Γράφει η Ρόδη Κράτσα
Στις 11 Μαρτίου, οι ηγέτες της Ευρωζώνης έλαβαν μία
γενναία απόφαση. Να προστατεύσουν το κοινό τους νόμισμα, το ευρώ και ν αποδείξουν ότι η Ευρωζώνη μπορεί να προχωρήσει ένα βήμα προς την κατεύθυνση της Οικονομικής Ένωσης, αλλά και να στήσει ασπίδα προστασία στα σχέδια των κερδοσκόπων.
Βασικός στόχος του συμφώνου που θ’ αρχίσει να υλοποιείται από
το επόμενο έτος είναι η ενίσχυση του οικονομικού πυλώνα της νομισματικής ένωσης, μέσω της βελτίωσης του συντονισμού των οικονομικών πολιτικών στην Ευρωζώνη και της τόνωσης της ανταγωνιστικότητας ,ώστε να επιτευχθεί υψηλότερος βαθμός σύγκλισης. Μία Ευρώπη συνεκτική και σταθερή είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να ενισχυθεί η διεθνής ανταγωνιστικότητα, η αξιοπιστία στις αγορές και η προστασία των αδύνατων χωρών .Οι νέες αυτές συνθήκες μαζί με τις ευνοϊκές ρυθμίσεις που προσφέρθηκαν στη χώρα μας ως προς την παράταση αποπληρωμής και ελαφρά μείωση του επιτοκίου αποτελούν οπωσδήποτε θετική εξέλιξη.
Τώρα καλείται η ελληνική κυβέρνηση ν’ αποφύγει την αναδιάρθρωση και να επανέλθει στις αγορές. Έχει δεσμευθεί στην τρόικα και στους εταίρους ότι θα υλοποιήσει ένα σκληρό σχέδιο δημοσιονομικής προσαρμογής με βάση τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις ,την ολοκλήρωση πλήρως και ταχέως ενός προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων, την αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας ύψους 50 δις ευρώ. Τα ερωτήματα που προκύπτουν από τις δεσμεύσεις αυτές είναι πολλά και ποικίλα για την οικονομία και για το αντίτιμο για τους Έλληνες πολίτες που βιώνουν στην καθημερινότητά τους τις συνέπειες της πολιτικής του Μνημονίου.
Το μόνο βέβαιο είναι ότι μπορεί τα αποτελέσματα της Συνόδου Κορυφής να δίνουν μία προσωρινή ανακούφιση στην ελληνική οικονομία, αλλά σε καμία περίπτωση δεν επιλύουν το οξύ πρόβλημα χρέους ενώ πλέον των αποκρατικοποιήσεων και της αξιοποίησης της περιουσίας η προδιαγεγραμμένη η επιβολή νέων μέτρων, θα λειτουργήσουν ως θηλιά στην ελληνική οικογένεια και την ελληνική οικονομία, καταδικάζοντας σε μακροχρόνια λιτότητα, αυξάνοντας την ανεργία και στερώντας έσοδα από τα δημόσια ταμεία.
Το μόνο βέβαιο είναι ότι μπορεί τα αποτελέσματα της Συνόδου Κορυφής να δίνουν μία προσωρινή ανακούφιση στην ελληνική οικονομία, αλλά σε καμία περίπτωση δεν επιλύουν το οξύ πρόβλημα χρέους ενώ πλέον των αποκρατικοποιήσεων και της αξιοποίησης της περιουσίας η προδιαγεγραμμένη η επιβολή νέων μέτρων, θα λειτουργήσουν ως θηλιά στην ελληνική οικογένεια και την ελληνική οικονομία, καταδικάζοντας σε μακροχρόνια λιτότητα, αυξάνοντας την ανεργία και στερώντας έσοδα από τα δημόσια ταμεία.
Η εξόφληση της τελευταίας δόσης του δανείου τοποθετείται το 2023 και οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής, ανοίγει τον δρόμο για λήψη νέων μέτρων στην πορεία αυτών των ετών. Άλλωστε τη διετία 2016-2018 η χώρα μας θα πρέπει να καταβάλει περί τα 70 δις ευρώ. Άρα τα δύσκολα, μετατίθενται και για αργότερα.
Με την παράταση του χρόνου αποπληρωμής, παραμένει ανοιχτό το θέμα της επιβάρυνσης από τόκους αφού η μείωση του επιτοκίου κατά 1% αφορά το σταθερό επιτόκιο .Το Υπουργείο Οικονομικών ουκ ολίγες φορές έχει αναφέρει την προτίμησή του στην επιλογή του κυμαινόμενου επιτοκίου που αυτή τη στιγμή διαμορφώνεται στο 4,2%.
Όσον αφορά στην αξιοποίηση της περιουσίας ,από την οποία η κυβέρνηση πρέπει να αντλήσει 50 δις ,υπενθυμίζεται ότι η χρηματιστηριακή αξία των εισηγμένων μόνο για το ποσοστό που κατέχει το Ελληνικό Δημόσιο φτάνει μόλις στα 6,6 δις ευρώ.
Τα υπόλοιπα πώς θα αντληθούν; Ποιο θα είναι το τίμημα για τα ακίνητα του Δημοσίου ,αφού συνήθως σε περιόδους κρίσης οι τιμές είναι χαμηλότερες της πραγματικής αξίας των ακινήτων; Δηλαδή, όπως και να έχουν τα πράγματα, μετά από όλη αυτή την περιπέτεια στην οποία εισήλθε η χώρα με την υπογραφή του Μνημονίου και την κυβερνητική πολιτική ,το ελληνικό χρέος θα είναι μεγαλύτερο από το αρχικό και η Ελλάδα αδύναμη και ανίκανη να το ξεπληρώσει.
Η χώρα μας βυθίζεται στην ύφεση, η ανεργία προελαύνει προς το 15%, τα λουκέτα πολλαπλασιάζονται, η υπερφορολόγηση πολιτών και επιχειρήσεων φέρνει αντίθετα αποτελέσματα και η κυβέρνηση αδυνατεί να παρουσιάσει αναπτυξιακό σχέδιο. Παγιδευμένη στις δεσμεύσεις που αναλαμβάνει, αδυνατεί αντιληφτεί την πολυμορφία του προβλήματος της οικονομίας, παραπαίει ανάμεσα στις επιλογές της και τα δυσμενή οικονομικά μεγέθη, αυτοσχεδιάζει χωρίς αντίκρισμα και δείχνει να μην έχει καμία επαφή με την ελληνική πραγματικότητα, να μη βλέπει τα σημερινά και αυριανά αδιέξοδα. Στην προσπάθεια να μειώσει το έλλειμμα με οριζόντιες περικοπές και υψηλότερους φορολογικούς συντελεστές αυξάνει την ύφεση, ανατροφοδοτεί και το έλλειμμα και το χρέος.
Αλλαγή πορείας εδώ και τώρα απαιτούν οι συνθήκες.
Η άμεση ανάγκη επαναδιαπραγμάτευσης των όρων του Μνημονίου και μία αναπτυξιακή πολιτική όπως έχει επισημάνει πολλές φορές ο πρόεδρος της ΝΔ κ. Αντώνης Σαμαράς είναι μονόδρομος.
Η κατάρρευση του μνημονίου με τις λανθασμένες εκτιμήσεις της τρόικας και η έλλειψη κατάλληλων πολιτικών από την ελληνική κυβέρνηση, το αποδεικνύουν περίτρανα. Η πολιτική της κυβέρνησης δεν οδηγεί πουθενά. Δεν μπορεί να ελέγξει τις γκρίζες ζώνης στην οικονομία όπως τα ελλείμματα στα νοσοκομεία στη δημόσια διοίκηση, στην τοπική αυτοδιοίκηση και δεν μπορεί να δημιουργήσει έσοδα. Η Ελλάδα χρειάζεται παραγωγική αναδιάταξη και ανάπτυξη.
Η Νέα Δημοκρατία έχει σχέδιο για να βγει η χώρα από το οικονομικό αδιέξοδο, το οποίο θα παρουσιαστεί το επόμενο διάστημα στο Ζάππειο. Βασικός άξονας του, είναι ότι ταυτόχρονα με τη δημοσιονομική προσαρμογή θα πρέπει να ληφθεί ένα πλέγμα μέτρων για την ανάταξη της οικονομίας. Ανάπτυξη που θα στηρίζεται στην ενίσχυση της επιχειρηματικότητας, μέσα από την άρση των στρεβλώσεων που παρατηρούνται στην αγορά και στη φορολογία, στην ενίσχυση των ανταγωνιστικών πλεονεκτημάτων της οικονομίας, στον περιορισμό της γραφειοκρατίας ,στην ενίσχυση της έρευνας και της καινοτομίας.
Με στοχευμένες προτάσεις και δράσεις για ν’ αλλάξει η χώρα σελίδα. Μόνο έτσι θα μπορέσει να πείσει τις αγορές ότι διαθέτει δυναμική και τους εταίρους ότι πρέπει να επαναδιαπραγματευθούν το μνημόνιο. Μόνο έτσι θα δουν καλύτερες ημέρες οι Έλληνες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου