Η ζωή έχει ένα μεγάλο πλεονέκτημα.
Βαδίζει πάντοτε μπροστά.
Κι υπό αυτή την έννοια οφείλουμε να δούμε με ρεαλισμό την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στη χώρα μας.
Είναι καιρός, τώρα ή μετά τις εκλογές του επόμενου μήνα, να ξεπεράσουμε το δίλημμα Μνημόνιο ή όχι.
Όσοι υποστηρίζουν τη δεύτερη άποψη, δεν έχουν καταφέρει να πείσουν ότι διαθέτουν μια άλλη πολιτική με ισάξιο στόχο και αποτέλεσμα.
Ισχυρίζονται ότι
δεν πρέπει να αλλάξει τίποτα προφανώς στη βάση που θίγονται.
Αν δούμε τα δεδομένα νηφάλια και χωρίς να μας επηρεάζει το θυμικό μας, θα αντιληφθούμε ότι στο πρώτο Μνημόνιο υπήρχε ένα σοβαρότητα πρόβλημα.
Θα αντιληφθούμε, δηλαδή, ότι υπήρχε ένα τεράστιο μπέρδεμα μεταξύ των μέτρων που στόχευαν την δημοσιονομική ανισορροπία και των μέτρων που στόχευαν στα διαρθρωτικά προβλήματα του τόπου. Η κυβέρνηση Παπανδρέου ήταν ανήμπορη ακόμη και να συζητήσει, ενώ η τρόικα είχε μαύρα μεσάνυχτα από τα ελληνικά δρώμενα.
Στο δεύτερο Μνημόνιο, φαίνεται ότι επιχειρείται η διόρθωση αυτού του προβλήματος.
Έτσι, είναι σαφής και μάλλον οριοθετημένη η διάκριση μεταξύ της απαιτούμενης συνέχειας που απαιτεί η ολοκλήρωση του «κουρέματος» και των μεταρρυθμιστικών μέτρων στο Κράτος.
Όμως, παραμένει ένα πρόβλημα το οποίο είναι και το μέγα ζητούμενο.
Εξακολουθούμε να μη διαθέτουμε πρόγραμμα μακρόχρονης αναδιοργάνωσης της οικονομίας μας.
Η Βουλή περί άλλων τυρβάζει και ασχολείται με ποιοι βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας θα πάνε με τον Καμμένο και ποιο βουλευτές του ΠαΣοΚ θα ακολουθήσουν την Κατσέλη, τον Καστανίδη ή θα παραμείνουν στο πλευρό του βαθέως ΠαΣοΚ και του Χρήστου Παπουτσή.
Η κοινωνία ασχολείται με τα καθημερινά, δεν βλέπει ποτέ μπροστά κι όλα μοιάζουν βαλτωμένα.
Κι ο χρόνος εκπνοής του προγράμματος είναι, μόλις, το 2015.
Οι εταίροι και οι πιστωτές μας, ήδη εκπονούν προγράμματα με ορίζοντα το 2020.
Εμείς φυσικά, θα μιλάμε για…κατοχή μας, όταν και πάλι θα τους χρειαστούμε.
Όπως πάει ο τόπος και με την προϋπόθεση ότι θα κάνουμε όσα πρέπει, η σχέση μας με τις αγορές θα αποκατασταθεί το 2015, αλλά ένα είναι βέβαιο.
Ο ορθολογικός ορίζοντας για προγραμματισμό μεγάλων αλλαγών και ανάδειξης νέων πλουτοπαραγωγικών ικανοτήτων θα είναι δέκα χρόνια μετά.
Επαναλαμβάνουμε, αυτό με προϋποθέσεις που αφορούν και το Κράτος και τον ιδιωτικό τομέα.
Το Κράτος δεν μπορεί να παραμείνει ίδιο. Έχει υπογράψει την υποχρέωσή του να παράγει για πολλά χρόνια πρωτογενές πλεόνασμα, επομένως δεν μπορεί και δεν πρόκειται να ξαναδανειστεί.
Θα μειωθεί σε προσωπικό και δεν μπορεί να συνυπάρχει σε δραστηριότητες με τον ιδιωτικό τομέα. Θα συρρικνωθούν οι αρμοδιότητές του. Θα ζει με όσα εισπράττει από φόρους.
Αν δεν εισπράττει, θα απολύει και θα συρρικνώνεται.
Απλά πράγματα.
Είτε το θέλουν οι κρατικοδίαιτοι συνδικαλιστές και τα κόμματα που τους στηρίζουν είτε όχι.
Βεβαίως, υπάρχει και η άλλη πλευρά που ισχυρίζεται ότι η Ελλάδα, από το1990 και μέχρι το 2010, είχε πιο δίκαιη κατανομή του διαθέσιμου εισοδήματος, με τον συντελεστή Gini (είναι ο συντελεστής που επιτρέπει μια πειστική μέτρηση της κατανομής), να πηγαίνει από το 37,4 στο 32,9.
Το ίδιο δείχνει και ο άλλος δείκτης κατανομής (σε πεντημόρια) που δείχνει ότι η σχέση μεταξύ μεγαλύτερου και μικρότερου εισοδήματος μειώθηκε από 7,6 σε 5,6 φορές.
Αυτό, όμως, οφείλεται μεν σε σημαντικό βαθμό στον Κρατικό τομέα, αλλά αυτός εκινείτο με δανεικά και δημιουργούσε χρέη. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά εμπόδιζε κάθε είδους πρόοδο ή μεταρρύθμιση στην Παιδεία, στην Υγεία, στο Ασφαλιστικό κλπ.
Επιπλέον, είναι χαρακτηριστικό ότι οι χώρες που άλλαξαν το Ασφαλιστικό τους σύστημα και τις αγορές εργασίας σε κατευθύνσεις που σήμερα υιοθετούμε εμείς, έχουν καλύτερους δείκτες ισότητας και κάποιες εξ αυτών μας δανείζουν.
Ο ιδιωτικός τομέας, δεν μπορεί να παραμείνει ίδιος. Μπορεί τα τελευταία τριάντα χρόνια να αναπτύχθηκε στη σκιά του Κράτους ή υπό την εξάρτηση αυτού, αλλά δεν θα αργήσει να πάρει στα χέρια του την πλήρη πρωτοβουλία.
Είναι δεδομένο ότι οι διαρθρωτικές αλλαγές θα αλλάξουν τη διανομή της πίτας.
Είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα δημιουργηθεί νέα επιχειρηματικότητα με νέα προϊόντα, νέες υπηρεσίες, νέα εισοδήματα.
Όμως, είναι σχεδόν βέβαιο ότι δεν μπορεί να αντιμετωπίσει την ευθύνη με τα σημερινά δεδομένα και τη σημερινή (ακόμη) κουλτούρα μεγάλης μερίδας επιχειρηματικών.
Είναι σχεδόν δεδομένο ότι δεν έχει καλλιεργηθεί ακόμη η περίφημη επιχειρηματική ηθική.
Ούτε η υγιής ανταγωνιστικότητα.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα τι συμβαίνει με τις τιμές των προϊόντων στα ράφια των σούπερ Μάρκετ, από τις τιμές των καρτέλ.
Όμως, στη νέα εποχή του ιδιωτικού τομέα, δεν χωράει ο Λαυρεντιάδης.
Δεν χωράει ο Χριστοφοράκος.
Δεν χωράνε οι διάφοροι εθνικοί προμηθευτές.
Δεν χωράνε οι φαρμακοβιομήχανοι που πουλάνε τα γενόσημα περίπου όσο τα πρωτότυπα.
Δεν χωράνε οι επιδοτούμενοι αγρότες.
Δεν χωράνε οι Τράπεζες που δανείζονται με 3-4% και δανείζουν με 16%.
Δεν χωράνε τα ιδιωτικά σχολεία των 10 -12 χιλιάδων ευρώ για 7 μήνες δουλειάς.
Δεν χωράνε οι μεσάζοντες που χωρίς να προσθέτουν αξία στο προϊόν το πουλάνε 4 και 5 φορές πιο ακριβά απ’ όσο το αγοράζουν.
Δεν χωράνε τα φακελάκια των γιατρών.
Δεν χωράνε οι μεταφορείς και οι ταξιτζήδες με κλειστά επαγγέλματα.
Βαδίζει πάντοτε μπροστά.
Κι υπό αυτή την έννοια οφείλουμε να δούμε με ρεαλισμό την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στη χώρα μας.
Είναι καιρός, τώρα ή μετά τις εκλογές του επόμενου μήνα, να ξεπεράσουμε το δίλημμα Μνημόνιο ή όχι.
Όσοι υποστηρίζουν τη δεύτερη άποψη, δεν έχουν καταφέρει να πείσουν ότι διαθέτουν μια άλλη πολιτική με ισάξιο στόχο και αποτέλεσμα.
Ισχυρίζονται ότι
δεν πρέπει να αλλάξει τίποτα προφανώς στη βάση που θίγονται.
Αν δούμε τα δεδομένα νηφάλια και χωρίς να μας επηρεάζει το θυμικό μας, θα αντιληφθούμε ότι στο πρώτο Μνημόνιο υπήρχε ένα σοβαρότητα πρόβλημα.
Θα αντιληφθούμε, δηλαδή, ότι υπήρχε ένα τεράστιο μπέρδεμα μεταξύ των μέτρων που στόχευαν την δημοσιονομική ανισορροπία και των μέτρων που στόχευαν στα διαρθρωτικά προβλήματα του τόπου. Η κυβέρνηση Παπανδρέου ήταν ανήμπορη ακόμη και να συζητήσει, ενώ η τρόικα είχε μαύρα μεσάνυχτα από τα ελληνικά δρώμενα.
Στο δεύτερο Μνημόνιο, φαίνεται ότι επιχειρείται η διόρθωση αυτού του προβλήματος.
Έτσι, είναι σαφής και μάλλον οριοθετημένη η διάκριση μεταξύ της απαιτούμενης συνέχειας που απαιτεί η ολοκλήρωση του «κουρέματος» και των μεταρρυθμιστικών μέτρων στο Κράτος.
Όμως, παραμένει ένα πρόβλημα το οποίο είναι και το μέγα ζητούμενο.
Εξακολουθούμε να μη διαθέτουμε πρόγραμμα μακρόχρονης αναδιοργάνωσης της οικονομίας μας.
Η Βουλή περί άλλων τυρβάζει και ασχολείται με ποιοι βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας θα πάνε με τον Καμμένο και ποιο βουλευτές του ΠαΣοΚ θα ακολουθήσουν την Κατσέλη, τον Καστανίδη ή θα παραμείνουν στο πλευρό του βαθέως ΠαΣοΚ και του Χρήστου Παπουτσή.
Η κοινωνία ασχολείται με τα καθημερινά, δεν βλέπει ποτέ μπροστά κι όλα μοιάζουν βαλτωμένα.
Κι ο χρόνος εκπνοής του προγράμματος είναι, μόλις, το 2015.
Οι εταίροι και οι πιστωτές μας, ήδη εκπονούν προγράμματα με ορίζοντα το 2020.
Εμείς φυσικά, θα μιλάμε για…κατοχή μας, όταν και πάλι θα τους χρειαστούμε.
Όπως πάει ο τόπος και με την προϋπόθεση ότι θα κάνουμε όσα πρέπει, η σχέση μας με τις αγορές θα αποκατασταθεί το 2015, αλλά ένα είναι βέβαιο.
Ο ορθολογικός ορίζοντας για προγραμματισμό μεγάλων αλλαγών και ανάδειξης νέων πλουτοπαραγωγικών ικανοτήτων θα είναι δέκα χρόνια μετά.
Επαναλαμβάνουμε, αυτό με προϋποθέσεις που αφορούν και το Κράτος και τον ιδιωτικό τομέα.
Το Κράτος δεν μπορεί να παραμείνει ίδιο. Έχει υπογράψει την υποχρέωσή του να παράγει για πολλά χρόνια πρωτογενές πλεόνασμα, επομένως δεν μπορεί και δεν πρόκειται να ξαναδανειστεί.
Θα μειωθεί σε προσωπικό και δεν μπορεί να συνυπάρχει σε δραστηριότητες με τον ιδιωτικό τομέα. Θα συρρικνωθούν οι αρμοδιότητές του. Θα ζει με όσα εισπράττει από φόρους.
Αν δεν εισπράττει, θα απολύει και θα συρρικνώνεται.
Απλά πράγματα.
Είτε το θέλουν οι κρατικοδίαιτοι συνδικαλιστές και τα κόμματα που τους στηρίζουν είτε όχι.
Βεβαίως, υπάρχει και η άλλη πλευρά που ισχυρίζεται ότι η Ελλάδα, από το1990 και μέχρι το 2010, είχε πιο δίκαιη κατανομή του διαθέσιμου εισοδήματος, με τον συντελεστή Gini (είναι ο συντελεστής που επιτρέπει μια πειστική μέτρηση της κατανομής), να πηγαίνει από το 37,4 στο 32,9.
Το ίδιο δείχνει και ο άλλος δείκτης κατανομής (σε πεντημόρια) που δείχνει ότι η σχέση μεταξύ μεγαλύτερου και μικρότερου εισοδήματος μειώθηκε από 7,6 σε 5,6 φορές.
Αυτό, όμως, οφείλεται μεν σε σημαντικό βαθμό στον Κρατικό τομέα, αλλά αυτός εκινείτο με δανεικά και δημιουργούσε χρέη. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά εμπόδιζε κάθε είδους πρόοδο ή μεταρρύθμιση στην Παιδεία, στην Υγεία, στο Ασφαλιστικό κλπ.
Επιπλέον, είναι χαρακτηριστικό ότι οι χώρες που άλλαξαν το Ασφαλιστικό τους σύστημα και τις αγορές εργασίας σε κατευθύνσεις που σήμερα υιοθετούμε εμείς, έχουν καλύτερους δείκτες ισότητας και κάποιες εξ αυτών μας δανείζουν.
Ο ιδιωτικός τομέας, δεν μπορεί να παραμείνει ίδιος. Μπορεί τα τελευταία τριάντα χρόνια να αναπτύχθηκε στη σκιά του Κράτους ή υπό την εξάρτηση αυτού, αλλά δεν θα αργήσει να πάρει στα χέρια του την πλήρη πρωτοβουλία.
Είναι δεδομένο ότι οι διαρθρωτικές αλλαγές θα αλλάξουν τη διανομή της πίτας.
Είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα δημιουργηθεί νέα επιχειρηματικότητα με νέα προϊόντα, νέες υπηρεσίες, νέα εισοδήματα.
Όμως, είναι σχεδόν βέβαιο ότι δεν μπορεί να αντιμετωπίσει την ευθύνη με τα σημερινά δεδομένα και τη σημερινή (ακόμη) κουλτούρα μεγάλης μερίδας επιχειρηματικών.
Είναι σχεδόν δεδομένο ότι δεν έχει καλλιεργηθεί ακόμη η περίφημη επιχειρηματική ηθική.
Ούτε η υγιής ανταγωνιστικότητα.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα τι συμβαίνει με τις τιμές των προϊόντων στα ράφια των σούπερ Μάρκετ, από τις τιμές των καρτέλ.
Όμως, στη νέα εποχή του ιδιωτικού τομέα, δεν χωράει ο Λαυρεντιάδης.
Δεν χωράει ο Χριστοφοράκος.
Δεν χωράνε οι διάφοροι εθνικοί προμηθευτές.
Δεν χωράνε οι φαρμακοβιομήχανοι που πουλάνε τα γενόσημα περίπου όσο τα πρωτότυπα.
Δεν χωράνε οι επιδοτούμενοι αγρότες.
Δεν χωράνε οι Τράπεζες που δανείζονται με 3-4% και δανείζουν με 16%.
Δεν χωράνε τα ιδιωτικά σχολεία των 10 -12 χιλιάδων ευρώ για 7 μήνες δουλειάς.
Δεν χωράνε οι μεσάζοντες που χωρίς να προσθέτουν αξία στο προϊόν το πουλάνε 4 και 5 φορές πιο ακριβά απ’ όσο το αγοράζουν.
Δεν χωράνε τα φακελάκια των γιατρών.
Δεν χωράνε οι μεταφορείς και οι ταξιτζήδες με κλειστά επαγγέλματα.
Ναι, οφείλουμε να αλλάξουμε το Κράτος και τον δημόσιο τομέα του, επειδή εκεί βρίσκεται το κύριο πρόβλημα του τόπου.
Όμως, οφείλουμε να αλλάξουμε και πάμπολλα στον ιδιωτικό.
Μαζί, με την ίδια μούρη δεν μπορεί πλέον να συνυπάρχουν!
Θα πρέπει να αλλάξουν κοστούμι και οι δυο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου