Γράφει
ο Κωστής Χατζηδάκης
Η Ελλάδα πάει από το κακό στο χειρότερο.
Φαίνεται να είμαστε στο έλεος της υφηλίου και των κακών μας εαυτών.
Αν δεν γίνουν πολύ προσεκτικοί χειρισμοί στην Αθήνα και στις Βρυξέλλες, μπορεί σε σύντομο χρονικό διάστημα ακόμη και να νοσταλγούμε τις τελευταίες μέρες.
Το μόνο που απομένει στη χώρα μας είναι να εκπλήξει θετικά. Με ενότητα και αποτελεσματικότητα. Αλλά και με την αυτονόητη παραδοχή ότι ο χρόνος μετράει εις βάρος μας.
Αν υπήρχε αποτελεσματικότητα
δεν θα είχαμε φτάσει, ασφαλώς, μέχρι εδώ. Δεν μιλάω μόνο για τις σοβαρές αστοχίες της κυβέρνησης στην εφαρμογή της οικονομικής της πολιτικής, που εκτροχίασαν τον προϋπολογισμό και δημιούργησαν την ανάγκη για ένα νέο Μνημόνιο. Μιλάω και για όλα τα λάθη, αλλά και τις εσφαλμένες αντιλήψεις του παρελθόντος που μας οδήγησαν στο σήμερα. Ο πρωθυπουργός, επιχειρώντας να αντιμετωπίσει το έλλειμμα αποτελεσματικότητας, μετά έναν ασύλληπτο χειρισμό και μέσα σε ένα κωμικοτραγικό εσωκομματικό σκηνικό, κατέληξε στον ανασχηματισμό της κυβέρνησής του. Ειλικρινά εύχομαι να πετύχει. Αλλά δεν το βλέπω. Η κυβέρνηση έχει κάψει το πολιτικό της κεφάλαιο, η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠΑΣΟΚ είναι στα όριά της και η κοινωνία απέναντι. Ενα πρώτο αποθαρρυντικό δείγμα είναι ότι τεχνοκράτες, τα ονόματα των οποίων είχαν συζητηθεί, αρνήθηκαν να συμμετάσχουν. Η Ελλάδα, όμως, δίνει μια κρίσιμη εθνική μάχη και σ’ αυτήν τη μάχη πρέπει να αξιοποιηθεί ό,τι καλύτερο διαθέτει ο τόπος.
Αυτή η σκέψη οδηγεί στο δεύτερο ζητούμενο, την ενότητα δηλαδή. Η πατρίδα μας έχει, δυστυχώς, μια αρνητική παράδοση εθνικών διχασμών. Μπροστά σ’ αυτή την τεράστια οικονομική, πολιτική και κοινωνική κρίση, ο πολιτικός και κοινωνικός κανιβαλισμός θα ισοδυναμεί με ένα άλμα στον γκρεμό. Η απουσία κουλτούρας συνεννόησης σημάδεψε αρνητικά τον χειρισμό των γιγαντιαίων οικονομικών προβλημάτων τα τελευταία χρόνια. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν ότι, πριν από την υπογραφή του Μνημονίου, πέρυσι, ο πρωθυπουργός, όχι μόνο δεν ζήτησε σύγκληση του συμβουλίου αρχηγών υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, αλλά ούτε καν ενημέρωσε τους προέδρους των κομμάτων. Ωστόσο, την περασμένη Τετάρτη το απόγευμα, για τέσσερις ώρες, ύστερα από πολλές μέρες αγωνίας και κατάθλιψης, δημιουργήθηκε ένα αίσθημα ανακούφισης και ελπίδας σε σημαντικό τμήμα της κοινής γνώμης. Ηταν οι ώρες που σχηματίστηκε η εντύπωση ότι ο κ. Παπανδρέου, σε μια ασυνήθιστη για τα ελληνικά δεδομένα κίνηση, παραιτείται από πρωθυπουργός για να σχηματιστεί μια κυβέρνηση εθνικής σωτηρίας. Επρόκειτο, δυστυχώς, περί ψευδαισθήσεως. Ο πρωθυπουργός βρήκε διάφορες προφάσεις για να απορρίψει αυτό το ενδεχόμενο και ο τόπος επανήλθε στην αγωνία και την κατάθλιψη.
Μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας δεν αποτελεί αφ’ εαυτής μια μαγική συνταγή για την υπέρβαση όλων των οικονομικών προβλημάτων. Στέλνει, όμως, αυτές τις κρίσιμες ώρες, ένα διπλά θετικό μήνυμα στο εξωτερικό και το εσωτερικό. Στο εξωτερικό, ότι το ελληνικό πολιτικό σύστημα συναισθάνεται το βάρος της κρίσεως και ακολουθώντας το παράδειγμα άλλων πιο προηγμένων χωρών, αλλά και χωρών που αντιμετωπίζουν παρόμοια οικονομική κρίση, όπως η Πορτογαλία, δίνει με αποφασιστικότητα και σταθερότητα τη μάχη για την αντιμετώπισή της. Στο εσωτερικό της χώρας, ότι όπως το 1974 σε κρίσιμες για τη χώρα στιγμές οι βασικές πολιτικές δυνάμεις ενώθηκαν υπό την καθοδήγηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή, έτσι και τώρα, ενωμένοι, μπορούμε να δώσουμε την κρίσιμη αυτή μάχη για το έθνος. Τα κόμματα, ούτε, φυσικά, θα καταργηθούν ούτε θα πάψουν να έχουν πολιτικές διαφορές. Μπορούν, όμως, να βρουν έναν ελάχιστο κοινό παρονομαστή, βάσει του οποίου θα πορευθούν για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Διάστημα αναγκαίο για να υπάρξει μια βασική οχύρωση απέναντι στον οικονομικό τυφώνα που πλήττει τη χώρα, αλλά και για να δοθούν πειστικές απαντήσεις σε μια σειρά από προβλήματα λειτουργίας του πολιτικού συστήματος. Πλησιάζοντας έτσι ξανά την κοινωνία.
Ο πρωθυπουργός δεν άδραξε, δυστυχώς, την ευκαιρία που του πρόσφερε ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας. Εκανε μια κλασικού τύπου, για τα ελληνικά πράγματα, επιλογή. Ωστόσο, καθώς η πατρίδα μας εξακολουθεί να πορεύεται ανοχύρωτη, η διέξοδος της συνεννόησης για το σωστό, αλλά και ο σχηματισμός μιας κυβέρνησης εθνικής ενότητας, εξακολουθεί να είναι μια επιλογή με εθνική προστιθέμενη αξία. Αν η κυβέρνηση καταρρεύσει και αποκλειστεί η λύση μιας κυβέρνησης εθνικής σωτηρίας, το μόνο που απομένει είναι οι εκλογές. Εκλογές, όμως, που θα διεξαχθούν μέσα σε ένα σκηνικό πρωτοφανούς πολιτικής και κοινωνικής έντασης, αλλά και τεράστιας οικονομικής ανασφάλειας. Στα αδιέξοδα, τις λύσεις δίνει τελικά ο λαός. Αλλά, αν εμείς οι πολιτικοί αφήσουμε τα πράγματα να εξελιχθούν έτσι, ώστε ο λαός να διαλέξει τελικά ανάμεσα στο καταστροφικό και στο μοιραίο, θα έχουμε να απολογηθούμε στην Ιστορία, και η Ελλάδα θα γυρίσει πολλά χρόνια πίσω.
ο Κωστής Χατζηδάκης
Η Ελλάδα πάει από το κακό στο χειρότερο.
Φαίνεται να είμαστε στο έλεος της υφηλίου και των κακών μας εαυτών.
Αν δεν γίνουν πολύ προσεκτικοί χειρισμοί στην Αθήνα και στις Βρυξέλλες, μπορεί σε σύντομο χρονικό διάστημα ακόμη και να νοσταλγούμε τις τελευταίες μέρες.
Το μόνο που απομένει στη χώρα μας είναι να εκπλήξει θετικά. Με ενότητα και αποτελεσματικότητα. Αλλά και με την αυτονόητη παραδοχή ότι ο χρόνος μετράει εις βάρος μας.
Αν υπήρχε αποτελεσματικότητα
δεν θα είχαμε φτάσει, ασφαλώς, μέχρι εδώ. Δεν μιλάω μόνο για τις σοβαρές αστοχίες της κυβέρνησης στην εφαρμογή της οικονομικής της πολιτικής, που εκτροχίασαν τον προϋπολογισμό και δημιούργησαν την ανάγκη για ένα νέο Μνημόνιο. Μιλάω και για όλα τα λάθη, αλλά και τις εσφαλμένες αντιλήψεις του παρελθόντος που μας οδήγησαν στο σήμερα. Ο πρωθυπουργός, επιχειρώντας να αντιμετωπίσει το έλλειμμα αποτελεσματικότητας, μετά έναν ασύλληπτο χειρισμό και μέσα σε ένα κωμικοτραγικό εσωκομματικό σκηνικό, κατέληξε στον ανασχηματισμό της κυβέρνησής του. Ειλικρινά εύχομαι να πετύχει. Αλλά δεν το βλέπω. Η κυβέρνηση έχει κάψει το πολιτικό της κεφάλαιο, η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠΑΣΟΚ είναι στα όριά της και η κοινωνία απέναντι. Ενα πρώτο αποθαρρυντικό δείγμα είναι ότι τεχνοκράτες, τα ονόματα των οποίων είχαν συζητηθεί, αρνήθηκαν να συμμετάσχουν. Η Ελλάδα, όμως, δίνει μια κρίσιμη εθνική μάχη και σ’ αυτήν τη μάχη πρέπει να αξιοποιηθεί ό,τι καλύτερο διαθέτει ο τόπος.
Αυτή η σκέψη οδηγεί στο δεύτερο ζητούμενο, την ενότητα δηλαδή. Η πατρίδα μας έχει, δυστυχώς, μια αρνητική παράδοση εθνικών διχασμών. Μπροστά σ’ αυτή την τεράστια οικονομική, πολιτική και κοινωνική κρίση, ο πολιτικός και κοινωνικός κανιβαλισμός θα ισοδυναμεί με ένα άλμα στον γκρεμό. Η απουσία κουλτούρας συνεννόησης σημάδεψε αρνητικά τον χειρισμό των γιγαντιαίων οικονομικών προβλημάτων τα τελευταία χρόνια. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν ότι, πριν από την υπογραφή του Μνημονίου, πέρυσι, ο πρωθυπουργός, όχι μόνο δεν ζήτησε σύγκληση του συμβουλίου αρχηγών υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, αλλά ούτε καν ενημέρωσε τους προέδρους των κομμάτων. Ωστόσο, την περασμένη Τετάρτη το απόγευμα, για τέσσερις ώρες, ύστερα από πολλές μέρες αγωνίας και κατάθλιψης, δημιουργήθηκε ένα αίσθημα ανακούφισης και ελπίδας σε σημαντικό τμήμα της κοινής γνώμης. Ηταν οι ώρες που σχηματίστηκε η εντύπωση ότι ο κ. Παπανδρέου, σε μια ασυνήθιστη για τα ελληνικά δεδομένα κίνηση, παραιτείται από πρωθυπουργός για να σχηματιστεί μια κυβέρνηση εθνικής σωτηρίας. Επρόκειτο, δυστυχώς, περί ψευδαισθήσεως. Ο πρωθυπουργός βρήκε διάφορες προφάσεις για να απορρίψει αυτό το ενδεχόμενο και ο τόπος επανήλθε στην αγωνία και την κατάθλιψη.
Μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας δεν αποτελεί αφ’ εαυτής μια μαγική συνταγή για την υπέρβαση όλων των οικονομικών προβλημάτων. Στέλνει, όμως, αυτές τις κρίσιμες ώρες, ένα διπλά θετικό μήνυμα στο εξωτερικό και το εσωτερικό. Στο εξωτερικό, ότι το ελληνικό πολιτικό σύστημα συναισθάνεται το βάρος της κρίσεως και ακολουθώντας το παράδειγμα άλλων πιο προηγμένων χωρών, αλλά και χωρών που αντιμετωπίζουν παρόμοια οικονομική κρίση, όπως η Πορτογαλία, δίνει με αποφασιστικότητα και σταθερότητα τη μάχη για την αντιμετώπισή της. Στο εσωτερικό της χώρας, ότι όπως το 1974 σε κρίσιμες για τη χώρα στιγμές οι βασικές πολιτικές δυνάμεις ενώθηκαν υπό την καθοδήγηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή, έτσι και τώρα, ενωμένοι, μπορούμε να δώσουμε την κρίσιμη αυτή μάχη για το έθνος. Τα κόμματα, ούτε, φυσικά, θα καταργηθούν ούτε θα πάψουν να έχουν πολιτικές διαφορές. Μπορούν, όμως, να βρουν έναν ελάχιστο κοινό παρονομαστή, βάσει του οποίου θα πορευθούν για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Διάστημα αναγκαίο για να υπάρξει μια βασική οχύρωση απέναντι στον οικονομικό τυφώνα που πλήττει τη χώρα, αλλά και για να δοθούν πειστικές απαντήσεις σε μια σειρά από προβλήματα λειτουργίας του πολιτικού συστήματος. Πλησιάζοντας έτσι ξανά την κοινωνία.
Ο πρωθυπουργός δεν άδραξε, δυστυχώς, την ευκαιρία που του πρόσφερε ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας. Εκανε μια κλασικού τύπου, για τα ελληνικά πράγματα, επιλογή. Ωστόσο, καθώς η πατρίδα μας εξακολουθεί να πορεύεται ανοχύρωτη, η διέξοδος της συνεννόησης για το σωστό, αλλά και ο σχηματισμός μιας κυβέρνησης εθνικής ενότητας, εξακολουθεί να είναι μια επιλογή με εθνική προστιθέμενη αξία. Αν η κυβέρνηση καταρρεύσει και αποκλειστεί η λύση μιας κυβέρνησης εθνικής σωτηρίας, το μόνο που απομένει είναι οι εκλογές. Εκλογές, όμως, που θα διεξαχθούν μέσα σε ένα σκηνικό πρωτοφανούς πολιτικής και κοινωνικής έντασης, αλλά και τεράστιας οικονομικής ανασφάλειας. Στα αδιέξοδα, τις λύσεις δίνει τελικά ο λαός. Αλλά, αν εμείς οι πολιτικοί αφήσουμε τα πράγματα να εξελιχθούν έτσι, ώστε ο λαός να διαλέξει τελικά ανάμεσα στο καταστροφικό και στο μοιραίο, θα έχουμε να απολογηθούμε στην Ιστορία, και η Ελλάδα θα γυρίσει πολλά χρόνια πίσω.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου