Γράφει
η Νάγια Χρονοπούλου
Το να δεις ήλιο στο Παρίσι, μοιάζει σαν να βλέπεις θάλασσα στον Ψηλορείτη!
Ε, λοιπόν, το Σαββατοκύριακο, έγινε το θαύμα.
Οι χυμοί της άνοιξης πλημμύρισαν την πόλη, από τη μια μεριά της μέχρι την άλλη.
Οι ευωδιές από
τα μισάνθιστα πάρκα, έσπαζαν τις μύτες των Παριζιάνων που ξεχύθηκαν σαν τα σαλιγκάρια στους δρόμους και τα στέκια της πόλης.
Η βόλτα ήταν πρόκληση που δεν μπορούσε κανένας να της αντισταθεί.
Φόρεσα άνετα ρούχα κι άφησα το αυτοκίνητο παρκαρισμένο για να έχω απόλυτη ελευθερία κινήσεων.
Ο ποδαρόδρομος στο ηλιόλουστο Παρίσι, είναι μαγικός.
Ξεκίνησα στα τυφλά.
Χωρίς να ξέρω που πηγαίνω και που θα καταλήξω.
Πήρα τον παραποτάμιο, που λένε οι Γάλλοι, εγώ τον λέω παραθαλάσσιο.
Τα πλοιάρια ανέβαιναν και κατέβαιναν γεμάτα κόσμο και ζωή.
Μωρά μέσα στα καροτσάκια τους γκρίνιαζαν επειδή οι μανάδες τους επιχειρούσαν να τα έχουν σε απόλυτη τάξη.
Βλέπω με περιέργεια κι απορία.
Γίνεται αυτά τα μικρά ανθρωπάκια να τα αναγκάζουν οι μανάδες σε comme il faut συμπεριφορές;
Γίνομαι έξαλλη.
Δεν είναι δυνατόν! Άστο το παιδάκι, κυρά μου, να βρει την χαρά του!! Τέτοια μέρα που θα την ξαναβρεί;
Εκνευρίζομαι!
Αλλάζω ρότα.
Αφήνοντας τον παραθαλάσσιο, έπιασα τη γέφυρα κι ανηφόρισα προς Trocadéro.
Χαμός !!
Ουρές για to caroussel.
Ουρές για to caroussel.
Γέλια, χαμόγελα, φωνές, παιδιά που τρέχουν και μπερδεύονται ανάμεσα στο πλήθος.
Δεκάδες μικροπωλητές πουλάνε την πραμάτεια τους κάτω από το Palais de Chaillot.
Γύρω από το σιντριβάνι, πλήθος κόσμου λιάζεται λες και δεν θα ξαναδεί ήλιο, λες και θέλει να ερωτοτροπήσει με κάθε ηλιαχτίδα…
Κάποια ζευγαράκια περπατάνε χέρι χέρι και μοιάζουν εκστασιασμένα απ’ τον ήλιο και τοχτυποκάρδι…
Κάποια άλλα, αλλάζουν φιλιά και όρκους.
Παρίσι, ζωή!
Παρίσι, φως!
Παρίσι, μύθος!
Συνεχίζω ακάθεκτη.
Σιγά μην αφήσω τις βιτρίνες.
Αυτή η μπλούζα στο Et vous, είναι υπέροχη.
Να την πάρω;
Δε βαριέσαι έχω τόσες.
Πιο απαραίτητη μου είναι μια μπίρα.
Κάθομαι! Γουλιά κι απόλαυση… κι ένας ήλιος σαν της πατρίδας.
Έλα μη σε πιάσει μελαγχολία τώρα…
Ο ήχος του κινητού με ξαφνιάζει.
Είναι η Κλώντια, η κολλητή μου.
Μου λέει ότι σ’ ένα από τα πολλά τζαζάδικα της πόλης, έχει αφιέρωμα στη Νίνα Σιμόν.
Σιγά μη πω ότι δεν πάω.
Στο άψε σβήσε, τα κινητά πήραν φωτιά.
Μέσα όλοι.
Ραντεβού εκεί.
Ο ήλιος, έδειχνε ότι είχε αρχίσει να βαριέται.
Ετοιμαζόταν για τη δική του ξεκούραση.
Οι μπίρες είχαν γίνει δύο, μπορεί και τρεις, δεν θυμάμαι.
Σηκώθηκα κι άρχισα να περπατάω σιγά σιγά στον δρόμο προς Saint Michel.
Δεν θα πάω με το μετρό, σκέφτηκα.
Το σούρουπο άρχισε ν’ αγκαλιάζει τη πόλη.
Κατέβηκα την Iena, πέρασα τη γέφυρα Alma Marceau, αριστερά το Petit et Grand Palais, δεξιά το Invalides, μπήκα στη Bd Saint Germain.
Η στάση για ένα ποτάκι στο deux Magot ήταν ότι έπρεπε!
Κατέβηκα την Iena, πέρασα τη γέφυρα Alma Marceau, αριστερά το Petit et Grand Palais, δεξιά το Invalides, μπήκα στη Bd Saint Germain.
Η στάση για ένα ποτάκι στο deux Magot ήταν ότι έπρεπε!
Τα καλά κορίτσια, με μπίρα και ποτάκι πάνε στον παράδεισο!
H ώρα της συνάντησης με τους φίλους πλησίασε.
H ώρα της συνάντησης με τους φίλους πλησίασε.
Παραδόξως, έφτασα πρώτη.
Παραδόξως, όλοι οι φούρνοι του Παρισιού, ήταν στη θέση τους…Δεν γκρεμίστηκε κανένας!
Η νεγρούλα που τραγουδούσε τα «My baby just cares for me...», «I put a spell on you», «Love me or leave me...», μας ταξίδεψε.
Η νεγρούλα που τραγουδούσε τα «My baby just cares for me...», «I put a spell on you», «Love me or leave me...», μας ταξίδεψε.
Μας πήγε σ’ άλλη γη, σ’ άλλα μέρη.
Στις τρεις τη νύχτα, άρχισα να νιώθω αποκαμωμένη.
Μα δεν είχα τελειώσει.
Μια κρέπα, θα ήταν ότι έπρεπε.
Ο φίλος μου, ο Έλληνας, ο Αντώνης, ήταν στο πόστο του.
Κι οι κρέπες του φτιαγμένες με μεράκι.
Σαν έργο τέχνης.
Σε λίγο ξημερώνει….
Παρίσι, σ’ αγαπώ…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου