Γράφει
ο Μπάμπης Παπαδημητρίου
Όσοι προσπαθούν να χωρίσουν την Ελλάδα και τους Έλληνες σε υποστηρικτές ή αντιπάλους του Μνημονίου προσφέρουν κακή υπηρεσία στον τόπο.
Εξάλλου, η συμφωνία του Μαΐου 2010 έχει καταστεί «σκουπίδι της Ιστορίας» όταν κατέστη σαφές ότι χρειαζόμασταν μια νέα συμφωνία. Το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα έδωσε μια πρώτη, αλλά όχι επαρκή, απάντηση.
Η αναμόρφωση του ήδη παρωχημένου σχεδίου αποκατάστασης της δημοσιονομικής ισορροπίας μέχρι το 2015, υπό προϋποθέσεις, μπορεί να σώσει την παρτίδα.
Η κυβέρνηση βρίσκεται σε πλήρη αναδιαπραγμάτευση του σχεδίου. Προφανώς, τα πράγματα
δεν εξελίσσονται όπως τα είχε υπολογίσει ο υπουργός Οικονομικών Βαγγέλης Βενιζέλος.
Εκείνος είχε σκεφτεί ότι θα αναθεωρούσε το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν και μετά θα έλεγε προς την τρόικα:
«Αφού το ΑΕΠ έπεσε πολύ πιο κάτω από εκεί που το είχαμε (κι εμείς κι εσείς) προβλέψει, να αναθεωρήσουμε όλους τους συνδεδεμένους στόχους και, τελικά, να μεταθέσουμε για του χρόνου τον στόχο του 2011 σε ό,τι αφορά τη μείωση του κρατικού ελλείμματος».
Ακούγεται λογικό.
Δεν είναι. Είναι απλώς βολικό.
Για την «κυβέρνηση των φόρων», στους οποίους εκ πεποιθήσεως προστρέχει ο κ. Παπανδρέου, ο σχεδιασμός αποδείχτηκε ο χειρότερος δυνατός.
Οι τεχνοκράτες του Ταμείου, της Κομισιόν και της Ευρωτράπεζας υπέστησαν εξευτελιστικό διασυρμό, αφού είχαν αρχικώς επικυρώσει τους πρόσθετους φόρους, χωρίς να έχουν διασφαλίσει μια ελάχιστη ανταποδοτικότητα στην πλευρά των δαπανών.
Όμως, όπως δεν εφαρμόστηκε η πολιτική του Μνημονίου, την οποία ο αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας αποκαλεί «λάθος» πολιτική, έτσι δεν εφαρμόζεται και η υποτιθέμενη «σωστή» πολιτική.
Θα περίμενε κανείς η αντιπολίτευση να ρίξει το βάρος της στην πλευρά την οποία η κυβέρνηση «χαϊδεύει» για προφανείς ιστορικούς λόγους εξυπηρέτησης της κομματικής πελατείας.
Να προτάξει δηλαδή τη μείωση των κρατικών δαπανών. Να υποσχεθεί εξορθολογισμό της δαπάνης. Να καταστρώσει χρονολογημένο σχέδιο μεταφοράς στον ιδιωτικό τομέα τμημάτων του ευρύτερου δημόσιου τομέα, τα οποία κακώς εξυπηρετούνται από τους φόρους των πολιτών, όταν το έργο τους χρησιμεύει κατά κύριο λόγο στην ανάπτυξη του ιδιωτικού παραγωγικού τομέα.
Είναι γνωστό πως το ΠΑΣΟΚ ανεβάζει τους φόρους και η Νέα Δημοκρατία υπόσχεται να τους κατεβάσει.
Θα περίμενε κανείς ότι το κόμμα της λαϊκής δεξιάς θα εμφάνιζε ουσιαστικές περικοπές στο Δημόσιο. Και όμως, στο Ζάππειο ΙΙ, όπως καταγγέλλει ο κ. Θοδ. Σκυλακάκης της Δημοκρατικής Συμμαχίας, ο κ. Σαμαράς εμφάνισε «πέντε δισεκατομμύρια ευρώ μικρότερες περικοπές δαπανών από αυτές που προέβλεπε η κυβέρνηση στο Μεσοπρόθεσμο».
Παρατήρηση που δεν έτυχε διευκρινίσεων από τoυς πολιτικούς της πάλαι ποτέ συντηρητικής παρατάξεως.
Από πρακτική άποψη, η αποτυχία της κυβέρνησης δεν βρίσκεται κάπου μεταξύ Μνημονίου 1, Μνημονίου 2, μικρότερου ή μεγαλύτερου «κουρέματος» του χρέους.
Οι πολιτικοί μας, σχεδόν στο σύνολό τους, κάνουν ένα απλό λάθος.
Ορίζουν το ύψος των δαπανών και μετά αναζητούν φόρους για να το πιάσουν.
Παρόμοια μέθοδος οδηγεί, αναπόφευκτα, σε απώλεια ελέγχου των δαπανών και, τελικά, υπερφορολόγησης.
Όσο το ελληνικό Δημόσιο έβρισκε ακόμη να δανείζεται, η φορολογική πίεση μπορούσε να μετριαστεί.
Τώρα, χωρίς κανέναν πλέον από τους κεφαλαιούχους να εμπιστεύεται το ελληνικό κράτος, το βάρος των φόρων, που απαιτεί η συντήρηση του επιπέδου των κρατικών δαπανών, καθίσταται ανυπόφορο.
Πριν από μερικούς μήνες, ο νομπελίστας Πολ Κρούγκμαν είχε γράψει κάτι που αξίζει να το θυμηθούμε:
«Η Ελλάδα, μια σχετικά φτωχή χώρα με ιστορικό επισφαλούς διακυβέρνησης, έχει πολλά να κερδίσει αν γίνει ένα καλός πολίτης του ευρωπαϊκού σχεδίου (...) Η έξοδός της από το ευρώ μπορεί να προξενήσει στην Ελλάδα πολύ μεγαλύτερη ζημιά μακροχρονίως, από εκείνη που υπέστη η Αργεντινή από τη δική της υποτίμηση».
Είναι σαφές ότι η παρτίδα για την αξία του νομίσματος παίζεται στο επίπεδο των κρατικών δαπανών. Όλα τα άλλα είναι απλώς δικαιολογίες.
Πηγή: Καθημερινή
ο Μπάμπης Παπαδημητρίου
Όσοι προσπαθούν να χωρίσουν την Ελλάδα και τους Έλληνες σε υποστηρικτές ή αντιπάλους του Μνημονίου προσφέρουν κακή υπηρεσία στον τόπο.
Εξάλλου, η συμφωνία του Μαΐου 2010 έχει καταστεί «σκουπίδι της Ιστορίας» όταν κατέστη σαφές ότι χρειαζόμασταν μια νέα συμφωνία. Το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα έδωσε μια πρώτη, αλλά όχι επαρκή, απάντηση.
Η αναμόρφωση του ήδη παρωχημένου σχεδίου αποκατάστασης της δημοσιονομικής ισορροπίας μέχρι το 2015, υπό προϋποθέσεις, μπορεί να σώσει την παρτίδα.
Η κυβέρνηση βρίσκεται σε πλήρη αναδιαπραγμάτευση του σχεδίου. Προφανώς, τα πράγματα
δεν εξελίσσονται όπως τα είχε υπολογίσει ο υπουργός Οικονομικών Βαγγέλης Βενιζέλος.
Εκείνος είχε σκεφτεί ότι θα αναθεωρούσε το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν και μετά θα έλεγε προς την τρόικα:
«Αφού το ΑΕΠ έπεσε πολύ πιο κάτω από εκεί που το είχαμε (κι εμείς κι εσείς) προβλέψει, να αναθεωρήσουμε όλους τους συνδεδεμένους στόχους και, τελικά, να μεταθέσουμε για του χρόνου τον στόχο του 2011 σε ό,τι αφορά τη μείωση του κρατικού ελλείμματος».
Ακούγεται λογικό.
Δεν είναι. Είναι απλώς βολικό.
Για την «κυβέρνηση των φόρων», στους οποίους εκ πεποιθήσεως προστρέχει ο κ. Παπανδρέου, ο σχεδιασμός αποδείχτηκε ο χειρότερος δυνατός.
Οι τεχνοκράτες του Ταμείου, της Κομισιόν και της Ευρωτράπεζας υπέστησαν εξευτελιστικό διασυρμό, αφού είχαν αρχικώς επικυρώσει τους πρόσθετους φόρους, χωρίς να έχουν διασφαλίσει μια ελάχιστη ανταποδοτικότητα στην πλευρά των δαπανών.
Όμως, όπως δεν εφαρμόστηκε η πολιτική του Μνημονίου, την οποία ο αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας αποκαλεί «λάθος» πολιτική, έτσι δεν εφαρμόζεται και η υποτιθέμενη «σωστή» πολιτική.
Θα περίμενε κανείς η αντιπολίτευση να ρίξει το βάρος της στην πλευρά την οποία η κυβέρνηση «χαϊδεύει» για προφανείς ιστορικούς λόγους εξυπηρέτησης της κομματικής πελατείας.
Να προτάξει δηλαδή τη μείωση των κρατικών δαπανών. Να υποσχεθεί εξορθολογισμό της δαπάνης. Να καταστρώσει χρονολογημένο σχέδιο μεταφοράς στον ιδιωτικό τομέα τμημάτων του ευρύτερου δημόσιου τομέα, τα οποία κακώς εξυπηρετούνται από τους φόρους των πολιτών, όταν το έργο τους χρησιμεύει κατά κύριο λόγο στην ανάπτυξη του ιδιωτικού παραγωγικού τομέα.
Είναι γνωστό πως το ΠΑΣΟΚ ανεβάζει τους φόρους και η Νέα Δημοκρατία υπόσχεται να τους κατεβάσει.
Θα περίμενε κανείς ότι το κόμμα της λαϊκής δεξιάς θα εμφάνιζε ουσιαστικές περικοπές στο Δημόσιο. Και όμως, στο Ζάππειο ΙΙ, όπως καταγγέλλει ο κ. Θοδ. Σκυλακάκης της Δημοκρατικής Συμμαχίας, ο κ. Σαμαράς εμφάνισε «πέντε δισεκατομμύρια ευρώ μικρότερες περικοπές δαπανών από αυτές που προέβλεπε η κυβέρνηση στο Μεσοπρόθεσμο».
Παρατήρηση που δεν έτυχε διευκρινίσεων από τoυς πολιτικούς της πάλαι ποτέ συντηρητικής παρατάξεως.
Από πρακτική άποψη, η αποτυχία της κυβέρνησης δεν βρίσκεται κάπου μεταξύ Μνημονίου 1, Μνημονίου 2, μικρότερου ή μεγαλύτερου «κουρέματος» του χρέους.
Οι πολιτικοί μας, σχεδόν στο σύνολό τους, κάνουν ένα απλό λάθος.
Ορίζουν το ύψος των δαπανών και μετά αναζητούν φόρους για να το πιάσουν.
Παρόμοια μέθοδος οδηγεί, αναπόφευκτα, σε απώλεια ελέγχου των δαπανών και, τελικά, υπερφορολόγησης.
Όσο το ελληνικό Δημόσιο έβρισκε ακόμη να δανείζεται, η φορολογική πίεση μπορούσε να μετριαστεί.
Τώρα, χωρίς κανέναν πλέον από τους κεφαλαιούχους να εμπιστεύεται το ελληνικό κράτος, το βάρος των φόρων, που απαιτεί η συντήρηση του επιπέδου των κρατικών δαπανών, καθίσταται ανυπόφορο.
Πριν από μερικούς μήνες, ο νομπελίστας Πολ Κρούγκμαν είχε γράψει κάτι που αξίζει να το θυμηθούμε:
«Η Ελλάδα, μια σχετικά φτωχή χώρα με ιστορικό επισφαλούς διακυβέρνησης, έχει πολλά να κερδίσει αν γίνει ένα καλός πολίτης του ευρωπαϊκού σχεδίου (...) Η έξοδός της από το ευρώ μπορεί να προξενήσει στην Ελλάδα πολύ μεγαλύτερη ζημιά μακροχρονίως, από εκείνη που υπέστη η Αργεντινή από τη δική της υποτίμηση».
Είναι σαφές ότι η παρτίδα για την αξία του νομίσματος παίζεται στο επίπεδο των κρατικών δαπανών. Όλα τα άλλα είναι απλώς δικαιολογίες.
Πηγή: Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου