Τρίτη 29 Μαΐου 2012

Μπορούμε να αλλάξουμε τη μοίρα μας;

Γράφει
ο Θάνος Βερέμης

Ο Αμερικανός μυθιστοριογράφος Τζόναθαν Φράνζεν απέκτησε κατά την τελευταία δεκαετία μεγάλο αναγνωστικό κοινό.
Οπως πολλοί λιγότερο γνωστοί συμπατριώτες του, αισθάνεται αποστροφή για τον δημόσιο βίο της χώρας του.
Η οργή του στρέφεται κυρίως κατά της οκταετίας Μπους του νεότερου, ο οποίος χάρη στην εύνοιά του προς ειδικά μεγάλα συμφέροντα, κατά τον Φράνζεν «διέφθειρε κάθε ηθική αξία της αμερικανικής κοινωνίας».
Μολονότι η αποθάρρυνση του συγκεκριμένου δημιουργού οφείλεται
 στο παράδειγμα των ΗΠΑ, το αδιέξοδο που περιγράφει θυμίζει έντονα πτυχές του ελληνικού πολιτικού σκηνικού.
Το χρεωμένο Δημόσιο, η αποκοπή του νομοθετικού σώματος από την πραγματικότητα, η διαδεδομένη διαφθορά, ο λαϊκισμός που καλλιεργεί ψευδαισθήσεις στα πιο ευάλωτα τμήματα του πληθυσμού, όλα αυτά και άλλα αναγκάζουν τον Φράνζεν να στραφεί στην ιδιωτική ζωή των ηρώων του, προσφέροντας μια μοναδική σύγχρονη ηθογραφία.
Πρόκειται για την ηθογραφία των δυσλειτουργικών οικογενειών και των προϊόντων τους τα οποία επισκέπτονται οι αμαρτίες των γονέων και αφήνουν επάνω τους ανεξίτηλα τα σημάδια της ειμαρμένης.
 Όμως, αντίθετα από τους παγιδευμένους ήρωες της αρχαίας τραγωδίας, τα πρόσωπα στα έργα του Φράνζεν «Διορθώσεις» (2001) και «Ελευθερία» (2010) – και τα δύο κυκλοφορούν στη χώρα μας από τις εκδόσεις Ωκεανίδα-, προσπαθούν να κάνουν χρήση των πολλαπλών επιλογών που τους προσφέρει η κοινωνία τους για να διορθώσουν τις ζημιές των προγενέστερων.
Σπάνια το καταφέρνουν αποδεικνύοντας ότι η ελευθερία επιλογής δεν είναι πάντοτε πανάκεια.
Ο συγγραφέας παρουσιάζει, σαν από μηχανής Θεός, τις λύσεις που διαφεύγουν από τις ατελέσφορες προσπάθειες των ηρώων του στο επιμύθιο των «Διορθώσεων».
Ο ρεαλισμός του Franzen κατακρίθηκε από ορισμένους κριτικούς ως επιλεκτικός.
Πράγματι, η βιολογική κατάρρευση του Αλμπερτ, πατριάρχη της οικογένειας των πρωταγωνιστών των «Διορθώσεων», που αποδίδεται με τον πιο ωμό ρεαλισμό, συνυπάρχει με τον τρυφερό ρομαντισμό στη σχέση του Ουόλτερ με τη Λαλίθα («Ελευθερία»).

Αλλά μήπως η πραγματικότητα δεν παρουσιάζει τέτοιες αντιθέσεις;
Οι ερωτικές του περιγραφές εξάλλου αποδίδουν πιστά τον χαρακτήρα κάθε σχέσης, από τις βίαιες κτητικές πράξεις ώς τις λυρικές ενώσεις των ερωτευμένων.
Τα ζευγάρια του Φράνζεν σπάνια είναι ταιριαστά.
Συνήθως πρέπει να διανύσουν μεγάλη απόσταση πριν φτάσουν στην επανεύρεση μέσα από το μίσος, τη συγγνώμη και την κατανόηση.
Η πιο αισιόδοξη πλευρά των «Διορθώσεων», ενός πικρού έπους, είναι ότι οι άνθρωποι αλλάζουν, κάποτε ωριμάζουν και δεν παύουν να αναψηλαφούν τη ζωή τους.

Ο Τζόναθαν Φράνζεν έχει ακόμα πολλά δημιουργικά χρόνια μπροστά του.
Μπορεί να αποδειχθεί σταθμός στη σύγχρονη λογοτεχνία των ΗΠΑ, η αρχή της επιστροφής από τα δυσνόητα έργα του αμερικανικού μοντερνισμού στο κλασικό μυθιστόρημα, όπως το περιγράφει ο Χάρολντ Μπλουμ στο έργο «Ο δυτικός κανόνας» (εκδ. Gutenberg, 2007).
Από την αμερικανική πεζογραφία ο Φράνζεν δεν συμμερίζεται τον προβληματισμό του Μέλβιλ για τη σχέση του ανθρώπου με το καλό και το κακό. Θυμίζει περισσότερο την προσεκτική δόμηση των χαρακτήρων του Χένρι Τζέιμς, όπως προκύπτει κυρίως από τους διαλόγους στις πολυπρόσωπες ηθογραφίες και των δύο.
Ομως, ενώ οι χαρακτήρες του Τζέιμς διαμορφώνονται από την εξέγερση ή την υποταγή στις ισχυρές κοινωνικές συμβάσεις της εποχής του, οι ήρωες του Φράνζεν κινούνται σε μια πραγματικότητα χωρίς κανόνες συμπεριφοράς και κυρίως χωρίς πυξίδα.
Η γενιά των «Διορθώσεων» αγωνίζεται να διορθώσει τα τραύματα της αυστηρότητας των προηγουμένων με τη δική της ελευθεριότητα.
Η συνταγή όμως δεν λειτουργεί.
Οι ήρωες των δύο βιβλίων φτάνουν σε τούτο τον κόσμο με ισχυρές χαρακτηρολογικές καταβολές. Τα στοιχεία αυτά μαζί με την επίδραση της οικογένειας θα αποτελέσουν τη μοίρα του καθενός. Μπορεί άραγε η βούληση, η ωρίμανση και η αγάπη να αλλάξουν το γραφτό που κουβαλάει ο άνθρωπος μέσα του;
Αυτό είναι ίσως το κυρίαρχο ερώτημα στα δύο έργα του Φράνζεν.
Στην ακροτελεύτια περιγραφή της επανασυγκόλλησης μιας μακρόχρονης τυραννισμένης σχέσης λέει: «Και έτσι σταμάτησε να κοιτάζει τα μάτια της και άρχισε να βλέπει μέσα σ’ αυτά, επιστρέφοντας το βλέμμα της πριν γίνει πολύ αργά, πριν χαθεί η επαφή ανάμεσα στη ζωή και σε ό, τι έρχεται όταν χαθεί η ζωή και την άφησε να δει όλη τη σκληρότητα μέσα του, όλο το μίσος που σωρεύτηκε έπειτα από δύο χιλιάδες μοναχικές νύχτες (...), έτσι συνειδητοποίησε ότι ο κάθε πόνος που είχαν προκαλέσει ο ένας στον άλλο και όλες οι χαρές που μοιράστηκαν, είχαν λιγότερο βάρος από το πιο μικρό φτερό στον άνεμο» («Ελευθερία», σ. 559).


  • Ο Θάνος Βερέμης είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου