
Μιχάλης Δεμερτζής
Μετά και από το πρόφατο φιάσκο με τις υποκλοπές,
δεν πρέπει να υπάρχει ούτε ένας Έλληνας που να παρακολουθεί τις εξελίξεις και
να εξακολουθεί να πιστεύει ότι η κυβέρνηση διαπραγματεύεται.
Αν κάτι αποκάλυψε όλη αυτή η υπόθεση, είναι πως η
ελληνική πλευρά ψάχνει για καυγά.
Και αυτή τη φορά, δεν έχει τη νωπή εντολή των
«αγανακτισμένων» να της δίνει άλλοθι.
Πέρυσι, οι εταίροι επιδίωκαν τη διαπραγμάτευση, όσο
κι αν εμείς ήμασταν ανεπίδεκτοι ως χώρα, γιατί πίστευαν ότι
είχαν να κάνουν με
μερικούς λογικούς ανθρώπους που δέχονταν αφόρητη πίεση από το εσωτερικό.
Τώρα, στήνεται ένα σκηνικό ρήξης με τρόπο επιεικώς
γελοίο, που δίνει κάθε δικαίωμα στους θεσμούς να μας κλείσουν την πόρτα.
Οι οποίοι θεσμοί, όπως ήταν μάλλον αναμενόμενο, σε
όλο αυτό απαντούν με μεγαλύτερη από πριν σύμπνοια, καθώς η υποτιθέμενα
«θιγμένη» από τη συνομιλία, Α. Μέρκελ, επιμένει στη συμμετοχή του ΔΝΤ.
Προφανώς η κυβέρνηση προσπαθούσε απελπισμένα να
βρει έναν τρόπο να ρίξει την ευθύνη στο κουαρτέτο για το αδιέξοδο των
διαπραγματεύσεων (και φυσικά να ικανοποιήσει το εκλογικό κοινό της), όμως
κατάφερε το αντίθετο και οι συνέπειες μπορεί να είναι καταστροφικές.
Μετριοπαθέστερα δεν μπορούμε να το θέσουμε με τέτοιους απίστευτους
κυβερνητικούς χειρισμούς.
Για να το πούμε όσο πιο απλά γίνεται:
- Το να μην θέλουν οι εταίροι να διαπραγματευτούν,
είναι καταστροφή και για την Ελλάδα και για την Ευρώπη.
- Το να μην θέλει η Ελλάδα να διαπραγματευτεί,
είναι καταστροφή για την Ελλάδα (και πιθανότατα όχι για την Ευρώπη).
- Το να μην θέλουν οι εταίροι να διαπραγματευτούν,
επειδή δεν θέλει να διαπραγματευτεί η Ελλάδα, είναι καταστροφή για την Ελλάδα
μια ώρα αρχύτερα.
Ένας πρωθυπουργός που οδηγεί τα πράγματα προς τη
τρίτη περίπτωση, πρέπει να φύγει... χθες.
Περιττό να προσθέσουμε πως το μόνο σενάριο στο
οποίο η Ελλάδα δεν καταστρέφεται, δηλαδή μένει στο κοινό νόμισμα, είναι εκείνο
στο οποίο είναι συνεννοήσιμη και υπάρχει διάθεση διαπραγμάτευσης και από τις
δύο πλευρές.
Ο χρόνος λοιπόν πιέζει και, όσο πιέζει, τόσο
περισσότερο φαίνεται να πανικοβάλλεται η κυβέρνηση, ζημιώνοντας ταυτόχρονα τον
τόπο.
Οπότε, καλό θα ήταν να τεθεί στο δημόσιο διάλογο η
ανάγκη (όχι το ενδεχόμενο) για εκλογές.
Ο Ζ. Κ. Γιουνκέρ, απευθυνόμενος στους Έλληνες τη
βδομάδα του δημοψηφίσματος, τους ζήτησε να μην αυτοκτονήσουν φοβούμενοι τον
θάνατο. Αυτό κάνει τώρα η κυβέρνηση.
Η Κ. Λαγκάρντ χαρακτήρισε τα περί πρόκλησης
πιστωτικού γεγονότος «ανοησίες» (όπως τους αρμόζει δηλαδή) και ο Α. Τσίπρας
αισθάνθηκε δικαιολογημένος να πολώσει περαιτέρω το κλίμα.
Μιλώντας χθες στη κοινοβουλευτική του ομάδα
χρησιμοποίησε παράγωγα της λέξης «ανοησία» τουλάχιστον πέντε φορές-
υποδεικνύοντας έτσι εμμέσως τη Λαγκάρντ ως υπαίτια της πόλωσης-
χαρακτηρίζοντας, μεταξύ άλλων, τους αξιωματούχους του ΔΝΤ «ανόητους»
(υπονοώντας ξεκάθαρα τον Τόμσεν), τα πεπραγμένα του Ταμείου «ανοησίες» κ. α.
Είναι αδιάφορο αν ο λόγος είναι η αμηχανία, η
σύγχυση ή η συσπείρωση του εκλογικού κοινού της.
Η ουσία είναι πως με την επιλογή της να κρατά ψηλά
τους τόνους, η κυβέρνηση επιταχύνει τη πορεία της χώρας προς το αδιέξοδο.
Ήδη το Grexit άρχισε να
ακούγεται από τα διεθνή μέσα νωρίτερα του αναμενομένου (βλ. Bloomberg).
Με άλλα λόγια, ο Α. Τσίπρας, κατηγορώντας ανεδαφικά
το ΔΝΤ για πρόκληση κρίσης, την προκάλεσε ο ίδιος!
Επιπλέον, έχει σημασία να σημειώσουμε πως το αίτημα
για εκλογές προκύπτει ακόμα κι αν υποθέσουμε πως αυτή η κυβέρνηση θα κλείσει
την αξιολόγηση επιτυχώς.
Οι ευρωπαίοι εταίροι τελευταία δείχνουν μια
ανεκτικότητα λόγω προσφυγικού, ωστόσο η θέση της Ελλάδας είναι ήδη επιβαρυμένη
από πολλές απόψεις, και αν συνυπολογίσουμε και τη τελευταία περίπτωση της
υποκλοπής, ένας τελικός συμβιβασμός υπό τις τρέχουσες προϋποθέσεις θα μοιάζει
με τον συμβιβασμό του περασμένου Ιουλίου.
Θα φέρει δηλαδή έναν ακόμα βαρύτερο από τον
αναμενόμενο λογαριασμό, τον οποίο θα κληθεί και πάλι να πληρώσει η ελληνική
κοινωνία.
Εν ολίγοις, το πρόβλημα της Ελλάδας δεν είναι η
αξιολόγηση. Είναι η κυβέρνηση.
Στο εσωτερικό, η κατάσταση σε όλους τους τομείς
επιδεινώνεται και ένας χρόνος Συριζανέλ μας έχει διδάξει πως αυτό θα
συνεχιστεί, ακόμα και αν η διαπραγμάτευση κλείσει με επιτυχία αύριο.
Αν όχι για κανέναν άλλο λόγο, είναι αναγκαίο να
πάμε σε εκλογές το συντομότερο, γιατί η κυβέρνηση κάθεται άπραγη και απλώς
περιμένει βία από τους μετανάστες και τους πρόσφυγες.
Η Νέα Δημοκρατία μπορεί να χρειάζεται το χρόνο της
για να παρουσιαστεί έτοιμη να κυβερνήσει, αλλά αυτό είναι δευτερεύον.
Προέχει η χώρα!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου